Στους κόλπους του τουρκικού «βαθέος κράτους» διεξάγονται
σήμερα δύο πόλεμοι: ένας γνωστός και εμφανής και ένας άγνωστος και σκιώδης. Και
στους δύο αυτούς εσωτερικούς πολέμους πρωταγωνιστής είναι το ίδιο πρόσωπο: ο
μυστηριώδης ιμάμης Φετουλλάχ Γκιουλέν.
Ο πρώτος πόλεμος ήταν αυτός που εκδηλώθηκε με την αποκάλυψη
των σκανδάλων του Σουσουρλούκ και της Εργκενεκόν, που οδήγησαν στο αποφασιστικό
«ξήλωμα» του κεμαλικού κατεστημένου σε κάθε βαθμίδα εξουσίας - και παραεξουσίας
… Στον πόλεμο αυτό, που εν πολλοίς μοιάζει σήμερα να έχει κριθεί, ο Γκιουλέν και
το δίκτυο ανθρώπων που ανήκουν στο το κίνημά του, ιδίως στις τάξεις της
τουρκικής Δικαιοσύνης, ξεκίνησαν τις διαδικασίες που τα τελευταία χρόνια έχουν
καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου άλλοτε πανίσχυρους εκπροσώπους της
κεμαλικής-κοσμικής νομενκλατούρας, ιδίως στον τουρκικό στρατό.
Αν και στην Δύση η εκκαθάριση αυτή χαιρετίζεται ως μία
«κατάκτηση του κράτους δικαίου», της «δημοκρατίας» και της «διάκρισης των
εξουσιών», στην πραγματικότητα εκτυλίσσεται σε μία διαδικασία υποκατάστασης του
κεμαλικού «βαθέος κράτους» από ένα νέο «βαθύ κράτος», που φέρει την σφραγίδα
του Γκιουλέν και σηματοδοτεί πολιτικά την σημερινή ηγεμονία του κόμματος του
Ερντογάν στις «αθέατες» περιοχές του πλέγματος εξουσίας στην Τουρκία.
Έκδηλο παράδειγμα της πραγματικότητας αυτής είναι η
προσαγωγή στη δίκη της Εργκενεκόν του δημοσιογράφου Ahmet Şık και η κατάσχεση
του βιβλίου του «Ο Στρατός του Ιμάμη», στο οποίο περιγράφεται η διείσδυση του
δικτύου υποστήριξης - αδελφότητας (
Cemaat) του Γκιουλέν στις δομές εξουσίας της Τουρκίας. Για τους
«παροικούντες την Ιερουσαλήμ», ο Şık προσήχθη όχι επειδή είναι αναμεμειγμένος
στην υπόθεση πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν, στα πλαίσια της συνωμοσίας της
Εργκένεκον, αλλά γιατί το κατασχεθέν βιβλίο του παρέχει αποδείξεις για το ότι η
εν λόγω υπόθεση αποτελεί μία πολλή καλή πρόφαση για τον Ερντογάν και τον
Γκιουλέν να αλώσουν εσωτερικά το – μέχρι πρότινος κεμαλικό – «βαθύ κράτος» της
γείτονος.
Ο Γκιουλέν, που ζει αυτοεξόριστος στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ, διατηρεί
ένα δίκτυο χιλιάδων σχολείων σε 140 χώρες σε όλον τον κόσμο και προωθεί μία
«πεφωτισμένη»εκδοχή του ισλαμισμού, ανοικτή στον διάλογο με τις άλλες θρησκείες
και με την επιστημονική γνώση. Η εκδοχή του Ισλάμ που λανσάρει ο Γκιουλέν
αποτελεί βασικό κορμό των ιδεών του «μετριοπαθούς ισλαμισμού» που λανσάρει στον
τουρκικό κρατικό μηχανισμό το
AKP
του Ερντογάν στη θέση της φθίνουσας κεμαλικής ιδεολογίας. Η
σχέση Γκιουλέν και Ερντογάν είναι πολύ παλιά, ενώ το
Cemaat
αποτελεί
ένα σημαντικό τμήμα της εκλογικής βάσης του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης
(ΑΚΡ) με τα μέλη του να έχουν καταλάβει τις κορυφαίες θέσεις στην κρατική
διοίκηση, την αστυνομία και – όπως ήδη αναφέραμε - στην Δικαιοσύνη.
«Οι έρευνες για την Εργκενεκόν είναι το πιο σημαντικό τμήμα
της προσπάθειας των
Cemaat
να πάρουν την εξουσία στην χώρα…», γράφει ο Şık σε
χειρόγραφο σημείωμά του από την φυλακή σε ερωτήσεις του αμερικανικού περιοδικού
Foreign
Policy.
«Πρέπει να πω ότι το “βαθύ κράτος” είναι ακόμη άθικτο. Απλά ο ιδιοκτήτης άλλαξε»
και προσθέτει ότι η ιδιοκτησία έχει περάσει πλέον στα χέρια του ΑΚΡ και του
Cemaat.
Όμως, καθώς το «ξήλωμα» του κεμαλικού κατεστημένου μοιάζει
να φτάνει στο τέλος του, οι νέοι «συνιδιοκτήτες» φαίνεται πως διαλύουν το «γάμο
συμφέροντος» που είχαν συνάψει. Κάποιες ενδείξεις κάνουν τους αναλυτές να
πιστεύουν πως έχουν εισέλθει σε φάση ανταγωνισμού, η οποία μπορεί είναι η
έναρξη του δεύτερου, αφανούς και σκιώδους πολέμου στο εσωτερικό του «βαθέος
κράτους», με σοβαρές επιπτώσεις για την Τουρκία.
Ενδεικτικά αναφέρουμε την πρόβλεψη που διατύπωσε ο διαπρεπής
Τούρκος καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Harvard, Ντάνι
Ρόντρικ, σε συνέντευξή του στην ελληνική εφημερίδα «
Free
Sunday» (08-10-2011).
Συγκεκριμένα, ερωτήθηκε για το πώς βλέπει τις οικονομικές και πολιτικές
προοπτικές της Τουρκίας. Για την οικονομία εμφανίστηκε αισιόδοξος, αναμένοντας
μία διόρθωση που θα αντανακλά τον «υποκείμενο δείκτη ανάπτυξης 5%-6%, που
βασίζεται στον εξαιρετικά δραστήριο ιδιωτικό τομέα».
Όμως, αναφορικά με το μέλλον της πολιτικής σταθερότητας της
χώρας τόνισε ότι ανησυχεί ιδιαιτέρως. «Το δικαστικό σύστημα στην Τουρκία έχει
κυριευτεί από μια νομική μαφία, που εξαπλώνεται σαν καρκίνος. Προβλέπω
αυξανόμενη αντιπαράθεση μεταξύ του Ερντογάν και του στενού του κύκλου στο AKP
από τη μία και του κινήματος Γκιουλέν, που στηρίζει τις νομικές παρατυπίες οι
οποίες υπονομεύουν το κράτος Δικαίου», υπογράμμισε ο οικονομολόγος της Σχολής
Διακυβέρνησης «John F. Kennedy» του Harvard.
Ήδη, μία σειρά από γεγονότα μάς προϊδεάζουν για την
επερχόμενη αυτή σύγκρουση. Κατά την πρόσφατη αεροπορική επιδρομή στις κουρδικές
περιοχές της Τουρκίας, όπου σκοτώθηκαν 35 Κούρδοι πολίτες, ο Ερντογάν
δικαιολόγησε το στράτευμα, σε αντίθεση με ΜΜΕ προσκείμενα στον Γκιουλέν, που
έκαναν λόγο για παρακρατική ενέργεια με
στόχο την αποσταθεροποίηση της χώρας. Αλλά και στο θέμα του στολίσκου για την
Γάζα, ο Γκιουλέν εμφανίστηκε να παίρνει εφέτος αποστάσεις από την αντιισραηλινή
ρητορική του Τούρκου πρωθυπουργού.
Ωστόσο, ακόμη και όσοι αναλυτές μελετούν χρόνια το φαινόμενο
«Φετουλλάχ Γκιουλέν», δεν μπορούν να προβλέψουν ποιοι είναι οι πολιτικοί
σκοποί
του ιμάμη και του
Cemaat.
Όπως αναφέρει ο Şık στο παραπάνω σημείωμά, «κάτι έχει πάρει την εξουσία
στην
Τουρκία, αλλά δεν είναι η σαρία», για να προσθέσει: «δεν μπορώ να
κατονομάσω
σωστά αυτό το “πράγμα”» !
Ας μας επιτραπεί, από τα παραπάνω
περιστατικά, αλλά και από την θρησκευτική φυσιογνωμία τόσο του ΑΚΡ, όσο και του
Γκιουλέν και του ρεύματος που εκφράζει, να εικάσουμε ότι οι τελευταίοι ίσως να
φιλοδοξούν να αποτελέσουν μία εναλλακτική φόρμουλα γι’ αυτό που, όπως έχουμε
και άλλες φορές τονίσει, απέτυχε να προωθήσει ο Ερντογάν: την ριζική αναθεώρηση
του μονοεθνικού χαρακτήρα της Τουρκίας – όπως ήθελε η κεμαλική «ορθοδοξία» – και με
στόχο την ισότιμη ενσωμάτωση των Κούρδων σε ένα μεταμοντέρνο «μιλλέτ» από
κοινού με τους τουρκικής εθνότητας πολίτες της χώρας.
Φυσικά κι αυτοί καλούνται να
ανταποκριθούν σε ένα πολύ υψηλό στοίχημα, στο πλαίσιο αυτό, καθώς οι Κούρδοι
της Τουρκίας έχουν αφυπνιστεί εθνικά, ενώ η ύπαρξη του μορφώματος του
κουρδικού Βορείου Ιράκ δεν αποτελεί ασφαλή εγγύηση για την μετατροπή του
σημερινού τουρκικού κράτους σε ένα είδος μεσανατολικής «Αυστροουγγαρίας» του 21ου
αιώνα.
Εντωμεταξύ, καθώς το 2012 αναμένεται να ψηφιστεί το νέο
τουρκικό Σύνταγμα, που ο Ερντογάν φιλοδοξεί να θεσμοποιήσει την δική του «ενός
ανδρός αρχή», μία νέα εστία διαφωνίας ανάμεσα στους δύο πόλους της σημερινής,
μετα-κεμαλικής, ιθύνουσας τάξης της Τουρκίας μοιάζει να αναδεικνύεται. Την ίδια
στιγμή, ο πρόεδρος Γκιουλ θεωρείται ότι έχει στενούς δεσμούς με το Cemaat–
και στην γείτονα πληθαίνουν οι φήμες για την υγεία του Ερντογάν …