Εδώ και μία εβδομάδα περίπου έχουμε κατακλυσθεί από σειρά δημοσιευμάτων στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο που αναφέρονται στις τιμές των καυσίμων. Τα περισσότερα από αυτά τα δημοσιεύματα θεωρούν ως βασικό λόγο για την αύξηση των τιμών στην αντλία τις ανατιμήσεις στις διεθνείς τιμές του αργού

Εδώ και μία εβδομάδα περίπου έχουμε κατακλυσθεί από σειρά δημοσιευμάτων στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο που αναφέρονται στις τιμές των καυσίμων. Τα περισσότερα από αυτά τα δημοσιεύματα θεωρούν ως βασικό λόγο για την αύξηση των τιμών στην αντλία τις ανατιμήσεις στις διεθνείς τιμές του αργού. Πράγματι τις τελευταίες 3-4 εβδομάδες οι τιμές του αργού έχουν αυξηθεί κατά $6-$7 το βαρέλι, συνεπεία των αποφάσεων του OPEC και των εκτός OPEC μεγάλων παραγωγών, όπως η Ρωσία και η Νορβηγία, να μειώσουν την παραγωγή τους κατά 1.8 εκατ. βαρέλια την ημέρα εντός του πρώτου εξαμήνου του τρέχοντος έτους.

Όμως οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές που κάθε άλλο παρά σταθερές είναι, αφού επιδεικνύουν έντονη μεταβλητότητα, και ουδείς είναι σε θέση να γνωρίζει ακόμη κατά πόσο ο OPEC θα μπορέσει πράγματι να μειώσει την παραγωγή του, δεν είναι η βασική αιτία για την αύξηση των εγχώριων τιμών. Και αυτό διότι το διάστημα μερικών εβδομάδων και η ανατίμηση των διεθνών τιμών κατά μερικά δολάρια δεν είναι ικανά να επηρεάσουν ανοδικά ,σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, τις τιμές ex factory των διυλιστηρίων. Χωρίς αμφιβολία οι αυξήσεις πανελλαδικά στις τιμές των πετρελαϊκών προϊόντων οφείλονται κατά κύριο λόγο στην επιβολή από αρχές του έτους των νέων υψηλών συντελεστών στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) όπου εκτιμάται ότι για το πετρέλαιο και για το υγραέριο κίνησης αυτοί διαμορφώνονται στα 10 λεπτά το λίτρο, ενώ για την αμόλυβδη στα 4 λεπτά.

Η φοροκαταιγίδα που ξέσπασε στην χώρα μας πριν από περίπου 7 χρόνια, και συνεχίζεται ακόμη, με αμείωτη ένταση, δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστα τα καύσιμα. Η φορολόγηση στον εν λόγω κλάδο αυξήθηκε αρκετές φορές με αποτέλεσμα να είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Ειδικότερα, στην Γενεύη της Ελβετίας, η τιμή της βενζίνης κυμαίνετο χθες περίπου στα 1,32 ευρώ το λίτρο. Στο Λονδίνο και στο Παρίσι ήταν ελαφρώς ακριβότερη, 1,37 και 1,39 αντιστοίχως. Πιο φθηνή και από τις τρεις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις είναι η Βιέννη, με την τιμή να προσεγγίζει τα 1,14 ευρώ. Την ίδια στιγμή, στο μέσον του Αιγαίου, στην Αμοργό, ο πολίτης που θέλει να κινήσει το όχημά του καλείται να πληρώσει τουλάχιστον 1,9 ευρώ ανά λίτρο!

«Λαμβάνοντας υπ’ όψη τις διασυνδέσεις του κλάδου με τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας», σημειώνει το ΙΟΒΕ σε πρόσφατη μελέτη που εξέδωσε, «εκτιμήσαμε ότι σχεδόν 1,8 δις ευρώ προστιθέμενης αξίας και 42.400 θέσεις εργασίας σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την εμπορία καυσίμων στην Ελλάδα». Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, και προκειμένου να μην μειώσει ούτε κατ’ ελάχιστον τις κρατικές δαπάνες, η κυβέρνηση επέλεξε να επιβαρύνει έτι περαιτέρω το κόστος της βενζίνης, του πετρελαίου και του υγραερίου, κάτι το οποίο δεν πλήττει φυσικά μόνο τις εταιρείες και τα πρατήρια υγρών καυσίμων αλλά όλους τους καταναλωτές. «Οι αυξημένες τιμές καυσίμων οδηγούν σε αύξηση του κόστους μεταφοράς, το οποίο μετακυλίεται στις τιμές των προϊόντων», σημειώνει το ΙΟΒΕ.

Οι διεθνείς τιμές πετρελαίου

Παρά το φημολογούμενο ράλι των τιμών του αργού στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων η αλήθεια είναι ότι τις τελευταίες ημέρες μόνο οριακά κέρδη έχουν σημειωθεί. Ποιο συγκεκριμένα από τα $ 47 το βαρέλι για την ποικιλία Brent, που αποτελεί και το διεθνές benchmark, που ήτο η μέση τιμή την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου 2016, με την ανακοίνωση των δυο συμφωνιών του OPEC στην Βιέννη (30/11 και 10/12) οι τιμές σκαρφάλωσαν στα $ 56 το βαρέλι μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου. Με την έναρξη του έτους και την λαθεμένη πληροφόρηση που υπήρξε περί δήθεν άμεσων περικοπών στην παραγωγή από ορισμένες χώρες μέλη του OPEC οι τιμές του Brent στο ICE του Λονδίνου εκτινάχθηκαν ενδοσυνεδριακά στα $ 58 το βαρέλι για να υποχωρήσουν ευθύς αμέσως στα $ 55 με το προθεσμιακό συμβόλαιο Φεβρουαρίου να διαπραγματεύεται γύρω στα $ 56.80.


Η τιμή του Brent τους τελευταίους 6 μήνες (πηγή: FT.com)


Σύμφωνα πάντως με χρηματιστηριακούς κύκλους του Λονδίνου εξακολουθεί να επικρατεί μεγάλος προβληματισμός για το εάν τελικά ο OPEC, σε συντονισμό με παραγωγούς εκτός του οργανισμού, θα καταφέρει να μειώσει την παραγωγή του στα συμφωνηθέντα επίπεδα. Η άποψη που επικρατεί αυτήν τη περίοδο μεταξύ των traders είναι ότι οι περικοπές δεν πρόκειται να υπερβούν κατά μέσο όρο το 0.8 με 1.0 εκατ. βαρέλια την ημέρα το πρώτο τρίμηνο. Σε κάθε περίπτωση ουδείς φαίνεται διατιθέμενος να στοιχηματίσει υψηλότερες τιμές πριν την πάροδο των δύο πρώτων μηνών του έτους και την παραλαβή και διασταύρωση στοιχείων παραγωγής.


Η διακύμανση των τιμών του πετρελαίου από τις 2 έως τις 5 Ιανουαρίου 2017 (πηγή: FT.com)