Το μονοπάτι της Τουρκίας προς τη Δύση ήταν πάντα δύσκολο, αλλά η ελπίδα επιβίωσε δεκαετίες πισωγυρισμάτων, γράφει το Editorial των FT. Τι άλλαξε την Κυριακή και ποιες είναι οι εναλλακτικές που απέμειναν.
Δεν υπήρχε ερώτημα τυπωμένο στο χαρτί που παρουσιάστηκε στους Τούρκους ψηφοφόρους στο δημοψήφισμα της Κυριακής, μόνο μια επιλογή, μεταξύ «ναι» και «όχι». Το αποτέλεσμα όμως, μια οριακή και αμφιλεγόμενη νίκη για τον Ερντογάν, είναι σημείο καμπής για την ιστορία του τουρκικού κράτους.
Το νέο Σύνταγμα θα μετατρέψει τον Πρόεδρο σε ένα σύγχρονο σουλτάνο με όλες τις εκτελεστικές εξουσίες χωρίς έλεγχο, δίνοντάς του τη μεγάλη ευκαιρία να ολοκληρώσει την καθυπόταξη των τουρκικών Θεσμών.
Κι’ όμως δεν κέρδισε την εμφατική νίκη που αναζητούσε. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα του έδωσαν μια οριακή πλειοψηφία, κέρδισε το 51% των ψήφων. Σε Αγκυρα και Κωνσταντινούπολη η πλειοψηφία ψήφισε «όχι», ακόμα και σε περιοχές που είναι τα συνήθη προπύργια του κυβερνώντος κόμματος. Οι Κούρδοι στα νοτιοανατολικά απέρριψαντις προτάσεις, παρότι κάποιοι από αυτούς εκτοπισμένοι από τις συγκρούσεις δεν μπόρεσαν να ψηφίσουν. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης απαιτούν επανακαταμέτρηση μετά από μια απόφαση της Ανώτατης Εκλογικής Επιτροπής να αποδεχτεί ψήφους χωρίς την επίσημη σφραγίδα.
Είναι δύσκολο να φανταστούμε τους αξιωματούχους της Εκλογικής Επιτροπής, που τοποθετήθηκαν από την κυβέρνηση, να ανατρέψουν το αποτέλεσμα. Αλλά η διαδικασία αμαυρώθηκε από μια καταφανώς άδικη εκστρατεία που διενεργήθηκε υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης με τα μέσα ενημέρωσης σε καταστολή και την αντιπολίτευση να λαμβάνει οριακό χρόνο προβολής.
Η οριακή αυτή νίκη αφήνει λίγες ελπίδες ότι μπορεί τώρα ο Ερντογάν να υιοθετήσει μια πιο διαλλακτική ή πραγματιστική προσέγγιση, σταματώντας τις εκκαθαρίσεις αντιφρονούντων, επανεκκινώντας τις συζητήσεις με τους Κούρδους και στρεφόμενος στις επί μακρόν παραμελημένες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αντίθετα ο Τούρκος πρόεδρος πιθανότατα θα συμπεράνει ότι οι διχαστικές τακτικές και οι εκκλήσεις του προς τους εθνικιστές απέδωσαν. Η αναμενόμενη κίνηση να επεκτείνει την περίοδο εκτάκτου ανάγκης,η οποία βρίσκεται σε ισχύ μετά το περσινό πραξικόπημα υποδεικνύει ακριβώς αυτό. Αφού ο Ερντογάν πρέπει να κερδίσει μια ακόμα εκλογική αναμέτρηση, το 2019 ή νωρίτερα, για να τεθούν σε πλήρη ισχύ οι νέες διατάξεις, θα κρίνει ότι πλεονεκτεί η μάχη και όχι ο συμβιβασμός.
Αυτό βαθαίνει τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι εταίροι της Τουρκίας. Η αρχική αντίδραση από τις Βρυξέλλες ήταν προσεκτική, καλώντας την Αγκυρα να αναζητήσει περισσότερη ομοφωνία πριν προχωρήσει. Καμία όμως εκδοχή αυτών των συνταγματικών ρυθμίσεων δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με τα κριτήρια ένταξης στην ΕΕ. Η προσπάθεια της Τουρκίας για ένταξη τώρα είναι μια φάρσα.
Ο Ερντογάν ίσως τραβήξει μόνος του την πρίζα, υλοποιώντας την απειλή του να επαναφέρει τη θανατική ποινή, μια κίνηση που θα «σκοτώσει» τη διαδικασία. Αν δεν το κάνει, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ίσως σύντομα αναγκαστούν να πάρουν την πρωτοβουλία. Ωστόσο πρέπει να βρουν τρόπο να επανασχεδιάσουν τις ουσιώδεις συμφωνίες με την Τουρκία στο εμπόριο, την ασφάλεια και το προσφυγικό. Και δεν πρέπει να εγκαταλείψουν το περίπου 50% του πληθυσμού που ψήφισε«όχι»παρά τις πιέσεις και την έλλειψη πληροφόρησης και προσβλέπει στην Ευρώπη για την προστασία των δικαιωμάτων και των δημοκρατικών αρχών.
Ισως είναι πιθανό να αναζητηθούν στενότεροι οικονομικοί δεσμοί αναβαθμίζοντας την τελωνειακή συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, ένα πλαίσιο συναλλαγών που ωστόσο απαιτεί ένα μέτρο πολιτικής ολοκλήρωσης. Είναι ουσιώδες, δεδομένου του τουρκικού δικαστικού συστήματος, για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να επιμείνουν στις προσπάθειες να κρατήσουν την Αγκυρα υπόλογη για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ακόμα κι’ έτσι είναι ένα φτωχό υποκατάστατο για τις ελπίδες που είχαν κάποτε οι Τούρκοι για πλήρη και ισότιμη σχέση με την Ευρώπη. Το μονοπάτι της Τουρκίας προς τη Δύση ήταν πάντα δύσκολο, αλλά η ελπίδα επιβίωσε δεκαετίες πισωγυρισμάτων. Τώρα έχει σβήσει. Αυτό είναι μια τραγωδία για τη χώρα. Ο Ερντογάν προσφέρει διχόνοια όχι μεταρρυθμίσεις ή ανάπτυξη. Είναι ένα χτύπημα για τη δημοκρατία για τις χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία.
Και είναι ένα ακόμα βήμα στην παγκόσμια πορεία για το δημοψηφισματικό δεσποτισμό.
(Πηγή: Euro2day/Financial Times)