Σοβαρές συνέπειες στην ενεργειακή αγορά συνεπάγεται η επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα. Μιλώντας στη χθεσινή συνάντηση με εκπροσώπους του Τύπου, με αφορμή τον ενεργειακό διάλογο στη Θεσσαλονίκη, που διοργανώνει το ΙΕΝΕ για έκτη κατά σειρά χρονιά, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Γιάννης Δεσύπρης επισήμανε ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα επιφέρει: αύξηση στο κόστος της ενέργειας, στροφή αποκλειστικά στο εθνικό καύσιμο, το λιγνίτη, επαναδιαπραγμάτευση των όρων εισαγωγών ενέργειας, αλλαγή στις ισχύουσες feed in tarif και στις επιδοτήσεις των ΑΠΕ, καθώς και ρίσκο στις εισαγωγές τεχνολογίας.
Επίπονη και οδυνηρή χαρακτήρισε από την πλευρά του τη μετάβαση στη δραχμή ο αντιπρόεδρος του ΙΕΝΕ και γενικός διευθυντής Κωστής Σταμπολής. Θα υπάρξουν, όπως είπε, δύο περίοδοι. Κατά την πρώτη, που θα διαρκέσει, σύμφωνα με την εκτίμηση του, 3-4 μήνες, η Τράπεζα της Ελλάδος θα αναγκασθεί να συγκεντρώσει ευρώ για να δημιουργήσει συναλλαγματικά αποθέματα, ώστε να μπορούν οι εταιρίες που κάνουν εισαγωγές (ΔΕΠΑ, ΔΕΗ, τα δύο διυλιστήρια) να εξασφαλίζουν το αναγκαίο συνάλλαγμα. Επίσης, οι ενεργειακές εταιρίες θα υποχρεωθούν να περιορίσουν τις παραδόσεις, ώστε να διατηρηθούν κρίσιμα αποθέματα. Όμως, μετά από αυτό το διάστημα ο κ. Σταμπολής υποστήριξε ότι θα ομαλοποιηθεί η κατάσταση και ενδεχομένως αυτό να αποδειχθεί εν τέλει θετική εξέλιξη, γιατί η χώρα θα αναγκασθεί να αξιοποιήσει περισσότερο τα εγχώρια καύσιμα, ήτοι, το λιγνίτη και τα νερά και να μεγιστοποιήσει την εκμετάλλευση των ΑΠΕ. Ήδη, όπως προκύπτει από επίσημα στοιχεία, η κατανάλωση πετρελαίου στη χώρα μας έχει μειωθεί κατά ¼ κατά την τελευταία 5ετία. Από 450.000 βαρέλια που ήταν το 2006 μειώθηκε στα 355.000 βαρέλια το 2011.
Το ενεργειακό προφίλ της χώρας μας, όπως είπε ο κ. Δεσύπρης, είναι σπάταλο και βασίζεται κατά πολύ στις εισαγωγές ενέργειας. «Η Ελλάδα», επισήμανε, «είναι καθαρός εισαγωγέας ενέργειας. Εισάγει ακριβό φυσικό αέριο, με ρήτρα δολαρίου. Επιπλέον, είναι η δεύτερη, μετά την Ισπανία, χώρα με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν κατανάλωση ενέργειας. Μελέτες δείχνουν ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αύξησης της παραγωγικότητας στην ηλεκτροπαραγωγή».
Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία που παρατέθηκαν, η Ελλάδα εισάγει 5,6 TWh ηλεκτρικής ενέργειας, με την καθαρή παραγωγή της να υπολογίζεται σε 46,7 TWh και τη συνολική κατανάλωση στις 52,3 TWh.
Την ίδια στιγμή, υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αύξησης της παραγωγικότητας στην ηλεκτροπαραγωγή, μέσω της αύξησης κατά 15% της μέσης απόδοσης θερμικών μονάδων, της αντικατάστασης παλαιών με νέες, τη μείωση του κόστους κεφαλαίου νέων λιγνιτικών εργοστασίων και τη μείωση της απώλειας μεταφοράς, που υπολογίζεται σήμερα στο 12-13%. Η αύξηση της παραγωγικότητας, σε συνδυασμό με την εξοικονόμηση ενέργειας θα περιόριζαν την ενεργειακή σπατάλη και παράλληλα θα συνέβαλαν στην μείωση των δαπανηρών εισαγωγών. Βέβαια, εξαιτίας της κρίσης καταγράφεται συρρίκνωση της κατανάλωσης ηλεκτρισμού, που εξισορρόπησε τα πράγματα στην πρώτη ύλη, είπε ο κ. Δεσύπρης.
Το ζητούμενο στον ενεργειακό κλάδο είναι οι επενδύσεις και η χρηματοδότηση τους. Αυτή τη στιγμή, ανέφερε ο πρόεδρος του ΙΕΝΕ, όλοι οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς, της ΔΕΗ συμπεριλαμβανομένης, μελετούν τα καινούρια εργαλεία για την επόμενη ημέρα. Ήδη, η Κομισιόν ανακοίνωσε τα ομόλογα έργου (project bonds), μια πρόταση που είχε διατυπωθεί από το 2011. Ο κ. Δεσύπρης τα χαρακτήρισε ως το σημαντικότερο εργαλείο για επενδύσεις στον τομέα των υποδομών, που έχει ανακοινωθεί τα τελευταία 15 χρόνια. Τα project bonds θα είναι επί της ουσίας οι εγγυήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε τράπεζες, για τη δανειοδότηση αναπτυξιακών έργων υποδομών.
Το δεύτερο, εξίσου σημαντικό εργαλείο ανάκτησης κεφαλαίου θεωρείται ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός για τις υποδομές που θα αφορά στα έτη 2014-2015. Ήδη, είπε ο κ. Δεσύπρης, αναπτύσσεται πολύ μεγάλος ανταγωνισμός μέσα στην Ε.Ε. για τη διεκδίκηση αυτών των κονδυλίων, με τη χώρα μας, όμως, να είναι απούσα.
Αναφερόμενος, εξάλλου, στις επενδύσεις για ΑΠΕ ο πρόεδρος του ΙΕΝΕ επισήμανε ότι χρειάζεται βαριά τεχνολογία για να μεταφερθούν στη θάλασσα (offshore), αλλά κάτι τέτοιο προϋποθέτει τεράστιες δαπάνες σε δίκτυα και ανακινεί το ζήτημα του cost effect και της τελικής επιβάρυνσης στον καταναλωτή. Το ίδιο ισχύει και για τα διασυνοριακά δίκτυα, στα οποία εμπλέκεται η Ε.Ε. Το θέμα που απασχολεί είναι ποιος θα πληρώσει και τι και αυτό συζητείται σήμερα.
Για το φυσικό αέριο ο κ. Δεσύπρης είπε ότι «κλειδί» αποτελεί η νομοθεσία για την ενιαία αγορά ενέργειας στην Ε.Ε. Ήδη, υπάρχει μετατόπιση προς μια νέα κατεύθυνση, τα παλιά διακρατικά πακέτα για την προμήθεια φυσικού αερίου από την Gazprom τακτοποιούνται πλέον σε οικονομική βάση. Σε κάθε περίπτωση ο ίδιος αναγνώρισε ότι δεν υποκαθίσταται εύκολα η Ρωσία για την ενεργειακή κάλυψη της Ευρώπης. Πάντως, ο πρόεδρος του ΙΕΝΕ διατύπωσε την εκτίμηση ότι σε δύο χρόνια θα αλλάξει η δομή της ελληνικής ενεργειακής αγοράς. Ειδικότερα, στο φυσικό αέριο το hub και το reference θα μεταφερθούν στην Ιταλία, κάτι το οποίο αναμένεται ότι θα οδηγήσει στη μείωση της τιμής του.
Το συνέδριο
Το ΙΕΝΕ αναδεικνύεται σε πλατφόρμα διαλόγου και ζύμωσης των παικτών της εσωτερικής ενεργειακής αγοράς. Το ίδιο προσπαθεί να πράξει το Ινστιτούτο και με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με στόχο να δημιουργηθεί συναίνεση με τους γείτονες μας σε ζητήματα στρατηγικής της Ε.Ε. στον ενεργειακό τομέα της ευρύτερης περιοχής.
«Ο διάλογος δεν είναι πολιτικός, είναι τεχνοκρατικός», τόνισε ο πρόεδρος του ΙΕΝΕ. «Επιδιώκουμε τη συναντίληψη, αλλά θέλουμε να γνωρίζουμε και τις διαφορές μας με τους γείτονες μας. Η ανοιχτή διαβούλευση της Θεσσαλονίκης αποτελεί μέρος των διαβουλεύσεων που κάνει ο ευρωπαίος διαχειριστής ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου για τα διασυνοριακά projects».
Η ενέργεια, υπογράμμισε ο γενικός γραμματέας του ΙΕΝΕ Γιάννης Χατζηβασιλειάδης, απαιτεί διεθνή συνεργασία. «Αυτό κάνουμε και στον ενεργειακό διάλογο που έχει θεσμοθετηθεί στη Θεσσαλονίκη».
Στις δραστηριότητες που αναπτύσσει το ΙΕΝΕ, με ιδιαίτερη αναφορά στη μελετητική δράση του, αναφέρθηκε από την πλευρά του ο κ. Σταμπολής.