Η ​​ένταση της αντιπαραθέσεως στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση δημιουργεί ανησυχία, αλλά όχι έκπληξη. Η αναγκαιότητα της Αυτοκρατορίας των Οθωμανών και στη συνέχεια του κοσμικού κράτους που εγκαθίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ, για τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων που υφίσταντο στην Ευρώπη, αναγνωριζόταν διαχρονικώς απόλυτα

Η ​​ένταση της αντιπαραθέσεως στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση δημιουργεί ανησυχία, αλλά όχι έκπληξη. Η αναγκαιότητα της Αυτοκρατορίας των Οθωμανών και στη συνέχεια του κοσμικού κράτους που εγκαθίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ, για τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων που υφίσταντο στην Ευρώπη, αναγνωριζόταν διαχρονικώς απόλυτα· αλλά μονίμως αντιμετωπιζόταν ως χώρα υποδεέστερη πολιτικά και πολιτιστικά.

Τελούσε πάντα η εν λόγω πολιτική οντότης υπό ένα καθεστώς επιτηρήσεως. Το ενδιαφέρον ήταν ότι το σύστημα το οθωμανικό και στη συνέχεια το κοσμικό ανθίστατο στην ομογενοποίηση, που προσπαθούσε να επιβάλει η Δύση, και παρουσίαζε αντοχές εντυπωσιακές, ακόμη και όταν προεξοφλείτο η διάλυσή της.

«Από του Μαχμούτ μέχρι του Αβδούλ Μετσίδ, το σύστημα της αναμορφώσεως εκυβέρνησε την Αυτοκρατορίαν» έγραφε Ελληνας λόγιος στα μέσα του 19ου αιώνα. Το αποτέλεσμα ήταν ότι «προσέβαλε το θρησκευτικόν αίσθημα των Τούρκων, και, επειδή αυτό ήτο συγχρόνως και το αίσθημα της εθνικότητός των, η Τουρκία συγκατέπεσε μετά φανατισμού, όστις αποτελεί την δύναμίν της».

Ενάμιση αιώνα αργότερα, η ως άνω παρατήρηση ισχύει και αυτό σημαίνει ότι όσο αυξάνονται οι πιέσεις για ευθυγράμμιση προς τα «ευρωπαϊκώς» ισχύοντα τόσο θα αυξάνεται ο φανατισμός, τόσο θα ενισχύεται το αίσθημα ανυπακοής προς τη Δύση, τόσο θα ριζοσπαστικοποιείται θρησκευτικά η Τουρκία.

Με την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, ο πρόεδρος της Τουρκίας κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ένας πολιτικός που αναμένει τη συνταξιοδότησή του μετά τη λήξη της θητείας του, όπως συμβαίνει με τους ηγέτες των δυτικών κρατών. Εκ των πραγμάτων, θα ωθήσει τα πράγματα στα άκρα. Στον πόλεμο που εκήρυξε εναντίον του Φετουλάχ Γκιουλέν δεν έχει ως συμμάχους μόνον τα στελέχη του κόμματός του. Υπάρχουν και άλλα θρησκευτικά τάγματα στην Τουρκία, που θα αναλάβουν τη χειραγώγηση του πλήθους, μόνον που επικεφαλής του ισλαμικού κινήματος θα είναι πλέον προσωπικά ο κ. Ερντογάν.

Η μείζων πρόκληση προς την Τουρκία –και όχι απλώς προς τον κ. Ερντογάν– ήταν η στήριξη των Αμερικανών και κάποιων άλλων δυτικών δυνάμεων προς τους Κούρδους και η διακίνηση της ιδέας για τη δημιουργία κουρδικής οντότητος στα νότια σύνορα της Τουρκίας, για να αντιμετωπίσουν το χάος που δημιουργήθηκε με τη μεταφορά της «Αραβικής Ανοιξης» στη Συρία.

Δεν ήταν δυνατόν να μην υπάρξουν ανακλαστικά στους σχεδιασμούς αυτούς. Οι συνθήκες υπό τις οποίες συνετελέσθη η διάλυση της Αυτοκρατορίας επανέρχονται στη μνήμη. Οι μεταρρυθμίσεις που εισήγαγε υπό την πίεση της Ευρώπης ο Αμντούλ Μετσίντ με το Τανζιμάτιο το 1839 και ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ με το Σύνταγμα του 1876 οδήγησαν στη ριζοσπαστικοποίηση των χριστιανικών πληθυσμών στα Βαλκάνια. Καλώς ή κακώς η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας ενεθάρρυνε τις αποσχιστικές τάσεις των Κούρδων, που είχαν εκδηλωθεί από καιρό ενόπλως.

Δεν είναι παράδοξο ότι οι σχέσεις της Αγκυρας με τη Δύση διέρχονται περίοδο πρωτοφανούς δοκιμασίας. Το παράλογο είναι οι συνέπειες μιας ρήξεως θα είναι τραγικές. Είτε το θέλουμε είτε όχι, η Τουρκία υπήρξε πάντα τμήμα του ευρωπαϊκού συστήματος –απροσάρμοστο, εν πολλοίς, δύσκολη χώρα στη διαχείρισή της, αλλά αναγκαιότης. Μία ελευθέρως διακινούμενη Τουρκία θα ήταν εφιάλτης πρωτίστως για τη χώρα μας.

Ας μη μας διαφεύγουν τα ουσιώδη. Απαξ και επιβίωσε ο κ. Ερντογάν, πρέπει να υπάρξουν προσαρμογές στη συμπεριφορά της Δύσης.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 07/08/2016)