Ο πιο πρόσφατος οδικός χάρτης προς ένα ενεργειακό μέλλον εξ ολοκλήρου τροφοδοτούμενο από ανανεώσιμες πηγές καταρτίστηκε από την ομάδα του Mark Z. Jacobson του Πανεπιστημίου του Stanford και αποτελεί το πλέον συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε αυτόν περιγράφονται οι αλλαγές στις υποδομές που μπορούν να υιοθετήσουν 139 χώρες προκειμένου να καλύψουν εξ ολοκλήρου τις ενεργειακές τους ανάγκες από τον άνεμο, το νερό και την ηλιακή ακτινοβολία έως το 2050, αφού προηγουμένως όλοι οι τομείς ενέργειας στραφούν στην τροφοδότησή τους με ηλεκτρική ενέργεια.

Ο πιο πρόσφατος οδικός χάρτης προς ένα ενεργειακό μέλλον εξ ολοκλήρου τροφοδοτούμενο από ανανεώσιμες πηγές καταρτίστηκε από την ομάδα του Mark Z. Jacobson του Πανεπιστημίου του Stanford και αποτελεί το πλέον συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε αυτόν περιγράφονται οι αλλαγές στις υποδομές που μπορούν να υιοθετήσουν 139 χώρες προκειμένου να καλύψουν εξ ολοκλήρου τις ενεργειακές τους ανάγκες από τον άνεμο, το νερό και την ηλιακή ακτινοβολία έως το 2050, αφού προηγουμένως όλοι οι τομείς ενέργειας στραφούν στην τροφοδότησή τους με ηλεκτρική ενέργεια.

Μια τέτοια μετάβαση θα μπορούσε να σημαίνει:

  • μικρότερη παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας λόγω της υψηλής αποδοτικότητας της καθαρής, ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας,
  • καθαρή αύξηση μεγαλύτερη των 24 εκατομμυρίων στις θέσεις μακροχρόνιας εργασίας,
  • μείωση κατά 4-7 εκατομμύρια ετησίως στους θανάτους από την ατμοσφαιρική ρύπανση,
  • σταθεροποίηση των τιμών της ενέργειας και
  • ετήσια εξοικονόμηση άνω των 20 τρισεκατομμυρίων δολαρίων στις δαπάνες για την υγεία και το κλίμα.

Η πρόκληση της μετάβασης του πλανήτη σε ένα μέλλον με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και μάλιστα έγκαιρα ώστε να αποφευχθεί η επιδείνωση της υπερθέρμανσης και να δημιουργηθούν ενεργειακά αυτάρκεις χώρες είναι μια από τις μεγαλύτερες της εποχής μας. Οι οδικοί χάρτες που αναπτύχθηκαν από την ομάδα του Jacobson περιλαμβάνουν έναν πιθανό προορισμό - στόχο. Για κάθε μία από τις 139 χώρες, εκτιμώνται:

  • οι ακατέργαστοι ανανεώσιμοι ενεργειακοί πόροι που είναι διαθέσιμοι σε κάθε χώρα,
  • ο αριθμός των γεννητριών με βάση την αιολική και την ηλιακή ενέργεια και το νερό που χρειάζονται για να επιτευχθεί ενεργειακή κάλυψη από ΑΠΕ κατά 80% έως το 2030 και κατά 100% έως το 2050,
  • το εμβαδόν γης και η επιφάνεια οροφών που θα απαιτούσαν αυτές οι πηγές ενέργειας (μόνο το 1% του συνόλου είναι διαθέσιμο, με το μεγαλύτερο μέρος αυτού να αντιστοιχεί στον ελεύθερο χώρο μεταξύ των ανεμογεννητριών που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πολλαπλές εφαρμογές) και
  • πώς αυτή η προσέγγιση θα μείωνε τη ζήτηση και το κόστος ενέργειας σε σύγκριση με τις αντίστοιχες παρούσες, συνήθεις τιμές.

«Τόσο τα άτομα, όσο και οι κυβερνήσεις μπορούν να πρωτοστατήσουν σε αυτή την αλλαγή. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συνήθως δε θέλουν να δεσμευτούν στο να κάνουν κάτι εκτός εάν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα που να πιστοποιούν ότι αυτό είναι εφικτό. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε εμείς», λέει ο Jacobson, διευθυντής του Προγράμματος για την Ατμόσφαιρα και την Ενέργεια του Πανεπιστημίου του Stanford και συνιδρυτής του Solutions Project, μιας μη κερδοσκοπικής εταιρείας των ΗΠΑ που ενημερώνει το ευρύ κοινό και τους πολιτικούς παράγοντες σχετικά με τη μετάβαση σε 100% καθαρή και ανανεώσιμη ενέργεια. «Υπάρχουν και άλλα σενάρια. Δεν υποστηρίζουμε ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος με τον οποίο μπορούμε να επιτύχουμε τη μετάβαση αυτή. Ωστόσο, η ύπαρξη ενός οδικού χάρτη δίνει μία κατεύθυνση στους ανθρώπους».

Οι αναλύσεις εξέτασαν ειδικά για κάθε χώρα τους κλάδους της ηλεκτρικής ενέργειας, των μεταφορών, της θέρμανσης και ψύξης, της βιομηχανίας και τον πρωτογενή τομέα (γεωργία, δασοκομία, αλιεία). Οι 139 χώρες επελέγησαν λόγω της διαθεσιμότητας δεδομένων από τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) και εξαιτίας του ότι οι αθροιστικές τους εκπομπές αντιστοιχούν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 99% επί του συνόλου του διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως. Μεταξύ των χωρών αυτών, όσες παρουσιάζουν μεγαλύτερο λόγο έκτασης γης προς πληθυσμό (π.χ. ΗΠΑ, Κίνα, Ευρωπαϊκή Ένωση) αναμένεται να μπορούν με τη μεγαλύτερη ευκολία να μεταβούν στην τροφοδότηση κατά 100% από τον άνεμο, το νερό και την ηλιακή ενέργεια. Ένα ακόμη συμπέρασμα είναι ότι τα μέρη όπου η μετάβαση ενδέχεται να συναντήσει τις μεγαλύτερες δυσκολίες είναι μικρές χώρες με μεγάλο πληθυσμό, οι οποίες περιβάλλονται σε μεγάλο ποσοστό από ωκεανούς, όπως η Σιγκαπούρη. Στις περιπτώσεις αυτές, η πλήρης ενεργειακή μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενδέχεται να απαιτήσει επενδύσεις σε υπεράκτιες ηλιακές μονάδες.

 

Προς ένα μέλλον απαλλαγμένο από τον άνθρακα

Ως αποτέλεσμα της μετάβασης, οι οδικοί χάρτες προβλέπουν μια σειρά από επακόλουθα οφέλη. Για παράδειγμα, εξαλείφοντας τη χρήση πετρελαίου, φυσικού αερίου και ουρανίου, εξαλείφεται επίσης η ενέργεια που συνδέεται με την εξόρυξη, τη μεταφορά και τη διύλιση των καυσίμων αυτών, μειώνοντας την παγκόσμια ζήτηση ενέργειας κατά περίπου 13%. Δεδομένου ότι η ηλεκτρική ενέργεια είναι περισσότερο αποδοτική από την καύση ορυκτών καυσίμων, η ζήτηση αναμένεται να μειωθεί επιπλέον κατά 23%. Οι αλλαγές στις υποδομές θα σηματοδοτούσαν επίσης ότι οι χώρες δε θα ήταν αναγκασμένες να εξαρτώνται η μία από την άλλη για ορυκτά καύσιμα, μειώνοντας, έτσι, ενδεχομένως τη συχνότητα των διεθνών συγκρούσεων για ενεργειακά συμφέροντα. Τέλος, οι πληθυσμοί που ζουν σήμερα σε φτωχές ενεργειακά περιοχές θα αποκτήσουν πρόσβαση σε άφθονη καθαρή και ανανεώσιμη ενέργεια.

«Πέραν της μείωσης των εκπομπών, της αποφυγής της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 1,5 βαθμό Κελσίου και της έναρξης της διαδικασίας καθαρισμού της γήινης ατμόσφαιρας από το διοξείδιο του άνθρακα, η μετάβαση στην ανανεώσιμη ενέργεια βάσει του συγκεκριμένου οδικού χάρτη εξαλείφει τα 4 έως 7 εκατομμύρια θανάτους ετησίως εξαιτίας της ρύπανσης της ατμόσφαιρας και δημιουργεί πάνω από 24 εκατομμύρια θέσεις μακροχρόνιας πλήρους απασχόλησης», υποστηρίζει ο Jacobson. «Το διαφορετικό μεταξύ αυτής της μελέτης και άλλων μελετών που έχουν προτείνει λύσεις είναι ότι προσπαθούμε να εξετάσουμε όχι μόνο τα κλιματικά οφέλη από τη μείωση του άνθρακα, αλλά και τα οφέλη που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση, την απασχόληση και τη μείωση του οικονομικού κόστους».

Ο στόχος για 100% καθαρή, ανανεώσιμη ενέργεια έχει δεχθεί επικρίσεις λόγω του γεγονότος ότι εστιάζει μόνο στον άνεμο, το νερό και την ηλιακή ενέργεια και αποκλείει την πυρηνική ενέργεια, τον «καθαρό άνθρακα» και τα βιοκαύσιμα. Ωστόσο, οι ερευνητές αποκλείουν σκόπιμα την πυρηνική ενέργεια εξαιτίας των 10-19 ετών μεταξύ σχεδιασμού και λειτουργίας, του υψηλού κόστους, των περιστατικών τήξεων των πυρήνων ορισμένων αντιδραστήρων, της διάδοσης της τεχνολογίας των πυρηνικών όπλων και των κινδύνων από τη διαχείριση των αποβλήτων. Ο «καθαρός άνθρακας» και τα βιοκαύσιμα δεν εξετάζονται επειδή εκπέμπουν πάνω από 50 φορές περισσότερο άνθρακα ανά μονάδα ενέργειας από τον άνεμο, το νερό ή την ηλιακή ενέργεια και εξαιτίας του ότι αμφότερα προκαλούν έντονη ατμοσφαιρική ρύπανση, την οποία ο Jacobson και οι συνεργάτες του επιδιώκουν να εξαλείψουν.

Άλλο σημείο κριτικής του οδικού χάρτη των ερευνητών του Stanford αποτελούν οι τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται για τη μετάβαση μιας χώρας στον επιθυμητό στόχο. Ο Jacobson αναφέρει ότι το συνολικό κόστος για το κοινωνικό σύνολο (κόστος σε ενέργεια, υγεία και κλίμα) του προτεινόμενου συστήματος ισοδυναμεί με το ένα τέταρτο του κόστους του σημερινού συστήματος ορυκτών καυσίμων.

«Φαίνεται ότι μπορούμε να επιτύχουμε τα τεράστια κοινωνικά οφέλη ενός ενεργειακού συστήματος μηδενικών εκπομπών χωρίς ουσιαστικά κανένα πρόσθετο κόστος", λέει ο συν-συγγραφέας Mark Delucchi, ερευνητής στο Ινστιτούτο Συγκοινωνιακών Μελετών του Πανεπιστημίου Berkeley της Καλιφόρνιας. «Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι τα οφέλη είναι τόσο μεγάλα που θα πρέπει να επιταχύνουμε τη μετάβαση στον άνεμο, το νερό και την ηλιακή ενέργεια, όσο το δυνατόν γρηγορότερα, εγκαταλείποντας σύντομα τα συστήματα ορυκτών καυσίμων όπου είναι εφικτό».