Απέναντι στο σενάριο η ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού να χρηματοδοτηθεί από το φυσικό αέριο, βρίσκεται η Κύπρος, όπως προκύπτει μετά τη Διεθνή Διάσκεψη, με την Κομισιόν να εισάγει και επισήμως στον δημόσιο διάλογο, με δική της πρωτοβουλία, τη σύναψη ενός νέου μνημονίου για λύση

Απέναντι στο σενάριο η ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού να χρηματοδοτηθεί από το φυσικό αέριο, βρίσκεται η Κύπρος, όπως προκύπτει μετά τη Διεθνή Διάσκεψη, με την Κομισιόν να εισάγει και επισήμως στον δημόσιο διάλογο, με δική της πρωτοβουλία, τη σύναψη ενός νέου μνημονίου για λύση.

Η συγκεκριμένη συζήτηση δεν είναι καινούργια. Ωστόσο, λίγη μόνο ώρα μετά τη λήξη της πλέον κρίσιμης Διεθνούς Διάσκεψης για την Κύπρο στη Γενεύη, ενώ οι δυο πλευρές έχουν καταθέσει χάρτες κι ενώ έχει πραγματοποιηθεί για πρώτη φορά σύνοδος για τα κεφάλαια ασφάλειας και εγγυήσεων με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων, η Κομισιόν εισάγει από μόνη της το θέμα στον δημόσιο διάλογο. 

Συγκεκριμένα, με ενημερωτικό της δελτίο (fact sheed) το οποίο δημοσίευσε χθες, η Κομισιόν, η οποία εκπροσωπήθηκε στο υψηλότερο επίπεδό από τον Πρόεδρο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, θέτει το ερώτημα: «Θα χρειαστεί η Κύπρος ένα νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής μετά τη λύση;». 

Στην απάντησή της η Κομισιόν, αναφέρει ότι η οικονομική πτυχή της Κύπρου αφορά μεν την Κύπρο, η οποία ως χώρα θα κληθεί να πάρει αποφάσεις, επισημαίνοντας πως η επανένωση θα ανοίξει νέους ορίζοντες για την οικονομία, με τις προοπτικές ανάπτυξης να είναι σπουδαίες. Ωστόσο, δεσμεύεται να βοηθήσει την Κύπρο να ετοιμαστεί οικονομικά γι’ αυτή την επανένωση, χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο ενός τέτοιου προγράμματος. 

Η ένωση των δύο αυτών ξεχωριστών οικονομιών, σύμφωνα με το σημείωμα, αναμένεται να φέρει σημαντικά οφέλη, περιλαμβανομένης της προσέλκυσης εγχώριων και ξένων επενδύσεων. Το μέγεθος αυτών των οφελών, θα εξαρτηθεί από συγκεκριμένες παραμέτρους της λύσης, αλλά και των πολιτικών αποφάσεων.

Πώς συνδέεται το φυσικό αέριο;

Το μεγάλο, ανάμεσα στα υπόλοιπα, ερωτηματικό, αφορά στη διασύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στα μελλοντικά έσοδα που θα αποκομίσει η «ενωμένη» Κύπρος, από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων και στο νέο χρέος που θα προκύψει από την ενδεχόμενη είσοδο της χώρας σε ένα νέο δανειακό πρόγραμμα, το οποίο θα έχει στόχο την οικονομική προσαρμογή.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη νομοθεσία που συζητείται στη Βουλή, μετά την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, στην Κύπρο δημιουργείται το Εθνικό Ταμείο Επενδύσεων (Ταμείο Υδρογονανθράκων), στο οποίο θα καταλήγουν τα έσοδα από όλες τις δραστηριότητες που αφορούν στις διαδικασίες, στις έρευνες αλλά κυρίως στην εκμετάλλευση από το φυσικό αέριο. Τα έσοδα αυτά, μέσα από κλιμακούμενες διαδικασίες, προορίζονται για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, ενώ η άντληση μερίσματος από το Ταμείο για χρηματοδότηση του προϋπολογισμού απαγορεύεται, παρά μονό όταν το ύψος του φτάσει στο 30% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη στη συνεδρίαση της Βουλής, όπου είχε συζητηθεί η λειτουργία του Ταμείου, το ποσοστό αυτό θα είναι περίπου στο 1% του ΑΕΠ ετησίως για αναπτυξιακούς και επενδυτικούς σκοπούς.

Όπως είχε διευκρινίσει, εξάλλου, μέχρι το αποθεματικό του ταμείου να φτάσει σε ποσοστό 3% του ΑΕΠ, έτσι ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί και νομικά η σύστασή και η λειτουργία του, τα έσοδα θα επενδύονται σε ποιοτικά ομόλογα ξένων κρατών με χαμηλό ρίσκο και υψηλή πιστοληπτική ικανότητα, όπως αυτά της Γερμανίας.

Έτσι, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα και αν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες πρόνοιες στο μέλλον, ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των εσόδων από την εκμετάλλευση των δραστηριοτήτων του φυσικού αερίου, αναμένεται να καταλήξει σε πληρωμή τόκων ενός νέου μνημονίου και άρα στους πιστωτές, όποιοι κι αν τελικά είναι αυτοί. 

Ποιοι ενδιαφέρονται;

Οι εμπλεκόμενοι στην οικονομική πτυχή της λύσης, όπως προκύπτει και από το σημείωμα της Κομισιόν, είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα. 

Όπως τονίζεται, η ΕΕ μαζί με τη διεθνή κοινότητα, ενδιαφέρονται στο να συνεισφέρουν στην οικονομική ανάπτυξη και των δύο κοινοτήτων μετά τη λύση. Σε αυτό το σημείο, η Κομισιόν υπενθυμίζει τον ρόλο που θα κληθούν να παίξουν τόσο το ΔΝΤ όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα, φορείς οι οποίοι σταθερά επιλέγουν να χρηματοδοτούν μέσω προγραμμάτων περιπτώσεις κρατών που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα κι έρχονται τετ-α-τετ με το ενδεχόμενο της χρεωκοπίας. 

«Η συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οικονομική διακυβέρνηση για την υποστήριξη της διαδικασίας, μαζί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Παγκόσμια Τράπεζα, έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς», αναφέρει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι τώρα όλοι οι εμπλεκόμενοι γνωρίζουν καλύτερα πως η οικονομική και δημοσιονομική βιωσιμότητα μιας ενωμένης Κύπρου είναι απαραίτητες για την ικανότητά της να αναπτυχθεί και να δημιουργηθούν επενδυτικές ευκαιρίες.

Τα εργαλεία υπάρχουν

Τεχνοκρατικές πηγές από τις Βρυξέλλες, μιλώντας στο SigmaLive, αναφέρουν ότι αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί ακόμα, καθότι είναι αρκετά νωρίς για να μπορέσει να συζητηθεί ανοιχτά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά τα τεχνικά εργαλεία υπάρχουν και θα εξαρτηθεί καθαρά από την πολιτική βούληση που θα επιδείξουν οι δυο κοινότητες όταν έρθει εκείνη η ώρα. Την ίδια στιγμή, πηγές που έχουν καλή γνώση των διαδικασιών που ακολουθούνται στο ΔΝΤ, τονίζουν ότι οι μηχανισμοί για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, υπάρχουν. «Δεν βλέπω κανένα λόγο να μην επιθυμεί το Ταμείο να εμπλακεί. Αντιθέτως, υπάρχουν πολλοί λόγοι, ιδιαιτέρως στην παρούσα χρονική συγκυρία, για να δώσει το “παρών” στην Ανατολική Μεσόγειο και μάλιστα εν όψει φυσικού αερίου», υπογραμμίζει η ίδια πηγή. 

Ωστόσο, υπενθυμίζεται ότι από την πλευρά του ψευδοκράτους εγείρονται μια σειρά ζητημάτων, που -εκ των πραγμάτων- βάζουν εμπόδια σε μια τέτοια διαδικασία. Η άρνηση των τραπεζών στα κατεχόμενα να παρέχουν στοιχεία για τις οικονομικές τους καταστάσεις σε Κομισιόν, ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα, η μη συμμόρφωσή των πιστωτικών ιδρυμάτων με τα εποπτικά πλαίσια, η πλήρης εξάρτηση της οικονομίας των κατεχομένων από την τουρκική οικονομία και η τουρκική λίρα η οποία περνάει μια εξαιρετικά άσχημη περίοδο.

(από SigmaLive)