Προς τη σωστή κατεύθυνση βρίσκεται η επανένταξη της Γενικής Γραμματείας
Έρευνας και Τεχνολογίας από το υπουργείο Παιδείας στην αρμοδιότητα του
υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Μεταφορών, Υποδομών και
Δικτύων (ΠΔ 85/2012), επισημαίνει ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος,
με σημερινή επιστολή του στον υπουργό Κωστή Χατζηδάκη.
Ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, εκφράζοντας την ικανοποίησή
του για το γεγονός αυτό, τονίζει ότι με αυτόν τον τρόπο αποκαθίσταται
ένα σημαντικό λάθος του παρελθόντος, το οποίο δυσχέρανε
σε μεγάλο βαθμό τη σωστή και αποτελεσματική λειτουργία της
Γραμματείας και την αξιοποίηση των αντίστοιχων προγραμμάτων και
πόρων.
Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΕΒΕ, κ.
Δημήτρη Λακασά, ο ΣΕΒΕ, ως Σύνδεσμος επιχειρηματιών και μέσα από
περιπτώσεις επιχειρήσεων-μελών του, βίωσε έντονα τις δυσκολίες που
προέκυψαν στη δραστηριότητα και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων
–εξαγωγικών και μη- τα τελευταία χρόνια από αυτή τη δυσλειτουργία.
Ο
ΣΕΒΕ θεωρεί ότι η έρευνα και η τεχνολογία, οι οποίες
αποτελούν αδιαμφισβήτητες συνιστώσες ανάπτυξης και ευημερίας
σε μία κοινωνία και σε μία εθνική οικονομία, δεν πρέπει να παράγονται
με σκοπό την αυτοεξυπηρέτηση της ίδιας της έρευνας. Προορισμός της
έρευνας είναι να μετουσιώνεται σε προϊόν ή
υπηρεσία υψηλής προστιθέμενης αξίας και μέσω του καναλιού της επιχειρηματικότητας
και του ιδιωτικού τομέα –του μόνου υγιούς τομέα αυτή τη στιγμή στη
χώρα- να διαχέεται στην αγορά.
Ιδιαίτερη
έμφαση δίνει ο ΣΕΒΕ στην εφαρμοσμένη έρευνα που έχει
ως στόχο την αγορά (market driven) και μάλιστα τη
διεθνή αγορά. Με τη «σοφή διαχείριση της γνώσης», τόσο η ακαδημαϊκή,
όσοκαι η επιχειρηματική κοινότητα θα πρέπει να συνεργάζονται στο
πλαίσιο των ερευνητικών προγραμμάτων για την έρευνα και την ανάπτυξη
ενός προϊόντος, με στόχο αυτό το προϊόν: 1) να είναι
ανταγωνιστικό στην παγκόσμια αγορά, 2) να έχει προστιθέμενη αξία, 3) να
παράγει κέρδος. Ως προς την κατανομή των κονδυλίων
που προορίζονται για έρευνα, ο ΣΕΒΕ θεωρεί ότι το μεγαλύτερο
ποσοστό των 2/3 θα πρέπει να δίδεται στην εφαρμοσμένη
έρευνα, είτε σε συνεργασία με πανεπιστημιακά
ή ιδιωτικά ερευνητικά κέντρα είτε σε ανάπτυξη εσωτερικά από την
επιχείρηση (in House R&D)
και το 1/3 να δίδεται στη βασική έρευνα.