Έφυγε σήμερα από τη ζωή ο Άγγελος Δεληβορριάς, μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της πνευματικής ζωής του τόπου, σε ηλικία 81 ετών. Ο θρυλικός, επί 41 χρόνια διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, ακαδημαϊκός, Άγγελος Δεληβορριάς, εισήχθη στο νοσοκομείο από τη Μεγάλη Πέμπτη έπειτα από πνευμονικό οίδημα και υποβλήθηκε σε επέμβαση στην καρδιά. Η κατάσταση της υγείας του, ωστόσο, επιδεινώθηκε

Έφυγε σήμερα από τη ζωή ο Άγγελος Δεληβορριάς, μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της πνευματικής ζωής του τόπου, σε ηλικία 81 ετών.

Ο θρυλικός, επί 41 χρόνια διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, ακαδημαϊκός, Άγγελος Δεληβορριάς, εισήχθη στο νοσοκομείο από τη Μεγάλη Πέμπτη έπειτα από πνευμονικό οίδημα και υποβλήθηκε σε επέμβαση στην καρδιά. Η κατάσταση της υγείας του, ωστόσο, επιδεινώθηκε.

O Άγγελος Δεληβορριάς είχε γεννηθεί το 1937. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας και μετεκπαιδεύθηκε στη Γερμανία, στο Πανεπιστήμιο του Freiburg. Κατά την περίοδο 1965-1969 υπηρέτησε ως επιμελητής αρχαιοτήτων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και ακολούθως μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στο Tübingen, από το Πανεπιστήμιο του οποίου πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1972. Το 1972-1973, παρακολούθησε συναφή μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και στην École Pratique des Hautes Études, αναλαμβάνοντας εν συνεχεία τη διεύθυνση του Μουσείου Μπενάκη, όπου παρέμεινε από το 1973 μέχρι το 2015. Το 1992 είχε εκλεγεί τακτικός καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου δίδαξε Ιστορία της Τέχνης έως το 2005.

Το συγγραφικό του έργο καλύπτει ζητήματα Κλασικής Αρχαιολογίας, Ιστορίας της Τέχνης, Μουσειολογίας και παραδοσιακού πολιτισμού.

Δεν ήταν μόνο ένας διακεκριμένος Πανεπιστημιακός με σπάνιες γνώσεις αλλά και αυτός που ανέδειξε όλες τις πλευρές του ελληνικού πολιτισμού-από την αρχαία γλυπτική μέχρι τη σύγχρονη μοντέρνα τέχνη.

Γεννημένος το 1937 υπήρξε η κατεξοχήν φιγούρα του αστού που αγάπησε τα βιβλία και τα φώτα τους: «Μεγαλώσαµε σε ένα σπίτι µε πάρα πολλά βιβλία. Ο πατέρας µου µας µετέδωσε την αγάπη του για το διάβασµα και κάποιες αρχές σύµφωνα µε τις οποίες µπορούσαµε να κρίνουµε και να αποτιµάµε τα κοινωνικά ζητήµατα. Αυτό του το χρωστάω» έλεγε χαρακτηριστικά σε παλιά του συνέντευξη.

Υπήρξε απόφοιτος των Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης και Αθηνών με μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ/Μπραϊσγκάου. Οι διακρίσεις του και η αμέριστη αγάπη του για την Αρχαιολογία τον οδήγησαν, με την αποφοίτηση του στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνα και κατόπιν σε Εφορείες Αρχαιοτήτων.

Η σπάνια κατάρτισή του και η μόρφωση του ήταν τα βασικά στοιχεία που έπεισαν τον αξέχαστο Μαρίνο Καλλιγά να του δώσει το χρίσμα ως του επόμενου διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη. Για πρώτη φορά ένας 36χρονος καταλάμβανε ένα τόσο κρίσιμο πόστο. Στα χέρια του το Μουσείο ανανεώθηκε έβγαλε στο φως τις συλλογές του και μεταμορφώθηκε από μια στέγη ιδιωτικής συλλογής σε πηγή πολιτισμού και ένας θεσμός για τη χώρα. Σταδιακά το Μουσείο ανοίχτηκε, απέκτησε άλλο χαρακτήρα, έγινε μοντέρνο και δημιούργησε ένα σπουδαίο παράρτημα όπως το κτήριο της οδού Πειραιώς.

Ο Δεληβορριάς ως διευθυντής του Μουσείου όχι μόνο κατάφερε να διπλασιάσει το οίκημα στην Κουμπάρη και να δημιουργήσει το νέο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς αλλά να προσθέσει και το χώρο της Πινακοθήκης Γκίκα λέγοντας χαρακτηριστικά πως κατάφερε να φτιάξει το “Μουσείο για τη Γενιά του '30”. Επίσης κατάφερε να μεταστεγαστούν τα ιστορικά αρχεία στο σπίτι της Πηνελόπης Δέλτα στην Κηφισιά και να αυτονομηθούν οι ισλαμικές συλλογές στο κτήριο του Κεραμεικού.

Λόγω επίσης του ανοιχτού του πνεύματος είδαμε και στα δυο Μουσεία εξαιρετικές εκθέσεις και αφιερώματα από όλο το φάσμα της τέχνης και χαρήκαμε έναν πραγματικό φορέα παραγωγής πολιτισμού με μοναδικές συζητήσεις και άνοιγμα στην κοινωνία.

Είναι γνωστό πως ο ίδιος ο Δεληβορριάς ως αφοσιωμένος και ακάματος εργάτης του πνεύματος ξυπνούσε καθημερινά στις 5 το πρωί και πριν τις 7 βρισκόταν ήδη στο μουσείο στο γνωστό, εμβληματικό γραφείο στην Κουμπάρη. Είχε όραμα και δεν διέψευσε κανέναν που περίμενε κάτι λιγότερο από έναν πνευματικό άνθρωπο. Με το θάνατο του κλείνει οριστικά ένα μεγάλο ιστορικό κεφάλαιο της χώρας, μια σελίδα γραμμένη αποκλειστικά με ελληνικό πολιτισμό και αξίες.

Είχε τιμηθεί με ανώτατες διακρίσεις στη Γαλλία (Chevalier de l’Ordre des Arts et des Lettres, 1999), την Ελλάδα (Ταξιάρχης του Τάγματος του Φοίνικος, αργυρό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών, 2000) και την Ιταλία (Ordine della Stella della Solidarieta Italiana, 2008). Ήταν επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Αιγαίου (2005), Θεσσαλονίκης (2016), Θράκης (2016) και μέλος της Academia Scientiarium et Artium Europae (1991), της Academia Europaea (1992) και της Academia Nazionale dei Lincei (2015). Εξελέγη από την ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών τακτικό μέλος στην προκηρυχθείσα έδρα Αρχαιολογίας-Μουσειολογίας (2016) και, πρόσφατα, του απονεμήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Πολιτισμού Gina Bachauer- Νικολάου Δούμπα (2017).

Στις 31 Οκτωβρίου 2014, σε εκδήλωση που έλαβε χώρα στο κεντρικό κτίριο του Μουσείου, ανακοινώθηκε η αποχώρησή του από τη θέση του διευθυντή. Ο Άγγελος Δεληβορριάς κατέλαβε πλέον μια θέση στη Διοικητική Επιτροπή του ιδρύματος και επί της ουσίας, ήταν ένα τέλος εποχής. Τον Ιούνιο του 2016 εξελέγη από την ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών τακτικό μέλος στην προκηρυχθείσα έδρα Αρχαιολογία-Μουσειολογία.