Η 11η Σεπτεμβρίου προκάλεσε μόνιμο ρήγμα στις σχέσεις του Ριάντ με την Ουάσιγκτον παρά τα αμοιβαία συμφέροντα. Πως η απώλεια εμπιστοσύνης επιδεινώθηκε από τη συμφωνία για το Ιράν και την άνοδο του ISIS
Η 11η Σεπτεμβρίου προκάλεσε μόνιμο ρήγμα στις σχέσεις του Ριάντ με την Ουάσιγκτον παρά τα αμοιβαία συμφέροντα. Πως η απώλεια εμπιστοσύνης επιδεινώθηκε από τη συμφωνία για το Ιράν και την άνοδο του ISIS.

Λίγες εβδομάδες μετά από τις φρικαλεότητες της 11ης Σεπτεμβρίου, βρέθηκα στη Σαουδική Αραβία, σε μια δημοσιογραφική αναζήτηση οργισμένων νέων ανδρών.

Συνάντησα αρκετούς στους δρόμους του Ριάντ και άκουσα να μου εκφράζουν πρόθυμα τον θαυμασμό τους για τον Οσάμα μπιν Λάντεν, τον γεννημένο στη Σαουδική Αραβία αρχηγό της Αλ Κάιντα που είχε στείλει 19 αεροπειρατές -15 από τους οποίους ήταν Σαουδάραβες- να ρίξουν αεροπλάνα πάνω στους Δίδυμους Πύργους και στο Πεντάγωνο.

Αλλά παρότι ο Μπιν Λάντεν ήταν, προς μεγάλη μου έκπληξη, μια διασημότητα εξαιτίας της έχθρας του προς τους Αμερικανούς συμμάχους του καθεστώτος, οι Σαουδάραβες βρίσκονταν ταυτόχρονα και σε μια κατάσταση άρνησης. Έμοιαζαν πεπεισμένοι ότι δεν μπορούσε να είναι αυτός υπεύθυνος για την σφαγή χιλιάδων αθώων Αμερικανών.

Η άρνηση ήταν πιο έκδηλη σε κυβερνητικούς κύκλους, καθώς οι αξιωματούχοι προετοιμάζονταν για την έκρηξη οργής που θα ακολουθούσε μόλις η Αμερική ανακάλυπτε ότι το βασίλειο ήταν φυτώριο εξτρεμισμού. Πολύ σύντομα η απόλυτη μοναρχία, το θρησκευτικό εκπαιδευτικό της σύστημα και το πουριτανικό της ουαχαμπίτικο Ισλάμ βρέθηκαν υπό αυστηρό έλεγχο. Οι απαιτήσεις της Δύσης για προώθηση ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων έγιναν κάτι το καθιερωμένο στις διπλωματικές επαφές με το Ριάντ.

Θυμήθηκα αυτό το ταξίδι του 2001 από την ψήφο του Κογκρέσου για την υπέρβαση του προεδρικού βέτο σε νομοσχέδιο που επέτρεπε σε οικογένειες θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου να μηνύσουν τη Σαουδική Αραβία για συνέργεια.

Μέχρι τώρα δεν έχουν έρθει στο φως αδιάσειστα στοιχεία για επίσημη εμπλοκή της Σαουδικής Αραβίας. Και ο νόμος για την Δικαιοσύνη κατά των Χορηγών της Τρομοκρατίας, που επιτρέπει ιδιωτικές μηνύσεις εναντίον ξένων κυβερνήσεων, υπονομεύει την αρχή της κρατικής ασυλίας και δημιουργεί ένα επικίνδυνο προηγούμενο που μπορεί να κοστίσει στις ΗΠΑ.

Ωστόσο, κανένας εκλεγμένος Αμερικανός αξιωματούχος δεν θα υποστήριζε τη Σαουδική Αραβία, ειδικά λίγο πριν τις προεδρικές εκλογές. Σωστό ή λάθος, το αποτέλεσμα θα είναι τοξικό.

Πόσα λίγα φαίνεται να έχουν αλλάξει τα τελευταία 15 χρόνια. Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες να επουλωθούν οι πληγές,η «ειδική σχέση» ανάμεσα στις ΗΠΑ και στη Σαουδική Αραβία δεν αποκαταστάθηκε ποτέ. Δεν μπορούν να εγκαταλείψουν η μία την άλλη, αλλά δεν προσπαθούν ούτε περιμένουν να ανακτήσουν τη θέρμη του παρελθόντος.

Υπάρχουν ακόμα οφέλη από την συμμαχία των δύο χωρών. Παρά τα αυξανόμενα οικονομία προβλήματα, το βασίλειο είναι μία από τις λίγες χώρες που μπορούν να χαρακτηριστούν ως σταθερές σε μια περιοχή αποτυχημένων κρατών και διαρκούς βίας. Διατηρεί μοναδική επιρροή στις αγορές πετρελαίου και μπορεί να κινητοποιήσει μεγάλα πλήθη μουσουλμάνων.

Οι Σαουδάραβες από την πλευρά τους, δεν έχουν βρει υποκατάστατο της διπλωματικής και στρατιωτικής στήριξης των ΗΠΑ, ενώ ξοδεύουν ακόμα δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικάνικο εξοπλισμό (τον οποίο οι ΗΠΑ προσφέρουν χωρίς περιστολές).

Αλλά την ίδια στιγμή, τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Σαουδικής Αραβίας βρίσκονται σε αποκλίνουσα τροχιά. Έχουν πάρει αντίθετες θέσεις στις μεγαλύτερες κρίσεις της Μέσης Ανατολής, από τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης το 2011 μέχρι την συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και σε μικρότερο βαθμό για τον εμφύλιο στη Συρία.

Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η στάση της Σαουδικής Αραβίας απέναντι στο Ιράν δεν δείχνει ευελιξία, ενώ οι Σαουδάραβες θεωρούν αφελές το άνοιγμα των Αμερικανών προς την Τεχεράνη. Την τελευταία χρονιά, οι ΗΠΑ έχουν στηρίξει τον πόλεμο του Ριάντ κατά των ανταρτών Χούτι στην Υεμένη -που στηρίζονται από το Ιράν- εν μέρει για να αντισταθμίσουν την ενόχληση των Σαουδαράβων για την πυρηνική συμφωνία στην οποία κατέληξαν με την Τεχεράνη οι ΗΠΑ και άλλες παγκόσμιες δυνάμεις.

Οι εντάσεις στη σχέση ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας είναι εμφανείς και στον ευρύτερο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Η Αλ Κάιντα μπορεί να είναι σκιά του προηγούμενου εαυτού της, αλλά η άνοδος του ISIS έχει αποκαλύψει την επιρροή της μη ανεκτικής ιδεολογίας του σαλαφισμού που είναι κυρίαρχη στο βασίλειο. Είναι αλήθεια πως το ISIS αποτελεί απειλή για την μοναρχία της Σαουδικής Αραβίας, αλλά η ιδεολογία του και ορισμένες από τις πρακτικές που εφαρμόζει αποτελούν προσαρμογές των κηρυγμάτων των πιο φανατικών Σαουδαράβων κληρικών.

Ο νόμος για τη Δικαιοσύνη κατά των Χορηγών της Τρομοκρατίας δεν ήταν ποτέ το πραγματικό πρόβλημα ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους Σαουδάραβες. Απλά αντανακλούσε το μέγεθος των εντάσεων στις σχέσεις τους.

Στη Σαουδική Αραβία, οι ΗΠΑ είναι τώρα ο αναξιόπιστος σύμμαχος. Στις ΗΠΑ, οι Σαουδάραβες είναι ο μη προβλέψιμος, αποσταθεροποιητικός παράγοντας στην περιοχή.

Ανώτατος Σαουδάραβας αξιωματούχος περιέγραψε κάποτε την σχέση ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας ως ένα «καθολικό γάμο», δηλαδή ένας γάμος που δεν μπορεί να διαλυθεί ποτέ. Από την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου και μετά είναι μια δυσλειτουργική ένωση, στην οποία το ζευγάρι ξέρει πως ο γάμος έχει τελειώσει αλλά δεν μπορεί να συμφωνήσει στους όρους του χωρισμού.

(Πηγή: Euro2day.gr/Financial Times)