Για ακόμη μια φορά, ελληνική κυβέρνηση, όπως και άλλες πριν από αυτή, έχει ανακηρύξει τη νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, εκείνη που αποφασίστηκε τον Νοέμβριο του 2012 χωρίς ακόμη να έχει εφαρμοστεί, σε υπ’ αριθμόν ένα στόχο. Όπως και άλλοι, έτσι και στελέχη της σημερινής κυβέρνησης διατυμπανίζουν πως χωρίς τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους την οποία σε μεγάλο βαθμό έχουν προεξοφλήσει οι αγορές, η ελληνική οικονομία δεν προχωρεί

Για ακόμη μια φορά, ελληνική κυβέρνηση, όπως και άλλες πριν από αυτή, έχει ανακηρύξει τη νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, εκείνη που αποφασίστηκε τον Νοέμβριο του 2012 χωρίς ακόμη να έχει εφαρμοστεί, σε υπ’ αριθμόν ένα στόχο. Όπως και άλλοι, έτσι και στελέχη της σημερινής κυβέρνησης διατυμπανίζουν πως χωρίς τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους την οποία σε μεγάλο βαθμό έχουν προεξοφλήσει οι αγορές, η ελληνική οικονομία δεν προχωρεί. Στραγγαλίζεται από τη θηλιά του χρέους. Το τερατώδες, δε, ποσό των περίπου 300 δισ. που χρωστάμε κυρίως στην Ευρώπη και το ΔΝΤ, δρα εκ των πραγμάτων υποστηρικτικά στη συγκεκριμένη επιχειρηματολογία.

Αναμφίβολα η νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, εφόσον τελικά δρομολογηθεί από τους Ευρωπαίους, θα είναι ιδιαίτερα θετική εξέλιξη: Θα «διασπείρει» ακόμη μακρύτερα στο μέλλον τις δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους και κυρίως θα «κλειδώσει» σε συγκεκριμένα επίπεδα, για σειρά δεκαετιών, τις ετήσιες πληρωμές για τοκοχρεολύσια προσφέροντας έναν «καθαρό ορίζοντα» στους επενδυτές. Μπορεί, καλώς εχόντων των πραγμάτων να υποστηρίξει ένα «success story» (για να θυμηθούμε παλαιές ορολογίες) για την Ελλάδα.

Είναι όμως επαρκής για να ανακάμψει η οικονομία και κυρίως είναι εκείνος ο παράγοντας που θα γυρίσει το παιχνίδι για την Ελλάδα; Ένας παράγοντας δηλαδή «game changer», όπως λένε και οι Αγγλοσάξονες;

Δυστυχώς, για την πλειονότητα του ελληνικού πολιτικού προσωπικού, η απάντηση είναι όχι. Μία προσεκτική ανάγνωση στις εκθέσεις μεγάλων οίκων, εκείνων που απευθύνονται στους επενδυτές, συστήνοντας -είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε - πού είναι ασφαλές να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους, δίνει σαφές προβάδισμα σε κάτι άλλο, πιο δύσκολο: Τη βιώσιμη ανάπτυξη μέσω - γενναίων - μεταρρυθμίσεων που θα κτυπήσουν την πραγματική ρίζα των δομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, εξοπλίζοντάς τη με τη δυναμική που θα της επιτρέψει να αποπληρώνει το αναδιαρθρωμένο χρέος της τις επόμενες δεκαετίες.

Για να γίνει αυτό, απαιτείται... εκσυγχρονισμός, πραγματικός εκσυγχρονισμός, με άρση των στρεβλώσεων που εμποδίζουν τις απολύτως απαραίτητες επενδύσεις, αναγκαίες για όλες τις κυβερνήσεις, αριστερές ή δεξιές.

Με παράλληλη όμως χάραξη ενός αναπτυξιακού σχεδίου, απλού, κατανοητού, εξωστρεφούς και σύγχρονου, για τις επόμενες δεκαετίες που θα διαπερνά όλους τους τομείς και θα εκμεταλλεύεται τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, φέρνοντας έσοδα στα ταμεία. Μόνο που κάτι τέτοιο περνά από δρόμους στρωμένους με... αγκάθια για τους πολιτικούς, όλων των αποχρώσεων, αφού θα πρέπει να αφορά στο δημόσιο, τη γραφειοκρατία, την πολυπλοκότητα και την αστάθεια του φορολογικού συστήματος, σε συγκεκριμένη στρατηγική, με καθαρές επιλογές, για την ανάπτυξη επενδύσεων, το ξήλωμα μη ανταγωνιστικών δομών, την ενίσχυση ανεξάρτητων αρχών, και να φθάνει έως το εκπαιδευτικό σύστημα, από την ώρα - μηδέν, το σύστημα υγείας, τους όρους λειτουργίας και χρηματοδότησης της τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλα πολλά.

Θέματα, δύσκολα, που συνδέονται άρρηκτα με το πελατειακό κράτος και άρρωστες νοοτροπίες δεκαετιών οι οποίες, μέχρι σήμερα, έχουν κοστίσει δισεκατομμύρια ευρώ στη χώρα.

Το χειρότερο όμως είναι πως εάν δεν αντιμετωπιστούν, τώρα, θα απαιτήσουν πρόσθετες θυσίες από εκείνους που σήκωσαν το βάρος των Μνημονίων και θα διατηρήσουν τη χώρα στον εφιάλτη οικονομικού -και πολιτικού- μαρασμού.

Με ή χωρίς αναδιάρθρωση χρέους.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 23-24/01/2016)