Τα Ελληνικά Κοιτάσματα και η Πανανθρώπινη Κληρονομιά του κ. Γιλντιρίμ

Τα Ελληνικά Κοιτάσματα και η Πανανθρώπινη Κληρονομιά του κ. Γιλντιρίμ
energia.gr
Παρ, 23 Ιουνίου 2017 - 13:44
Ο κ. Μπιναλί Γιλντιρίμ είναι ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, υπό τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, που την περασμένη Δευτέρα (19/6) επισκέφτηκε την Αθήνα. Κατά την διάρκεια της σύντομης πράγματι παραμονής του στην Αθηναϊκή πρωτεύουσα ο Τούρκος αξιωματούχος είχε σειρά επαφών με την Κυβέρνηση και ιδιαίτερα με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Στις συζητήσεις τους αναπόφευκτα εθίγη και το θέμα των ερευνών υδρογονανθράκων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όπου ως γνωστό η Τουρκία διεκδικεί εδώ και χρόνια εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου περιοχές τις οποίες και δεν δικαιούται βάση των προβλέψεων το (νέου) Διεθνούς Δικαίου της θάλασσας (ΝΔΔΘ), την ισχύ του οποίου δεν αναγνωρίζει η Τουρκία παρά το γεγονός ότι αυτό έχει καταστεί πλέον επίσημο διεθνές δίκαιο με οικουμενική ισχύ. Κατά την διάρκεια των συνομιλιών του με τον Αλέξη Τσίπρα ο Τούρκος πρωθυπουργός μεταξύ άλλων δήλωσε ότι « Στην Ανατολική Μεσόγειο έχουμε το μεγάλο θέμα της χρήσεως των πηγών ενέργειας. Πηγές ενέργειας, που δεν είναι παρά μια πανανθρώπινη κληρονομιά. Είναι πηγές που ανήκουν σε όλη την ανθρωπότητα και πρέπει να γίνουν εργασίες, ώστε να μην περιορίζονται οι προσπάθειες αυτές με την Κύπρο και με άλλες χώρες», υπονοώντας σαφώς ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ενδώσει στις διεκδικήσεις της Τουρκίας αποδεχόμενη αγόγγυστα τις όποιες απαιτήσεις της τελευταίας στην χάραξη θαλάσσιων συνόρων που την ευνοούν κατά παρέκκλιση των προβλεπόμενων από ΝΔΔΘ

Ο κ. Μπιναλί Γιλντιρίμ είναι ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, υπό τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, που την περασμένη Δευτέρα (19/6) επισκέφτηκε την Αθήνα. 

Κατά την διάρκεια της σύντομης πράγματι παραμονής του στην Αθηναϊκή πρωτεύουσα ο Τούρκος αξιωματούχος είχε σειρά επαφών με την Κυβέρνηση και ιδιαίτερα με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Στις συζητήσεις τους αναπόφευκτα εθίγη και το θέμα των ερευνών υδρογονανθράκων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όπου ως γνωστό η Τουρκία διεκδικεί εδώ και χρόνια εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου περιοχές τις οποίες και δεν δικαιούται βάση των προβλέψεων το (νέου) Διεθνούς Δικαίου της θάλασσας (ΝΔΔΘ), την ισχύ του οποίου δεν αναγνωρίζει η Τουρκία παρά το γεγονός ότι αυτό έχει καταστεί πλέον επίσημο διεθνές δίκαιο με οικουμενική ισχύ. 

Κατά την διάρκεια των συνομιλιών του με τον Αλέξη Τσίπρα ο Τούρκος πρωθυπουργός μεταξύ άλλων δήλωσε ότι «Στην Ανατολική Μεσόγειο έχουμε το μεγάλο θέμα της χρήσεως των πηγών ενέργειας. Πηγές ενέργειας, που δεν είναι παρά μια πανανθρώπινη κληρονομιά. Είναι πηγές που ανήκουν σε όλη την ανθρωπότητα και πρέπει να γίνουν εργασίες, ώστε να μην περιορίζονται οι προσπάθειες αυτές με την Κύπρο και με άλλες χώρες», υπονοώντας σαφώς ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ενδώσει στις διεκδικήσεις της Τουρκίας αποδεχόμενη αγόγγυστα τις όποιες απαιτήσεις της τελευταίας στην χάραξη θαλάσσιων συνόρων που την ευνοούν κατά παρέκκλιση των προβλεπόμενων από ΝΔΔΘ.

Όπως έγινε γνωστό ο κ. Τσίπρας σιώπησε στην πρόκληση Γιλντιρίμ χαρακτηρίζοντας μεν «δρόμο της ενέργειας» την Ελλάδα (σε ερώτηση για την συμμαχία Κύπρου – Ελλάδος – Ισραήλ), ωστόσο δεν βρήκε μια λέξη να σχολιάσει την καινοφανή θεωρία Γιλντιρίμ, ότι «οι πηγές ενέργειες σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο είναι- άκουσον άκουσον – πανανθρώπινη κληρονομιά. Ούτε καν τον όρο «Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας» δεν ψέλλισε ο κ. Πρωθυπουργός για να μην φέρει σε δύσκολή θέση τον υψηλό επισκέπτη του. Όμως θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η Τουρκία, και οι Τούρκοι πολιτικοί ειδικότερα, δεν θίγονται τόσο εύκολα ούτε έχουν ευαισθησίες και καλούς τρόπους όταν επισκέπτονται ξένες χώρες (βλέπε το πολύ πρόσφατο παράδειγμα της επίσκεψης Ερντογάν στην Ουάσιγκτον και τον άγριο ξυλοδαρμό που επεφύλασσαν άνδρες της ασφάλειάς του κατά ειρηνικών διαδηλωτών και περαστικών!)

Και όλα αυτά τα ωραία λαμβάνουν χώρα ενα μήνα πριν αρχίσουν οι πολυεθνικές εταιρείες έρευνες για την εξόρυξη πετρελαίου στις κυπριακές παραχωρήσεις στην ΑΟΖ της Μεγαλονήσου. Για τις 15 Ιουλίου έχει προσδιοριστεί η έναρξις γεωτριτικών ερευνών από την Γαλλική Total. Δεύτερον, σε μια εποχή που οι Τούρκοι (σε συνεργασία με τους Βρετανούς, οι οποίοι επιχειρούν να καλύψουν το αμερικανικό κενό στην γείτονα) συνδέουν την πρόοδο του Κυπριακού με την αναβολή της πραγματοποιήσεως των ερευνών στην Κυπριακή ΑΟΖ. Τρίτον, λίγες μέρες μετά την έλευση του αμερικανικού κολοσσού ExonMobil στην Ελλάδα, ο οποίος εδήλωσε επίσημο ενδιαφέρον για έρευνες για πετρέλαιο – φυσικό αέριο όπου στόχος είναι να «τρυπήσει» τον βυθό εντός της ελληνικής ΑΟΖ νοτίως της Κρήτης αλλά και στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κάσου και Κρήτης, όπου έχουν εντοπισθεί αξιόλογα κοιτάσματα. Στην Ανατολική Μεσόγειο δηλαδή.

Βέβαια ο Τούρκος πρωθυπουργός βρίσκει το πεδίο εντελώς ελεύθερο και προβαίνει σε τέτοιες δηλώσεις για τον απλούστατο λόγο, ότι υπό την επήρεια της μνημειώδους δήλωσης του Α. Παπανδρέου «Δεν εκχωρούμε τίποτα δεν διεκδικούμε τίποτα», η Ελληνική διπλωματία και πολιτεία γενικότερα έχει εγκλωβιστεί σε μια ατέρμονη ακινησία. Όμως όπως πρόσφατα υποστηρίξαμε μέσα από αυτή την στήλη (βλέπε σχόλιο μας της 12/6) η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να διεκδικήσει την επέκταση των χωρικών της υδάτων από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια όπως δικαιούται να πράξει βάση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Μια κίνηση που διασφαλίζει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα ενώ συγχρόνως αυξάνει θεαματικά την επιφάνεια των θαλασσίων περιοχών όπου μπορούμε να διεξάγουμε έρευνες.

Δικαιολογία ως τώρα για την αποφυγή επέκτασης των χωρικών μας υδάτων υπήρξε το γνωστό casus belli της Τουρκίας η οποία δια νομοθετικής ρύθμισης το 1991 απεφάνθη ότι θα το θεωρήσει εχθρική πράξη εάν η Ελλάδα απεπειράτο να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα πέρα των 6 ν.μ. Όμως, υπό το φως των έως τώρα εξελίξεων (κυρίως της παγκόσμιας πλέον αποδοχής και ισχύος του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας) και της εμπειρίας από άλλα κράτη που αντιμετώπισαν παρόμοιες καταστάσεις, τα επιχειρήματα της Άγκυρας μόνο ως έωλα μπορούν να χαρακτηριστούν και άρα να καταπέσουν ασυζητητί στο διεθνές ναυτικό δικαστήριο του Αμβούργου, του μόνου υπευθύνου οργάνου, όπως έχει ορισθεί από τα Ηνωμένα Έθνη, για εκδίκαση υποθέσεων που σχετίζονται με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.