Το νομικό πλαίσιο της ίδρυσης, της λειτουργίας, αλλά και της οικονομικής αυτοτέλειας του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), αποσαφηνίζει το νομοσχέδιο που κατέθεσε χθες το απόγευμα στη Βουλή, ο αναπληρωτής υπουργός Έρευνας και Τεχνολογίας Κώστας Φωτάκης, σε υλοποίηση σχετικών εξαγγελιών που είχε κάνει ο ίδιος.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην εισηγητική έκθεση σημειώνεται ότι το ΕΛΙΔΕΚ θα είναι ειδικό νομικό πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, θα διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και θα εποπτεύεται από τον εκάστοτε αρμόδιο για θέματα Έρευνας και Τεχνολογίας, αναπληρωτή υπουργό.
Το ΕΛΙΔΕΚ καλείται να διαχειριστεί ένα μείγμα οικονομικών πόρων που προέρχονται από κρατική χρηματοδότηση, Ευρωπαϊκά κονδύλια και δωρεές ιδιωτών. Σε πρώτη φάση θα διαχειριστεί κονδύλια ύψους 240 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα προέλθουν κυρίως από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο πλαίσιο σχετικής σύμβασης που υπογράφηκε τον περασμένο Ιούλιο μεταξύ της Τράπεζας και του Ελληνικού Δημοσίου.
Η χρηματοδότηση των προγραμμάτων, όπως επισημαίνεται στο σχέδιο νόμου θα πραγματοποιείται με βάση τις αρχές της εξαιρετικής ακαδημαϊκής επίδοσης, της διαφάνειας, της αξιοκρατίας και της χρηστής οικονομικής διαχείρισης. Η κατανομή των κονδυλίων θα γίνεται με βάση τις εισηγήσεις του Επιστημονικού Συμβουλίου, ενώ οι χρηματοδοτήσεις αυτές δεν θα υπόκεινται σε περιφερειακά κριτήρια και ποσοστώσεις, όπως γίνεται με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ.
Σκοπός του ιδρύματος, θα είναι κατά κύριο λόγο, η χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων που θα προωθούνται από τα Ανώτατα και Τεχνολογικά Ιδρύματα και ερευνητικούς και Τεχνολογικούς φορείς της χώρας, καθώς και από νέους επιστήμονες και η χορήγηση υποτροφιών στο πλαίσιο της Εθνικής στρατηγικής για την έρευνα και την καινοτομία. Ουσιαστικά το ΕΛΙΔΕΚ θα λειτουργεί ως συμπληρωματική χρηματοδότηση της έρευνας στη χώρα και θα καταθέτει ετήσιες εκθέσεις και απολογισμούς.
Σε ότι αφορά τη στελέχωση και τη διοικητική λειτουργία του Ιδρύματος, στο νομοσχέδιο ορίζονται η Γενική Συνέλευση, το Επιστημονικό Συμβούλιο και ο διευθυντής. Τα μέλη της γενικής συνέλευσης θα εκλέγονται από τα Πανεπιστήμια για ερευνητικά κέντρα, τα οποία με τη σειρά τους θα κληθούν να αναδείξουν τα μέλη του επιστημονικού συμβουλίου, ενώ ο διευθυντής θα πρέπει να είναι πρόσωπο διεθνούς κύρους, επιστήμονας με εμπειρία, διοικητική ικανότητα και ερευνητική δραστηριότητα.