Ο Ντόναλντ Τραμπ, ένας προεδρικός υποψήφιος που φάνταζε ως καρικατούρα, τελικά έκανε την έκπληξη. Η αλήθεια όμως είναι πως δεν είχαμε να κάνουμε με κάποια έκπληξη μεγατόνων. Ο Τραμπ ήταν «στο παιχνίδι» μέχρι τέλους. Καθώς μάλιστα οι δημοσκοπήσεις γίνονται όλο και πιο αναξιόπιστες, μια νίκη του δεν είχε αμελητέες πιθανότητες. Άλλωστε, ήταν δεδομένο ότι η Χίλαρι Κλίντον ήταν εξ αρχής ευάλωτη σε αυτή τη μάχη του «μη χείρον»

Ο Ντόναλντ Τραμπ, ένας προεδρικός υποψήφιος που φάνταζε ως καρικατούρα, τελικά έκανε την έκπληξη. Η αλήθεια όμως είναι πως δεν είχαμε να κάνουμε με κάποια έκπληξη μεγατόνων. Ο Τραμπ ήταν «στο παιχνίδι» μέχρι τέλους.  Καθώς μάλιστα οι δημοσκοπήσεις γίνονται όλο και πιο αναξιόπιστες, μια νίκη του δεν είχε αμελητέες πιθανότητες. Άλλωστε, ήταν δεδομένο ότι η Χίλαρι Κλίντον ήταν εξ αρχής ευάλωτη σε αυτή τη μάχη του «μη χείρον». 

Ίσως όμως το πιο κρίσιμο εκλογικό δεδομένο ήταν το ακόλουθο: Όταν ο Τραμπ έκανε μία από τις παροιμιώδεις γκάφες του και έχανε απότομα έδαφος, λίγο αργότερα, το ανακτούσε! Με δυο λόγια: Άντεχε. Για να φθάσει στο νήμα, ειδικά στις κρίσιμες πολιτείες, διαμορφώνοντας οριακές διαφορές.

Μια σειρά από παράγοντες εξηγούν τη νίκη του Τραμπ. Ένας από αυτούς είναι η αντίθεση εικόνων των δύο υποψηφίων σε ένα καθοριστικό σημείο: Ο Τραμπ δεν ήταν πολιτικός. Κέρδισε το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων όχι ως εσωτερικός παίκτης, αλλά ως εξωτερικός. Άλλωστε, είναι ο μόνος πρόεδρος, που δεν έχει υπηρετήσει ποτέ σε πολιτική ή κρατική θέση. Αντιθέτως, η Κλίντον ήταν η πεμπτουσία του πολιτικού και μάλιστα αυτού που θεωρείται κατεστημένο. Η πολιτική την είχε διαποτίσει ως μακροχρόνια σταδιοδρομία σε διάφορα πόστα. Τελικά, στο σημερινό κλίμα, τούτο ήταν σοβαρό μειονέκτημα. Ακριβώς επειδή ο αντίπαλός της δεν είχε την εικόνα επαγγελματία πολιτικού.

Η εμπειρία αυτής της εντυπωσιακής και εξαιρετικά πολωτικής εκλογικής μάχης έχει αναλυθεί διεθνώς σε όλες τις λεπτομέρειές της. Εξαντλητική είναι και η προσέγγιση του «φαινομένου Τραμπ», από επιθεωρήσεις όπως το «New York of Books» έως το «New Statesman». Απ’ όλα αυτά συγκράτησα ένα ανθρώπινο περιστατικό, που περιέγραψε Αμερικανός αναλυτής στο «London Review of Books». Αυτός προσπαθούσε να πείσει τον πατέρα του να μην ψηφίσει Τραμπ, πολύ περισσότερο που ο πατέρας του ήταν Δημοκρατικός και είχε ψηφίσει για το χρίσμα του κόμματος τον αριστερόστροφο Μπέρνι Σάντερς. Όμως, ο πατέρας του αναλυτή ήταν αμετάπειστος. Εξήγησε πολύ απλά πως επιλέγει τον Τραμπ, διότι δεν είναι πολιτικός!

Το περιστατικό ερμηνεύει το πώς κρίσιμοι ψηφοφόροι του Τραμπ δεν πορεύτηκαν πάνω στις ράγες του διλήμματος «Αριστερά - Δεξιά». Ούτε θεώρησαν τον Τραμπ «ακροδεξιό»! Δεν είναι τυχαίο πως ψηφοφόροι που αυτοπροσδιορίζονταν ως «ανεξάρτητοι» (independents) και όχι ως Ρεπουμπλικάνοι ή Δημοκρατικοί, επέλεξαν τελικά τον Τραμπ. Το έπραξαν άλλωστε και ψηφοφόροι που ήθελαν τον Σάντερς ως υποψήφιο των Δημοκρατικών. Ο Τραμπ, ως μη πολιτικός καριέρας, θεωρήθηκε de facto από πολλούς ως αντίπαλος ενός πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου. Σε αυτό πολλοί λευκοί ψηφοφόροι χρεώνουν το οικονομικό τέλμα τους, αλλά και την ανασφάλεια για το μέλλον τους.

Ο Τραμπ έγινε όχημα της οργής αυτής. Ορθώς το «New Statesman» αναφέρθηκε στην «άνοδο του θυμωμένου λευκού άνδρα», που νιώθει περιθωριοποιημένος. Αυτό το συναίσθημα καλλιεργήθηκε ακόμη περισσότερο μέσα από μια κενόλογη εκστρατεία του Τραμπ, που όμως ήταν άκρως συναισθηματική. Ο Τραμπ γινόταν εκφραστής της υπάρχουσας οργής κατά του όποιου «κατεστημένου». Με την έννοια αυτή, το ότι το κατεστημένο του ρεπουμπλικανικού κόμματος αποστασιοποιήθηκε από τον Τραμπ, τελικά τον ωφέλησε εκλογικά!

Ο Τραμπ δεν είναι ένας συγκροτημένος «ακροδεξιός» τύπου Λεπέν. Οι ακροδεξιοί ανά τον κόσμο που πανηγυρίζουν, απλώς προσπαθούν να οικειοποιηθούν τη νίκη του. Και επειδή κέρδισε χωρίς πρόγραμμα και χωρίς επώνυμο επιτελείο συνεργατών, το πώς θα πορευτεί παραμένει άγνωστο. Ίσως και για τον ίδιο! 

Άρα, ας αφήσουμε τις προβλέψεις. Το ουσιώδες φαινόμενο είναι η εντεινόμενη γενικότερη αποστροφή στους επαγγελματίες πολιτικούς, αλλά και στις οικονομικές ελίτ. Αυτή την οργή βιώσαμε και στη χώρα μας. Γκρεμίστηκε ένα κομματικό σύστημα. Όμως και ό,τι απέμεινε από αυτό, γίνεται επίσης στόχος οργής. Ενώ και ό,τι έμοιαζε νέο, ρυτίδιασε ήδη. Τι μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε ειδικώς και γενικώς; Μεγαλύτερη αστάθεια στον χώρο της πολιτικής. Καθώς όλα φθείρονται ταχύτατα. Και ό,τι ήθελε προκύψει. Έτσι άλλωστε δεν προέκυψε και ο Τραμπ;

(Πηγή: Ημερησία)