Η υποχώρηση των
διεθνών τιμών του αργού κάτω από το επίπεδο των $100.00 το βαρέλι για την
ποικιλία
Brent στο
ICE του Λονδίνου είναι ίσως το πιο δυνατό μήνυμα για την μειούμενη
ευρωστία της παγκόσμιας οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η πτώση
κατά $25 ολόκληρα δολάρια από τα υψηλά του Απριλίου 2012
μέχρι το κλείσιμο του Brent, στις 12 Ιουνίου, στα
$97.14 για συμβόλαια παραδοτέα τον Ιούλιο, συνετελέσθη
τις τελευταίες 7-8 εβδομάδες, δηλαδή την περίοδο όπου εντείνονταν οι φόβοι για
επικείμενη διάσπαση της ευρωζώνης με αιχμή του δόρατος τα καθημερινά σενάρια
για την αποχώρηση της Ελλάδος από το ευρώ. Είναι επίσης η ίδια χρονική περίοδος
όπου άρχισε να γίνεται αισθητή και δια γυμνού οφθαλμού η μείωση της οικονομικής
δραστηριότητας στην Ευρώπη όπου ή οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη εκτιμάται
ότι θα συρρικνωθεί κατά 0.1% εφέτος για να ανακάμψει με ρυθμό +0.9% το 2013 (στοιχεία
ΟΑΣΑ).
Η διαρκώς
επιδεινούμενη δημοσιοοικονομική κατάσταση στην Ευρωζώνη με την Ισπανία στα
πρόθυρα μίας γενικευμένης χρεωκοπίας – με τις τράπεζες να εμφανίζονται ως ο καθ’
ύλη υπεύθυνος για καθαρά κοσμητικούς λόγους – την Ελλάδα ήδη στην πόρτα εξόδου
και την Ιταλία σε νευρική κρίση, οι αγορές επιδεικνύοντας εξαιρετική ψυχραιμία
οδήγησαν το ευρώ σε ένα χαμηλότερο αλλά όχι καταστροφικό συναλλαγματικό επίπεδο
σε σχέση με το δολάριο, όπου το ένα ευρώ εκτιμάται πλέον 1.24 δολάρια (από το
1.32 που ήτο στα τέλη Απριλίου). Μία σχέση όμως που έχει άμεσες επιπτώσεις στην
τιμή του αργού το οποίο ως γνωστό διαπραγματεύεται και πληρώνεται σε δολάρια
στην παγκόσμιο αγορά. Με το δολάριο ισχυρότερο σήμερα η τιμή του αργού υποχωρεί
τονώνοντας παράλληλα την ζήτηση, αφού το δολάριο πλέον αγοράζει περισσότερα
καταναλωτικά προϊόντα και υπηρεσίες που κατά παράδοση εισάγουν οι πετρελαιοπαραγωγοί
του Κόλπου από την Ευρώπη.
Βέβαια, η
ισχυροποίηση του δολαρίου έναντι του ευρώ δεν αποτελεί τον μοναδικό λόγο για
την εντυπωσιακή υποχώρηση των τιμών του αργού το τελευταίο διάστημα και ασφαλώς
συνυπάρχουν και άλλοι λόγοι που πρέπει να αναζητηθούν στα θεμελιώδη της αγοράς
και έχουν να κάνουν κυρίως με τις διαμορφούμενες τάσεις στην προσφορά και
ζήτηση αργού και προϊόντων. Η εκτιμούμενη υποχώρηση της παγκόσμιας οικονομικής
ανάπτυξης στο 3.5% για το 2012 έναντι 3.7% του 2011 ασφαλώς αποτελεί μία βασική
παράμετρο χωρίς αυτό όμως να σημαίνει αντίστοιχη μείωση στην διαμορφούμενη
ζήτηση αργού. Αφού σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΕΑ (βλέπε
Oil
Market
Report,
May2012) οι τέσσερις
μεγαλύτερες αγορές του πλανήτη - δηλ. Κίνα, ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία – θα
κυριαρχήσουν στο μέτωπο της ζήτησης. Έτσι η Κίνα, παρά την αλλαγή σε χαμηλότερη
αναπτυξιακή ταχύτητα, αναμένεται να παρουσιάσει αυξημένη ζήτηση κατά 0.4 εκατ.
βαρέλια / ημέρα στα 9.9 εκτατ. βαρέλια, νούμερο που αντιστοιχεί στο 50% της
παγκόσμιας αύξησης ζήτησης αργού για εφέτος. Και η Ιαπωνία με οριακή αύξηση θα
συμβάλλει κατά 4.5 εκατ. βαρέλια ανά ημέρα στην ζήτηση ενώ σε Ευρώπη και ΗΠΑ η
μείωση της ζήτησης είναι το κοινό χαρακτηριστικό, με αυτή να διαμορφώνεται στα
13.7 εκατ. βαρέλια και 18.7 εκατ. βαρέλια αντίστοιχα. Συνολικά, σε παγκόσμιο
επίπεδο, η ζήτηση για το 2012 σύμφωνα με τον ΙΕΑ αναμένεται να διαμορφωθεί στη
90.0 εκατ. βαρέλια την ημέρα, αυξημένη κατά 0,9% ή 0.8 εκατ. βαρέλια ανά ημέρα
σε σύγκριση με το 2011.
Ένας ακόμη λόγος
για την μείωση των τιμών του αργού, πέρα από την αναιμική παγκόσμια ζήτηση,
είναι η εμφανής υποχώρηση του γεωπολιτικού κινδύνου ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την
έντονη αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ – Ισραήλ και Ιράν με αφορμή το πυρηνικό
πρόγραμμα του τελευταίου και τους φόβους για την αξιοποίηση του για την
παραγωγή πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη. Οι συνομιλίες που ξεκίνησαν πριν από
δύο μήνες στην Κωνσταντινούπολη, συνεχίσθηκαν στη Βαγδάτη τον Μάιο και
πρόκειται να επαναληφθούν στη Μόσχα πριν τα τέλη Ιουνίου, έχουν επιδράσει
καταλυτικά στην άμβλυνση του κλίματος κινδυνολογίας με το Ισραήλ να έχει εν τω
μεταξύ χαμηλώσει τους τόνους. Η δε συνεχιζόμενη εμπλοκή στην Συρία δεν ανησυχεί
τους διεθνείς παίκτες, καθ’ ότι αποτελεί ουρά της αργόσυρτης Αραβικής άνοιξης
με μικρές πιθανότητες ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή. Η δε σταθερή στάση Κίνας
και Ρωσίας και η έμμεση υποστήριξή τους προς το καθεστωτικό Ασάντ δεν αφήνει
περιθώρια για σενάρια μίας ευρύτερης αποσταθεροποίησης του Σηιτικού τριγώνου.
Θα πρέπει επίσης
να αναφερθούμε στην παραγωγή του
OPEC η οποία συνέχισε
να αυξάνεται τις τελευταίες εβδομάδες έχοντας διαμορφωθεί πλέον στα 31.91 εκατ.
βαρέλια την ημέρα, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε ετών, κατά 6,0%
ποιο πάνω από την οροφή του 30.0 εκατ. βαρελιών που είχε συμφωνηθεί κατά τη
σύνοδο των χωρών μελών του Οργανισμού τον περασμένο Δεκέμβριο. Να σημειώσουμε
ότι αν και η παραγωγή του
OPEC αντιστοιχεί μόνο στο 35% της παγκόσμιας παραγωγής (η
οποία κινείται στα 91.0 εκατ. βαρέλια την ημέρα), εν τούτοις η αυξομείωσή της
επηρεάζει άμεσα τις τιμές καθ’ ότι αυτή ακολουθεί τις αποφάσεις ενός καρτέλ με
ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τροφοδοσία των αγορών.
Τέλος, να
σημειώσουμε ότι η πλεονάζουσα παραγωγή του
OPEC
οφείλεται κυρίως
στην Σ. Αραβία, την μοναδική χώρα που έχει πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα αλλά
και στο Ιράκ το οποίο πλέον παράγει σχεδόν 3.0 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Αν και
τα βέλη των άλλων μελών του
OPEC στρέφονται κατά της Σ. Αραβίας την οποία κατηγορούν για
μη συμμόρφωση στις δεσμεύσεις του Οργανισμού, αυτή δια του υπουργού πετρελαίου
της κου
Ali
al-
Naimi υποστηρίζει ότι «η τρέχουσα τιμή των $100.0 το βαρέλι
είναι μία λογική τιμή αποδεκτή από τους πελάτες μας ενώ το επίπεδο παραγωγής
είναι και αυτό ικανοποιητικό με την αγορά να εφοδιάζεται επαρκώς». Διαφορετική
όμως άποψη έχουν τα άλλα μέλη του
OPEC και κυρίως το Ιράν τα οποία
υποστηρίζουν ότι η σημερινή παραγωγή είναι αρκετά μεγαλύτερη από ό,τι
χρειάζεται και άρα επιθυμούν να δουν μικρότερη παραγωγή και υψηλότερες τιμές.
Για αυτό η αυριανή σύνοδος του
OPEC στη Βιέννη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφού σε
αυτήν οι χώρες μέλη θα πρέπει να αποφασίσουν για διατήρηση ή μη της παραγωγής
στα 30.0 εκατ. βαρέλια.