Εμφανές το Έλλειμμα Στρατηγικής Καθώς Αλλάζει Αρδην το Ελληνικό Ενεργειακό Τοπίο

Για όσους παρακολουθούν -έστω και επιφανειακά- τα ενεργειακά πράγματα στην Ελλάδα, ασφαλώς και δεν αποτελεί είδηση η διαπίστωση ελλείμματος στρατηγικής που υφίσταται εδώ και πολλά χρόνια στον ενεργειακό τομέα στην Ελλάδα. Αυτό το έλλειμμα στρατηγικής κατεύθυνσης και την απουσία οράματος έχουν επισημάνει αρκετές φορές πολλοί και έγκυροι μελετητές και καταξιωμένα στελέχη της αγοράς. Όμως, καθώς εισερχόμεθα στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας και τα πάντα -ή σχεδόν τα πάντα- αλλάζουν στην εγχώρια ενεργειακή αγορά και μάλιστα με γεωμετρική πρόοδο, και ως το τέλος του νέου έτους που τώρα μόλις ξεκίνησε τίποτε δε θα είναι το ίδιο, το έλλειμμα αυτό αρχίζει και γίνεται εμφανές και δια γυμνού οφθαλμού και ήδη έχει αρχίσει να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς. Το διαπιστώσαμε πέρυσι με την παραλίγο κατάρρευση του ενεργειακού συστήματος της χώρας λόγω των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών και την έλλειψη πρόνοιας, από πλευράς Πολιτείας, για την ύπαρξη επαρκών προβλέψεων, κυρίως αποθηκευτικών υποδομών
energia.gr
Δευ, 8 Ιανουαρίου 2018 - 08:58

Για όσους παρακολουθούν -έστω και επιφανειακά- τα ενεργειακά πράγματα στην Ελλάδα, ασφαλώς και δεν αποτελεί είδηση η διαπίστωση ελλείμματος στρατηγικής που υφίσταται εδώ και πολλά χρόνια στον ενεργειακό τομέα στην Ελλάδα. Αυτό το έλλειμμα στρατηγικής κατεύθυνσης και την απουσία οράματος έχουν επισημάνει αρκετές φορές πολλοί και έγκυροι μελετητές και καταξιωμένα στελέχη της αγοράς. Όμως, καθώς εισερχόμεθα στο τέλος της τρέχουσας δεκαετίας και τα πάντα -ή σχεδόν τα πάντα- αλλάζουν στην εγχώρια ενεργειακή αγορά και μάλιστα με γεωμετρική πρόοδο, και ως το τέλος του νέου έτους που τώρα μόλις ξεκίνησε τίποτε δε θα είναι το ίδιο, το έλλειμμα αυτό αρχίζει και γίνεται εμφανές και δια γυμνού οφθαλμού και ήδη έχει αρχίσει να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς.

Το διαπιστώσαμε πέρυσι με την παραλίγο κατάρρευση του ενεργειακού συστήματος της χώρας λόγω των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών και την έλλειψη πρόνοιας, από πλευράς Πολιτείας, για την ύπαρξη επαρκών προβλέψεων, κυρίως αποθηκευτικών υποδομών. Το διαπιστώνουμε εφέτος με την ‘αιφνίδια’ συρρίκνωση της ΔΕΗ -ιδίως μετά την απώλεια του ΑΔΜΗΕ και την αναγκαστική εκποίηση του παραγωγικού της δυναμικού- με κίνδυνο την πλήρη αποδιοργάνωση του βασικού ενεργειακού πυλώνα της χώρας, αλλά και με την απαράδεκτη αργοπορία στην κατασκευή του διασυνδετήριου Ελληνο-Βουλγαρικού αγωγού, με κίνδυνο την υποβάθμιση του (εν τη γένεσει) κομβικού ρόλου της χώρας στην διαχείριση και προώθηση ποσοτήτων φυσικού αερίου προς βορρά. Αφού κινδυνεύουμε να ολοκληρωθεί η κατασκευή του αγωγού ΤΑP, ακόμη και του πλωτού (FSRU) τέρμιναλ LNG στην Αλεξανδρούπολη και να μην υπάρχει η απαραίτητη υποδομή για την προώθηση των νέων ποσοτήτων αερίου που θα εισρεύσουν στο σύστημα. Και ας μην μιλήσουμε για την απαράδεκτη κατάσταση στον χώρο των ΑΠΕ, όπου αρκετά μεγάλα έργα, τόσο στην αιολική ενέργεια όσο και στα φωτοβολταϊκά ή στη γεωθερμία, μένουν κυριολεκτικά στο ράφι και κατά τα φαινόμενα δεν πρόκειται να υλοποιηθούν, αφού, λόγω αδυναμίας παρέμβασης της Πολιτείας, (δηλ. έλλειψης επαρκούς νομοθετικού πλαισίου) δεν μπορούν να ξεπεραστούν οι γνωστές αγκυλώσεις, μέσω υπόπτων προσφύγων στο ΣτΕ, που εδώ και χρόνια ταλαιπωρούν και εμποδίζουν συστηματικά όλες τις μεγάλες και σοβαρές επενδύσεις.

Για το παρατηρούμενο σήμερα έλλειμμα στρατηγικής και οράματος ασφαλώς και δε φταίει η σημερινή κυβέρνηση, της οποίας το πρωταρχικό μέλημα ήταν, και δυστυχώς παραμένει, η διαχείριση καταστάσεων στο πλαίσιο των μνημονιακών υποχρεώσεων, ενώ τελευταία -κυρίως μέσω της ΡΑΕ- έχει δρομολογήσει τις διαδικασίες για την κατάρτιση ενός μακροπρόθεσμου ενεργειακού σχεδιασμού. Βέβαια, το ίδια επιχείρημα, δηλ. των μνημονιακών υποχρεώσεων και περιχαρακωμένης πορείας επικαλούνται και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις από το 2010 και μετά (αν και η ύπαρξη μνημονίων ουδόλως εμπόδιζε το πολιτικό προσωπικό από το να ασχοληθεί με τη μελέτη και υιοθέτηση ενός στρατηγικού σχεδιασμού) για να δικαιολογήσουν την πλήρη αδράνεια τους. Και ασφαλώς αρκετοί από τους πολιτικούς υπεύθυνους θα υποστηρίξουν ότι επί των ημερών τους και ενεργειακό σχεδιασμό διέθετε η χώρα και ξεκάθαρους στόχους είχε (κυρίως στον χώρο των υποδομών και σχεδίασης της αγοράς), συγχέοντας προφανώς τη ‘στρατηγική’ με την εξωστρέφεια και τη διαχείριση τρεχουσών υποθέσεων.

Σήμερα που η ευρωπαϊκή και διεθνής συγκυρία διαμορφώνουν το πλαίσιο της νέας αγοράς και η Ελλάδα σέρνεται κυριολεκτικά πίσω από τις εξελίξεις, ενώ η κυβέρνηση δείχνει να καταλαβαίνει το επερχόμενο κύμα αλλαγών, γι' αυτό και επισπεύδει το θέμα του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού,παράλληλα έχει μια μοναδική ευκαιρία να τοποθετηθεί σε στρατηγική βάση θέτοντας αυτή, σε συνεργασία με τα άλλα πολιτικά κόμματα και τους θεσμοθετημένους φορείς της αγοράς, ρεαλιστικούς στόχους, για το πού επιθυμούμε να είμαστε την επόμενη πενταετία, δεκαετία ή και εικοσαετία. Η δε θεσμοθέτηση στρατηγικών στόχων αποτελεί μια παράλληλη διαδικασία με αυτή του μακροπρόθεσμου ενεργειακού σχεδιασμού όπου εδώ αναπόφευκτα υπεισέρχονται και θέματα εξωτερικής πολιτικής, ευρωπαϊκών σχέσεων, ευρύτερου σχεδιασμού της οικονομίας, ενώ προϋποθέτει μια άριστη γνώση των αγορών και της δυναμικής που τις χαρακτηρίζει.