Το ΔΝΤ δημοσίευσε μέσα στον Μάιο μια έκθεση σχετικά
με το πετρέλαιο και τον τρόπο που επιδρούν οι τιμές του στην παγκόσμια οικονομία.
Πρόκειται για ένα αρκετά τεχνικό κείμενο, το οποίο όμως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι
το Ταμείο υιοθετεί πλέον μια πιο απαισιόδοξη στάση απέναντι στο όλο θέμα και
παραδέχεται ότι η νέα παραγωγή πετρελαίου έρχεται έναντι ενός ιδιαίτερα υψηλού
κόστους.
Για την εκπόνηση της έκθεσης, οι συντάκτες του ΔΝΤ εξέτασαν
διαφορετικά σενάρια, λαμβάνοντας υπόψη ως μοντέλα τόσο αυτό που χρησιμοποιεί η
αμερικανική Υπηρεσία Ενέργειας (ΕΙΑ), δηλαδή το «τεχνολογικό» μοντέλο, όσο και
το λεγόμενο «γεωλογικό» που χρησιμοποιούν οι θεωρητικοί του «peak oil».
Τα συμπεράσματα που εξήγαγε το ΔΝΤ είναι αρκετά ενδιαφέρονται,
αφού αναφέρει στην έκθεση τα εξής:
«Η προβλεπόμενη ετήσια αύξηση της παραγωγής πετρελαίου βρίσκεται
σε επίπεδα χαμηλότερα των προβλέψεων της ΕΙΑ, αλλά υψηλότερα από εκείνες των
οπαδών της γεωλογικής θεωρίας. Παρόλα αυτά, η θετική τάση στην παραγωγή έρχεται
έναντι ενός υψηλού κόστους, διότι το μοντέλο κρίνει ότι απαιτείται μια μεγάλη αύξηση
στην τιμή του πετρελαίου, η οποία θα πρέπει να διπλασιαστεί στην επόμενη δεκαετία
για να συντηρηθεί η επέκταση της παραγωγής σε επίπεδα συντηρητικά σε ιστορικούς
όρους. Τέτοιου είδους τιμές ξεπερνούν κατά πολύ τις τιμές του 2008, οι οποίες σύμφωνα
με τον
Hamilton (2009) έπαιξαν
κρίσιμο ρόλο στο να οδηγήσουν την παγκόσμια οικονομία στην βαθιά ύφεση».
Εν ολίγοις δηλαδή, το ΔΝΤ αναμένει διπλασιασμό της τιμής του
πετρελαίου σε επίπεδα άνω των 200 δολαρίων ανά βαρέλι στην επόμενη δεκαετία, αν
θέλουμε να έχουμε επαρκή παραγωγή διεθνώς. Πρόκειται δίχως αμφιβολία για μια
απαισιόδοξη πρόβλεψη, καθώς οι τιμές σε τέτοια ύψη θα ασκήσουν μια ιδιαίτερα
αρνητική επίδραση στην παγκόσμια οικονομία, η οποία παραμένει δέσμια του
πετρελαίου και δεν προβλέπεται να απεξαρτηθεί σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Οι δε επιπτώσεις για τη δικιά μας χώρα, η οποία είναι από τις
πιο εξαρτημένες διεθνώς, γίνονται εύκολα αντιληπτές. Αν μη τι άλλο, οι προβλέψεις
αυτές θα πρέπει να αποτελέσουν έναυσμα για να διαφοροποιήσει η Ελλάδα τις ενεργειακές
της πηγές και να ενισχύσει έτσι την ασφάλειά της και την οικονομία της.