Παρά την αρκετά περιορισμένη επενδυτική δραστηριότητα στον εγχώριο κλάδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) κατά τα τελευταία δύο χρόνια, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ύφεσης και της δυσχερούς τραπεζικής χρηματοδότησης, παράγοντες του κλάδου δηλώνουν συγκρατημένη αισιοδοξία για τις προοπτικές για το 2017/2018

Παρά την αρκετά περιορισμένη επενδυτική δραστηριότητα στον εγχώριο κλάδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) κατά τα τελευταία δύο χρόνια, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής ύφεσης και της δυσχερούς τραπεζικής χρηματοδότησης, παράγοντες του κλάδου δηλώνουν συγκρατημένη αισιοδοξία για τις προοπτικές για το 2017/2018.

Την περιορισμένη αυτή αισιοδοξία τους την στηρίζουν στο γεγονός ότι παρά την μείωση των τιμών για τα feed in tariffs, κατά το Β’ εξάμηνο το 2015, γεγονός που αποθάρρυνε πολλούς επενδυτές, η αγορά δεν κατέρρευσε και η πλειοψηφία των λειτουργόντων σήμερα επιχειρήσεων ΑΠΕ στην Ελλάδα, μπορεί και καλύπτει τις χρηματοοικονομικές της υποχρεώσεις όπως και τους αντίστοιχους φόρους. Ακόμα ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση, σε διαβούλευση με τους φορείς της αγοράς των ΑΠΕ, κατάφερε και διατύπωσε ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ (ο. Ν. 4414/16) το οποίο και ψηφίστηκε το προηγούμενο καλοκαίρι, περιορίζοντας τις στρεβλώσεις σε σχέση με την διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό σύστημα της χώρας.

Μία από αυτές τις στρεβλώσεις, ήταν το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, του ΛΑΓΗΕ, που αντιμετωπίστηκε, έτσι ώστε κάποια στιγμή (οι εκτιμήσεις αναφέρονται στα τέλη του 2018) να επέλθει η ισορροπία. Είναι κοινά αποδεκτό ότι ο νόμος θέτει την λειτουργία των νέων ΑΠΕσε πιο λειτουργική βάση ως προς τα έσοδα, με όρους αγοράς, αντί για μια κεντρικά ρυθμιζόμενη απόδοση με υπερβολικές χρεώσεις για τους καταναλωτές. Σκοπός του σχεδίου νόμου είναι η αναδιοργάνωση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ώστε να καταστεί εφικτή η ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Ως γνωστό ο ρυθμός ανάπτυξης της αγοράς ΑΠΕ στην Ελλάδα το 2014 σημείωσε απότομη επιβράδυνση, καθώς η κατασκευαστική δραστηριότητα -αρκετά μικρότερη σε σχέση με προηγούμενα έτη- περιορίστηκε μόνο στα αιολικά πάρκα. Ενώ στα φωτοβολταϊκά επικράτησε η απόλυτη στασιμότητα λόγω της αναστολής της αδειοδότησης νέων εγκαταστάσεων (έχει πλέον αρθεί), αφού ο στόχος που είχε τεθεί από την Ε.Ε. ξεπεράστηκε πρόωρα, ενώ η τιμή της παραγόμενης ενέργειας μειώθηκε σημαντικά.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς το νέο νομικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ που έχει ήδη αρχίζει να εφαρμόζεται (λ.χ. βλέπε πρώτος διαγωνισμός από τη ΡΑΕ για φωτοβολταϊκά την περασμένη εβδομάδα) θα τεθεί σε πλήρη ισχύ εντός του 2017 μετά την υπογραφή των προβλεπόμενων εγκυκλίων και υπουργικών αποφάσεων. «Έτσι τα κίνητρα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα, τίθενται πλέον σε μία πιο υγιή και βιώσιμη βάση και οι εταιρείες θα μπορούν να διατυπώσουν με σχετική ασφάλεια τα επενδυτικά τους σχέδια», παρατηρούν οι ανωτέρω παράγοντες.

Έχει ενδιαφέρον η παρατήρηση ότι το Α’ Εξάμηνο του έτους η συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ σημείωσε αύξηση 6,1% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015, φθάνοντας τις 4.898 GWh. Η άνοδος αυτή προήλθε κυρίως από τις αιολικές εγκαταστάσεις, οι οποίες αύξησαν την επίδοσή τους κατά 7,4%, στις 2.366 GWh, ενώ στα φ/β προέκυψε άνοδος 6,3%, στις 1.948 GWh.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του ΛΑΓΗΕ, προκύπτουν αυξητικές τάσεις για το 2016, καθώς το πρώτο εξάμηνο η εγκατεστημένη ισχύς αυξήθηκε περαιτέρω κατά 2,6% από τα τέλη του 2015, φτάνοντας τα 5.163 MW. Επομένως, στο σύνολο του έτους ο ρυθμός ανόδου αναμένεται να ξεπεράσει το αντίστοιχο ποσοστό του προηγούμενου έτους. Ειδικότερα, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς στο τέλος του προηγούμενου έτους διαμορφώθηκε στα 5.033 MW (εξαιρουμένων των ΣΗΘΥΑ), έχοντας αυξηθεί μόλις κατά 3,9% έναντι του 2014. Συνολικά προστέθηκαν 191 MW επιπλέον ισχύος ΑΠΕ. Λειτουργούσαν φ/β συστήματα συνολικής ισχύος 2.606 MW, ενώ κατά τη διάρκεια της χρονιάς κατασκευάστηκαν ελάχιστες νέες μονάδες (μόλις 10 MW επιπλέον), κυρίως φωτοβολταϊκά πάρκα. Ακολούθως, οι αιολικές εγκαταστάσεις έφτασαν τα 2.151 MW, μέγεθος αυξημένο κατά 172 MW, ενώ αρκετά μικρότερη ήταν η ισχύς των ΜΥΗΣ (224,3 MW) και των εγκαταστάσεων βιομάζας (52 MW).

Βάσει των παραπάνω στοιχείων, το 90% της επιπλέον ισχύος για το τελευταίο έτος προήλθε από αιολικά πάρκα, ενώ μόλις το 5,2% καλύφθηκε από νέα φ/β συστήματα. Οι φ/β μονάδες αποτέλεσαν το 53% του συνόλου, με την ισχύ τους να σταθεροποιείται λίγο πάνω από τα 2.600 MW. Τα αιολικά πάρκα ανήλθαν στα 2.283 MW (μερίδιο 44%), η ισχύς των ΜΥΗΣ παρέμεινε στα 224,3 MW, ενώ το αντίστοιχο μέγεθος των μονάδων βιομάζας αυξήθηκε στα 53 MW. Tο 91% της ισχύος βρισκόταν στο ηπειρωτικό δίκτυο (4.681 MW), ενώ τα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά είχαν εγκαταστάσεις 482,5 MW, μέγεθος που δεν εμφανίζει αξιόλογες μεταβολές τους τελευταίους μήνες. Η αύξηση της εγκατεστημένης ισχύος αντανακλάται και στη διαρκώς μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ στον ενεργειακό χάρτη της χώρας. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2014 κάλυψαν το 15,3% της εγχώριας ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας, επίδοση που υπολείπεται ελαφρώς του μέσου όρου της Ε.Ε.-28.

Όπως αναφέραμε σε ρεπορτάζ μας της 30/10 στο energia. gr (βλέπε Τοπικές «Περιβαλλοντικές» Αντιδράσεις και Μικροσυμφέροντα Εξακολουθούν να Εμποδίζουν την Ανάπτυξη της Αιολικής Ενέργειας στην Ελλάδα’) η ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα στον αιολικό κλάδο, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα αδειοδότησης λόγω ενστάσεων από ευκαιρειακούς περιβαλλοντικούς φορείς και ανησυχούντες πολίτες. Όμως, παρά τα ανωτέρω προβλήματα και κυβερνητικές παλινωδίες, όπως λ.χ. η ακύρωση από την κυβέρνηση ΓΑΠ το 2011 του σχεδίου για τα παράκτια αιολικά πάρκα και η μεγάλη καθυστέρηση στην ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης, οι περισσότεροι παράγοντες του αιολικού κλάδου στην Ελλάδα παραμένουν αισιόδοξοι λέγοντας ότι τα χειρότερα έχουν περάσει. Υποστηρίζουν δε αυτή την άποψη παρατηρώντας ότι από σήμερα και για τους επόμενους 18 μήνες περιμένουν να δουν να αυξάνεται η εγκατεστημένη ισχύς κατά 400 Μ W με έργα να τρέχουν σε Πελοπόννησο, Κρήτη, Στερεά και Βόρεια Ελλάδα. Οι δε εκτιμήσεις ανεξάρτητων φορέων όπως το ΙΕΝΕ, στο πλαίσιο του SEE Energy Outlook 2016 και στις προβλέψεις του για τα επόμενα 10 έτη, δηλαδή μέχρι το 2025, αναφέρουν ότι η συνολική νέα αιολική εγκατεστημένη ισχύ μπορεί να φθάσει ακόμη και τα 4.0 GW με την προϋπόθεση ολοκλήρωσης των ηλεκτρικών διασυνδέσεων με την Κρήτη και τις Κυκλάδες.