Τα «πολεμικά» αντανακλαστικά της Κίνας ενεργοποιεί η προαναγγελθείσα από τον Ντόναλντ Τραμπ στροφή των ΗΠΑ στον προστατευτισμό: το Πεκίνο συμβουλεύεται ειδικούς για να προχωρήσει σε αντίποινα αν ο Αμερικανός πρόεδρος υλοποιήσει τις απειλές του για δασμούς 45% στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων. Την ίδια στιγμή, το Βερολίνο, που έχει βρεθεί στο στόχαστρο του Αμερικανού προέδρου, εξαιτίας του εμπορικού του πλεονάσματος, προσεγγίζει το Πεκίνο και την Ασία, επιχειρώντας αντισυσπείρωση κατά του Τραμπ

Τα «πολεμικά» αντανακλαστικά της Κίνας ενεργοποιεί η προαναγγελθείσα από τον Ντόναλντ Τραμπ στροφή των ΗΠΑ στον προστατευτισμό: το Πεκίνο συμβουλεύεται ειδικούς για να προχωρήσει σε αντίποινα αν ο Αμερικανός πρόεδρος υλοποιήσει τις απειλές του για δασμούς 45% στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων. Την ίδια στιγμή, το Βερολίνο, που έχει βρεθεί στο στόχαστρο του Αμερικανού προέδρου, εξαιτίας του εμπορικού του πλεονάσματος, προσεγγίζει το Πεκίνο και την Ασία, επιχειρώντας αντισυσπείρωση κατά του Τραμπ.

Σύμβουλοι της κινεζικής κυβέρνησης θεωρούν πιθανότερο να στρέψει η αμερικανική κυβέρνηση τα βέλη της κυρίως στους τομείς της κινεζικής βιομηχανίας, που εμφανίζουν μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα στις συναλλαγές τους με τις ΗΠΑ. Ανάμεσά τους είναι εκείνοι της παραγωγής χάλυβα, ο κλάδος των επιπλώσεων και των κρατικών εταιρειών. Συμβουλεύουν, έτσι, το Πεκίνο να αντιδράσει, στρεφόμενο κατ’ αρχάς σε άλλες χώρες για τις ανάγκες του σε αγροτικά προϊόντα ή σε μηχανολογικό εξοπλισμό και προϊόντα μεταποίησης. Εξετάζει, επίσης, τη δυνατότητα να μειώσει τις εξαγωγές του σε καταναλωτικά είδη, όπως οι συσκευές κινητών τηλεφώνων ή οι φορητοί υπολογιστές. Ενδέχεται επίσης να επιβάλει φόρους ή άλλου είδους περιορισμούς σε όσες αμερικανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Κίνα ή να περιορίσει την πρόσβασή τους στον ταχύτατα αναπτυσσόμενo τομέα των υπηρεσιών της.

Εν αναμονή, όμως, της επίσκεψης του Κινέζου προέδρου στις ΗΠΑ, Σι Τζινπίνγκ, τον Απρίλιο, πηγές προσκείμενες στην κινεζική ηγεσία ανέφεραν στο Reuters ότι η Κίνα εξετάζει ορισμένες κινήσεις ως ενδείξεις καλής θελήσεως: μεταξύ άλλων, προτίθεται να αυξήσει τις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων και τις δικές της τις επενδύσεις στις ΗΠΑ ώστε να προσφέρει θέσεις εργασίας. Εξάλλου, ο Κινέζος πρόεδρος και η Γερμανίδα καγκελάριος δεν χάνουν την ευκαιρία να τονίσουν την απόλυτη πίστη τους στο ελεύθερο εμπόριο. Την περασμένη εβδομάδα συμφώνησαν, σε τηλεφωνική τους συνδιάλεξη, «να εξακολουθήσουν να συνεργάζονται με εμπιστοσύνη» για την ελεύθερη αγορά. Οπως, όμως, επισημαίνει ο Γουάνγκ Γιβέι, πρώην εκπρόσωπος της Κίνας στην Ευρώπη για θέματα εμπορίου, «υπάρχουν ακόμα πολλά εμπόδια όσον αφορά τη συνεργασία των δύο πλευρών». Πριν από 12 χρόνια, η Ευρώπη βρισκόταν σε ένα είδος εμπορικού πολέμου με την Κίνα, εξαιτίας των φθηνών κινεζικών εισαγωγών ειδών ένδυσης που είχαν κατακλύσει τις ευρωπαϊκές αγορές.

Οικονομική διπλωματία

Ενδεικτική της αλλαγής κλίματος στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις ήταν η διατύπωση στο κοινό ανακοινωθέν του G20, στο οποίο δεν υπήρχε αυτή τη φορά η παραδοσιακή ισχυρή στήριξη των μελών του στο ελεύθερο εμπόριο και η συνήθης καταδίκη του προστατευτισμού. Το σχέδιο κοινού ανακοινωθέντος της συνάντησης είχε διαρρεύσει εδώ και αρκετές ημέρες στον Τύπο. Ετσι, πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές ερμήνευσαν την αλλαγή ως επιφύλαξη των χωρών-μελών του G20 για το ενδεχόμενο να αναγκασθούν να καταφύγουν σε αντίποινα αν ο Ντόναλντ Τραμπ στραφεί τελικά στον προστατευτισμό. Σύμφωνα με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, οι συνομιλίες επί του θέματος «περιήλθαν σε αδιέξοδο», επειδή ο Αμερικανός ομόλογός του Στίβεν Μνούτσιν φαινόταν να μην έχει λάβει οδηγίες ώστε να οριστικοποιήσει τη θέση της χώρας του στο πλέον πιεστικό για το G20 θέμα: το ελεύθερο εμπόριο και τον προστατευτισμό. Το κοινό ανακοινωθέν καλεί, πάντως, την Εποπτική Αρχή Τραπεζών της Βασιλείας να οριστικοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις του τραπεζικού κλάδου, στο πλαίσιο της συμφωνίας Βασιλεία ΙΙΙ, χωρίς, όμως, «περαιτέρω αύξηση των απαιτήσεων κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών».

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")