Μόνιμη επωδός των αριστερών κομμάτων αλλά, κυρίως, των εκπροσώπων του ΚΚΕ είναι η συχνή αναφορά στην ανάγκη επίδειξης σεβασμού στους αγώνες του ΚΚΕ. Οφείλουμε, όλοι όσοι έχουμε εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα, να αναγνωρίσουμε τους αγώνες των συνδικαλιστικών φορέων τόσο του ΚΚΕ όσο και των υπόλοιπων κομμάτων, κυρίως της Αριστεράς, για τη βελτίωση των όρων εργασίας. Αλλά μέχρι εκεί

Μόνιμη επωδός των αριστερών κομμάτων αλλά, κυρίως, των εκπροσώπων του ΚΚΕ είναι η συχνή αναφορά στην ανάγκη επίδειξης σεβασμού στους αγώνες του ΚΚΕ. Οφείλουμε, όλοι όσοι έχουμε εργαστεί στον ιδιωτικό τομέα, να αναγνωρίσουμε τους αγώνες των συνδικαλιστικών φορέων τόσο του ΚΚΕ όσο και των υπόλοιπων κομμάτων, κυρίως της Αριστεράς, για τη βελτίωση των όρων εργασίας. Αλλά μέχρι εκεί.

Η προσπάθεια επιβολής σταλινικού καθεστώτος – τη στιγμή κατά την οποία είχε ήδη αποφασιστεί, από τους Συμμάχους (της Μόσχας συμπεριλαμβανομένης) η ένταξη της Ελλάδος στον Δυτικό Συνασπισμό – και η διακυβέρνηση της χώρας από τον Νίκο Ζαχαριάδη με την Ο.Π.Λ.Α. (από το 1947 Λαϊκή Πολιτοφυλακή) σε ρόλο υπηρεσίας εσωτερικής ασφαλείας δεν ήταν «αγώνας» παρά μόνον για τους ίδιους τους Κομμουνιστές.

Απόλυτα αποδεκτό το δικαίωμα του οιουδήποτε να αφιερώσει και να προσφέρει τη ζωή του για όποιο σκοπό θέλει. Η προσφορά αυτή, όμως, δεν καθαγιάζει το σκοπό αυτό ούτε δίνει το δικαίωμα στους υποστηρικτές του να αξιώνουν από την ιστοριογραφία να τους δικαιώσει όταν η ίδια η Ιστορία δεν το έχει κάνει…

Η πλειονότητα του ελληνικού λαού, την περίοδο 1944 – 1949 έκανε την επιλογή του και προτίμησε το μικρότερο κακό. Η κολοβωμένη, εξαρτώμενη, επιρρεπής στον έλεγχο και στις παρεμβάσεις Λονδίνου και Ουάσινγκτον, αστική δημοκρατία ήταν προτιμότερη από την εγκαθίδρυση Λαϊκής Δημοκρατίας. Η πλειοψηφία των συμπατριωτών μας, με τη στάση του, επιβεβαίωσε την προαναφερθείσα συμφωνία των Συμμάχων. Δεν μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι ως λαός για την κατάσταση που επικράτησε στη χώρα μετά το 1949 και την μεταχείριση χιλιάδων συμπατριωτών μας αλλά ποια ήταν η εναλλακτική επιλογή;

Παράλληλα, η ΕΔΑ, το 1958, λίγα χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου, κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση προσφέροντας δυνατότητες που οι αντιφρονούντες στα κομμουνιστικά καθεστώτα δεν είχαν μέχρι την πτώση των εκεί καθεστώτων.

Προς τι η αναζωπύρωση δηλώσεων πολιτικών, Αριστερών και Δεξιών, για το παρελθόν; Αντιαισθητικός αντικομουνισμός με αναφορές σε Μελιγαλά, ΕΣΣΔ, Βόρειο Κορέα, Βενεζουέλα, Κάστρο οι μεν. Λόγος ταξικός, διχαστικός, διεθνιστική εμμονή με λαθρομετανάστες, φανατική υποστήριξη «πάσης φύσεως δικαιωμάτων πάσης φύσεως μειονότητας», αντικληρικαλισμός και άθλια προπαγάνδα εναντίον της Εκκλησίας, μένος για την ιστορική ταυτότητα και τα βιώματα του Έθνους οι δε. Αμφότεροι πουλάνε εθνικοφροσύνη και ταξική αλληλεγγύη εκποιώντας τη χώρα και εξαθλιώνοντας τους πολίτες της.

Ιδιαίτερα, ορισμένοι της δεξιάς παράταξης δεν έχουν καταλάβει, οι καημένοι, ότι αντίπαλος πλέον δεν είναι το ΚΚΕ αλλά τα τέκνα της Σχολής της Φρανκφούρτης και οι παραφυάδες τους που έχουν εξαπλωθεί παντού. Ακόμα και στο ίδιο τους το κόμμα…

Η ειρωνεία είναι ότι σε αυτή τη συζήτηση μετέχουν- πολλές φορές με φανατισμό – και άτομα μικρής ηλικίας, οι θυσίες των προγόνων των οποίων τους έχουν προσφέρει ζηλευτό επίπεδο διαβίωσης μην έχοντας, ευτυχώς, τα σκληρά βιώματα περασμένων γενεών. Φιλόδοξα μειράκια, εκατέρωθεν, αναζητούντα πολιτικό ρόλο. Μειράκια πολλά εκ των οποίων δεν ήταν άξια να κάνουν μια κανονική θητεία περνώντας τον καιρό τους στην αττική γη ή κάπου κοντά στην πατρική στέγη. Κνώδαλα, τα οποία έχουν άγνοια του κακού το οποίο μπορούν να προξενήσουν όταν ξερνάνε μίσος για τους συμπατριώτες τους στην άλλη πλευρά, όταν φαντάζονται ένοπλη ρήξη, μάχες και πολιτοφυλακές. Χρήσιμοι ηλίθιοι στους σχεδιασμούς του εκάστοτε τρίτου για την αποδυνάμωση της χώρας.

Το αδιέξοδο που δημιουργείται από την εφαρμογή της ίδιας μνημονιακής πολιτικής «αναγκάζει» αμφότερους να κοιτάζουν προς το παρελθόν, και μάλιστα την περίοδο του Εμφυλίου, για να νομιμοποιήσουν την πολιτική τους παρουσία ενισχύοντας την ροπή των συμπατριωτών μας για διάσπαση και αποπροσανατολίζοντας την κοινωνία από το πρώτιστο καθήκον της φανατικής προσήλωσης τόσο στην απεξάρτηση και οικονομική ανασυγκρότηση, όσο και στην ολοένα εντεινόμενη αβεβαιότητα και πίεση από γειτονικά αναθεωρητικά κράτη.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν αποδοχή ενός πολιτικού πλαισίου επιβαλλόμενης συναίνεσης για χάριν μιας ανούσιας, ψευδεπίγραφης επίφασης πολιτικού πολιτισμού. Η πολιτική είναι μάχη. Είναι πολεμική. Αυτή είναι η φύση της. Από τις αποφάσεις της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας επηρεάζονται οι ζωές εκατομμυρίων.

Αγώνας επιβολής αντιτιθέμενων θέσεων. Αγώνας, όμως, για τα θεμελιώδη όχι χρήση της ιστορίας προς νομιμοποίηση μιας αδιέξοδης πολιτικής. Πως θα απεξαρτηθεί η χώρα από τις δουλείες των Μνημονίων; Πως θα καταλήξει σε ένα παραγωγικό μοντέλο το οποίο θα ενσωματώνει την ιδιωτική πρωτοβουλία, την κρατική εποπτεία, νέα συνεργατικά σχήματα όντας φιλικό προς το περιβάλλον και το οποίο θα αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα και τις ιδιαιτερότητες της πατρίδας μας; Πως θα αντιμετωπιστεί ο δημογραφικός μαρασμός; Ποια στρατηγική απαιτείται για την ακύρωση της αναθεωρητικής πολιτικής Άγκυρας και Τιράνων; Πως θα επανομιμοποιηθεί η έννοια του δημοσίου συμφέροντος; Και πολλά άλλα…

Ίσως, η ενασχόληση με την παρελθοντολογία να είναι η παραδοχή ενός ανίκανου πολιτικού προσωπικού να αντιμετωπίσει τις τωρινές απαιτήσεις ανόρθωσης της χώρας. Ασχολούνται με περασμένες εποχές και αμφότεροι εξαργυρώνουν πολιτικά τη ζωή και τη δράση ανθρώπων, οι οποίοι έζησαν σε πολύ χειρότερες συνθήκες που οι ίδιοι αδυνατούν να κατανοήσουν και στις οποίες δεν θα μπορούσαν να σταθούν. Άνθρωποι οι περισσότεροι των οποίων έχουν φύγει από τη ζωή και σε όποια μεριά και αν βρέθηκαν, και ότι κακό και να έπραξαν έχουν, από καιρό, καταβάλει το κόστος των πράξεων τους.

Αφήστε τους να ησυχάσουν…

(www. inspol. gr - πρώτη ανάρτηση στο Political Doubts, 9 Ιουνίου 2017)