Η αλλαγή του κλίματος σε όλο τον πλανήτη ξεκίνησε πριν από 180 χρόνια, πολύ νωρίτερα δηλαδή από όσο πίστευε κανείς μέχρι σήμερα.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια διεθνής ομάδα επιστημόνων. «Για πρώτη φορά ερευνήθηκαν αρχεία που αφορούν τόσο το ηπειρωτικό τμήμα, όσο και τους ωκεανούς από το βόρειο και το νότιο ημισφαίριο» δηλώνει στην Deutsche Welle o Γενς Τσίνκε, παλαιοντολόγος από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και ένας από τους συγγραφείς της έκθεσης.
Επιστήμονες από την Αυστραλία, τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ασία ερεύνησαν στοιχεία που αφορούσαν τροπικά κοράλλια, ιζηματογενή πετρώματα, σταλαγμίτες, τον πυρήνα των πάγων. Τα συνέκριναν με στοιχεία που αφορούσαν την εξέλιξη του κλίματος για χιλιάδες χρόνια.
«Οι έρευνες δείχνουν πως και η πρώιμη αύξηση της θερμοκρασίας της γης σχετίζεται με την αυξημένη συγκέντρωση ρύπων του διοξειδίου του άνθρακα, ως συνέπεια της βιομηχανικής επανάστασης», επισημαίνει ο Γιενς Τσίνκε. Στην αρχή φυσικά οι εκπομπές των ρύπων ήταν περιορισμένες, ωστόσο με την πάροδο του χρόνου αυξήθηκαν.
Συχνά λέγεται πως η αλλαγή του κλίματος, η οποία θεωρείται προϊόν ανθρώπινης παρέμβασης, ήταν ένα φαινόμενο του 20ου αιώνα. Αυτό πρφανώς συμβάινει γιατί δεν υπήρχαν καν άμεσες μετρήσεις πριν από το 1900.
Το παρελθόν λέει πολλά για το μέλλον
Σύμφωνα με την συγκεκριμένη έρευνα πάντως, η αύξηση της θερμοκρασίας της γης ξεκίνησε το 1830 αρχικά στην Αρκτική και στους τροπικούς ωκεανούς. Η αύξηση της θερμοκρασίας της γης στο νότιο ημισφαίριο ακολούθησε πενήντα χρόνια αργότερα. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν οι επιστήμονες μετά από τοπικές μελέτες των ρευμάτων των ωκεανών.
«Το ισχυρό χαρτί αυτής της έρευνας είναι ότι έχουμε στοιχεία από όλο τον κόσμο. Έχουμε ακριβείς πληροφορίες όσον αφορά περιοχές, όπου φύονται τροπικά κοράλλια, ώστε να μπορούμε να πούμε με ασφάλεια πότε ξεκίνησε η αύξηση της θερμοκρασίας στη συγκεκριμένη περιοχή» αναφέρει ο Γερμανός επιστήμονας.
Ο Γιενς Τσίνκε εξέτασε τροπικά κοράλλια από τον Ινδικό ωκεανό, την Καραϊβική και το ινδονησιακό αρχιπέλαγος. «Τα τροπικά κοράλλια αναπτύσσονται για 400 χρόνια. Μέσω της γρήγορης ανάπτυξής τους – ένα με δυο εκατοστά τον χρόνο – μπορεί κανείς να προχωρήσει σε αναλύσεις που αφορούν δεκαετίες αλλά και αιώνες», επισημαίνει ο Γερμανός ειδικός, ο οποίος, συνοψίζοντας, επισημαίνει ότι για να μπορούν να προβλεφθούν με ακρίβεια οι μελλοντικές εξελίξεις, θα πρέπει κανείς να γνωρίζει το παρελθόν.
(Όλεγκ Κέντινγκ Τσουρμίλεν/Μαρία Ρηγούτσου)