Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί τις τελευταίες εβδομάδες από αρθογράφους και αναλυτές προεξοφλώντας το ναυάγιο του διαγωνισμού αποκρατικοποίησης του ΔΕΣΦΑ, μετά την περίφημη τροπολογία Σκουρλέτη στις αρχές Αυγούστου- μέσω της οποίας τίθεται φραγμός στην αύξηση των τελών χρήσης δικτύου- με την πιθανολογούμενη αποχώρηση της κρατικής εταιρείας πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν SOCAR, η οποία ως γνωστό είχε προκύψει κατόπιν διαγωνισμού (Ιούνιο 2013) ως ο αγοραστής της εταιρείας

Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί τις τελευταίες εβδομάδες από αρθογράφους και αναλυτές προεξοφλώντας το ναυάγιο του διαγωνισμού αποκρατικοποίησης του ΔΕΣΦΑ, μετά την περίφημη τροπολογία Σκουρλέτη στις αρχές Αυγούστου- μέσω της οποίας τίθεται φραγμός στην αύξηση των τελών χρήσης δικτύου- με την πιθανολογούμενη αποχώρηση της κρατικής εταιρείας πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν SOCAR, η οποία ως γνωστό είχε προκύψει κατόπιν διαγωνισμού (Ιούνιο 2013) ως ο αγοραστής της εταιρείας. Σε πρόσφατη αρθογραφία μας ( ΔΕΣΦΑ: Μία Τελείως Λάθος Αποκρατικοποίηση - Δευτέρα, 25 Ιουλίου 2016 ) αναλύσαμε όλες τις πτυχές του ανεπιτυχούς εγχειρήματος, που διαρκεί τώρα 3 ολόκληρα χρόνια(!),πώλησης του ΔΕΣΦΑ, από έναν κρατικό οργανισμό σε έναν άλλο, και την απαράδεκτα χαμηλή προσφορά των €400 εκατομμυρίων για το 66% του Διαχειριστή, γεγονός που του απέδιδε μία συνολική αξία μόλις €600 εκατομμυρίων έναντι € 2 δισεκατομμυρίων παγίων που διαθέτει.

Ως γνωστό μετά την κατάθεση τροπολογίας από τον Υπουργό ΥΠΕΝ κ. Πάνο Σκουρλέτη για τον καθορισμό των τελών δικτύου, με στόχο την αποφυγή ανεξέλεγκτων αυξήσεων, κάτι που δεν σχετίζεται κατ’ ουδένα τρόπο με τους όρους του διαγωνισμού αποκρατικοποίησης, η πλευρά των Αζέρων δεν έκρυψε την δυσαρέσκεια της, μέσα από πολλαπλές δηλώσεις εκπροσώπων της σε Αθήνα και το Μπακού, προ και μετά την κατάθεση της τροπολογίας. Έκτοτε η διοίκηση της SOCAR φαίνεται αποστασιοποιημένη από τις εξελίξεις στην Ελλάδα έχοντας αφήσει αδιευκρίνιστη την κατάσταση αναφορικά με την ανανέωση ή μη της εγγυητικής της επιστολής των €400 εκατομμυρίων για την συμμετοχή της στο διαγωνισμό η οποία λήγει στα τέλη Σεπτεμβρίου. Αξίζει να θυμίσουμε ότι η ανακήρυξη της SOCAR ως τελικού αναδόχου της εξαγοράς του ΔΕΣΦΑ προσέκρουσε στην κοινοτική νομοθεσία περί ανταγωνισμού (αφού η SOCAR αποτελεί ταυτόχρονα και προμηθευτή φυσικού αερίου) με παρέμβαση της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της ΕΕ η οποία περιόρισε το ποσοστό των Αζέρων στο 49%, ενώ το υπόλοιπο 17% κατόπιν συμφωνίας θα το αγόραζε η Ιταλική SNAM.

Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες (βλέπε Καθημερινή 30/8) οι Αζέροι στις διαπραγματεύσεις με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος, πριν από την κατάθεση της επίμαχης τροπολογίας, είχαν θέσει δύο όρους, προκειμένου να αποδεχθούν τους νέους όρους τιμολόγησης για τα τέλη δικτύου του ΔΕΣΦΑ. Είτε να υπάρξει αναπροσαρμογή προς τα κάτω του τμήματος των 400 εκατομ. Ευρώ που πρόσφεραν για το 66% του ΔΕΣΦΑ, είτε να υπάρξει κάποια έμμεση αποζημίωση για τα έσοδα που θα απολέσει η εταιρεία με την ισχύ του νέου κανονισμού. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «Καθημερινής», στις συζητήσεις που προηγήθηκαν της τροπολογίας διαπιστώθηκε ότι δεν μπορούσε να γίνει μείωση του τιμήματος, γιατί κάτι τέτοιο ταυτιζόταν με αλλαγή εκ των υστέρων του διαγωνισμού που ανέδειξε τη SOCAR ως πλειοδότρια.

Στο πλαίσιο των ανωτέρω συζητήσεων και επαφών φαίνεται ότι οι Αζέροι έφθασαν στο σημείο να επιζητούν επίμονα αλλαγή των όρων επιδιώκοντας να τους δοθεί το σύνολο των διαθεσίμων της εταιρείας με το Δημόσιο να παραιτείται, ταυτόχρονα, από το δικό του μερίδιο. Δεν γνωρίζουμε ποια τράπεζα έχουν προσλάβει ως σύμβουλο οι Αζέροι αλλά η όλη συμπεριφορά τους έχει αφήσει αλγεινή εντύπωση αφού είναι φανερό ότι συμπεριφέρονται όχι ως θεσμικοί επενδυτές που επιθυμούν να συμβάλλουν σε ένα μακροχρόνιο πλάνο ανάπτυξης της εταιρείας αλλά ως απλοί πλιατσικολόγοι.

Η προκλητική καθόλα συμπεριφορά των εκπροσώπων της SOCAR έχει ως κύριο στόχο να δημιουργήσουν εντυπώσεις πως σε ένα ενδεχόμενο ναυάγιο στην υπόθεση ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ την αποκλειστική ευθύνη θα την φέρει η Ελληνική πλευρά, και πιο συγκεκριμένα ο Υπουργός ΥΠΕΝ κ. Σκουρλέτης, ενώ αυτή φαίνεται ότι υπαγορεύονται από βαθύτερα αίτια. Τα οποία συνοψίζονται στο οικονομικό αδιέξοδο που έχει περιέλθει η SOCAR και η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν γενικότερα μετά την κατακόρυφη πτώση των τιμών του αργού τα τελευταία δύο χρόνια. Το οικονομικό πρόβλημα της SOCAR προέρχεται από την πτώση των τιμών του πετρελαίου ($45 το βαρέλι σήμερα από $110 τον Ιούνιο του 2014) όσο και από την μείωση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια, το οποίο σήμαινε μείωση των εξαγωγών αργού ενώ εδώ και 18 μήνες το Αζερμπαϊτζάν έχει αρχίσει να εισάγει Ρωσικό φυσικό αέριο προκειμένου να καλύψεις τις εξαγωγικές του υποχρεώσεις αλλά και μία αυξανόμενη εγχώρια κατανάλωση.

Όπως δε έγινε γνωστό τις τελευταίες εβδομάδες από δημοσιεύματα στο διεθνή τύπο η κυβέρνηση του προέδρου Ιλάμ Αλίγεφ ευρίσκεται σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ και το IFC, που ανήκει στην World Bank, προκειμένου να εξασφαλίσει χρηματοδότηση €5.0 δισεκατομμυρίων για να καλύψει τις υποχρεώσεις της στην κατασκευή του αγωγού TANAP και την ανάπτυξη του κοιτάσματος Shah Deniz II απ’ όπου και θα προέλθει το φυσικό αέριο που θα εξυπηρετεί το Νότιο Διάδρομο και τις εξαγωγές στην Ευρώπη. Μάλιστα, η SOCAR επιζητά επειγόντως €500 εκατομμύρια από την EBRD προκειμένου να καλύψει άμεσες ανάγκες λειτουργίας καθότι δεν διαθέτει επαρκή ρευστότητα. Η δραματική υποτίμηση κατά 50% του εθνικού νομίσματος, του Manat (βλέπε γραφική παράσταση) τους τελευταίους 12 μήνες, οι αυξανόμενες εισαγωγές φυσικού αερίου σήμερα από τη Ρωσία και αύριο από το Ιράν, η αδυναμία καταβολής μισθών στο Δημόσιο, και η αναζήτηση χρηματοδότησης μέσω IMF συνθέτουν ένα μάλλον αρνητικό οικονομικό τοπίο το οποίο δεν συμβαδίζει με τις φιλόδοξες επενδυτικές βλέψεις κρατικών οργανισμών όπως η SOCAR.

Αντί λοιπόν η SOCAR να αποσυρθεί από μόνη της από ένα παράτολμο και μάλλον ακριβό γι αυτήν πλέον εγχείρημα στρατηγικής επένδυσης σε μία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λόγω της ορατής πλέον αδυναμίας της να χρηματοδοτήσει την εξαγορά, προσπαθεί τώρα να επιρρίψει ευθύνες στην Ελληνική κυβέρνηση. Αλλά και εάν υποθέσουμε ακόμη ότι η SOCAR, μαζί με την SNAM, επιμείνουν στην διεκδίκηση του ΔΕΣΦΑ, αλήθεια, εν όψει της οικονομικής κατάρρευσης του Αζερμπαϊτζάν και των οικονομικών δυσχερειών της SOCAR, τι υπηρεσίες άραγε μπορεί να προσφέρει η εν λόγω εταιρεία και τι θεσμικό ρόλο μπορεί να παίξει για την ανάπτυξη του Ανεξάρτητου Διαχειριστή φυσικού αερίου; Και στο κάτω κάτω της γραφής τι φερεγγυότητα μπορεί να έχει μία εταιρεία όπως η SOCAR ως θεσμικός επενδυτής τη στιγμή που επιζητά εναγωνίως χρηματοδότηση τύπου bridging loan για να καλύψει τρέχουσες λειτουργικές ανάγκες; Βασικά ερωτήματα που πρέπει να απασχολήσουν άμεσα την κυβέρνηση και η οποία οφείλει εγκαίρως- πριν η SOCAR δημιουργήσει το δικό της σκηνικό- να ξεκαθαρίσει την όλη κατάσταση απορρίπτοντας ως απαράδεκτη την προσφορά της και αποδοκιμάζοντας ταυτόχρονα την καθόλα προσβλητική συμπεριφορά της εταιρείας και των εκπροσώπων της.