«Η
επιδείνωση των συνθηκών της αγοράς λιανικής στην εμπορία καυσίμων στην Ελλάδα,
σε συνδυασμό με την μεγάλη αύξηση της τιμής των προϊόντων τα τελευταία δύο χρόνια,
οδήγησαν σε σημαντικές απώλειες τον κλάδο των καυσίμων που συνεχίστηκαν και το
2012. Ενώ οι προοπτικές για το άμεσο μέλλον, ιδίως μετά την υιοθέτηση ορισμένων
μέτρων που προτείνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού για το στάδιο χονδρικής εμπορίας
παραμένουν δυσοίωνες». Αυτά παρατήρησε μεταξύ άλλων ο κ. Ιωάννης Ψυχογυιός,
Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΚΟ και των Ελληνικών Καυσίμων ΑΕ, μιλώντας στο πρόσφατο
ετήσιο συνέδριο που οργανώθηκε από το ΙΕΝΕ στην Αθήνα, το «Ενέργεια &
Ανάπτυξη 2012», στις 31 Οκτωβρίου 2012.
Ακόμα
ο κ. Ψυχογυιός αναφέρθηκε στην συρρίκνωση για 5η συνεχόμενη χρονιά
του ΑΕΠ και πως αυτό επηρεάζει τα μεγέθη της αγοράς οδηγώντας σε μία σταθερή
πλέον μείωση των πωλήσεων, συνεπεία της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος
μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Και αυτό σε συνδυασμό με την δυσχέρεια
χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και την αύξηση της ανεργίας, παράγοντες που
εντείνουν περαιτέρω τις συνθήκες λειτουργίας της αγοράς πετρελαιοειδών και
προδικάζουν διατήρηση του κλίματος ύφεσης και το 2013. «Η καθ’ όλα αρνητική
αυτή εικόνα έχει αναπόφευκτα οδηγήσει σε μία αλλαγή στην στάση του καταναλωτή ο
οποίος εν όψει των αυξανόμενων τάσεων στην μείωση της κατανάλωσης στρέφεται σε
φθηνότερες τιμές στην αντλία» σημείωσε ο κ. Ψυχογυιός.
Όπως
παρατηρούν παράγοντες του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών οι πολύ ακριβές
σημερινές τιμές στην αντλία δεν οφείλονται τόσο στις υψηλές διεθνείς τιμές (που
διατηρήθηκαν πάνω από τα $100 το βαρέλι για το
Brent όλο το 2012) όσο είναι το αποτέλεσμα
διαδοχικών αυξήσεων του ΦΠΑ (από το 17% στο 23%), του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
(ΕΦΚ), 4 αυξήσεις ΕΦΚ στη βενζίνη από 359 σε 670€/Μ3, τρεις αυξήσεις του ΕΦΚ
στο πετρέλαιο κίνησης (από 302 στα 412€/Μ3) και εξίσωση του ΕΦΚ μεταξύ
πετρελαίου κίνησης με πετρέλαιο θέρμανσης στα 330€/Μ3 (αύξηση χειμερινού ΕΦΚ Π.
θέρμανσης: 450%).
Σύμφωνα
με στοιχεία της
BP
η
κατανάλωση πετρελαιοειδών στην Ελλάδα από 442.000 βαρέλια την ημέρα το 2006
μειώθηκε στα 343.000 βαρέλια το 2011, δηλαδή -22,4% μέσα σε πέντε χρόνια, ενώ
οι εταιρείες εμπορίας καταγράφουν συνεχιζόμενες απώλειες για το 2012. Πιο
συγκεκριμένα, βάσει στοιχείων των εταιρειών μεταξύ 2009 και 2011 η κατανάλωση
στις βενζίνες μειώθηκε -18%, κατά 736
Kmt, στο
πετρέλαιο κίνησης -22%, δηλ. 613Κ
mt, στο
πετρέλαιο θέρμανσης -14%, δηλ. 471Κ
mt. Μία
τάση που συνεχίσθηκε το Α’ τετράμηνο του 2012 όπου οι βενζίνες υποχώρησαν κατά
-13%, κατά 137Κ
mt, το
πετρέλαιο κίνησης -9%, στα 58
kmt και
το πετρέλαιο θέρμανσης -11% στα 202Κ
mt. Συνολικά
οι πωλήσεις το Α’ τετράμηνο του 2012 διαμορφώθηκαν στα 163Κ
mt σε σύγκριση με 3.560Κ
mt την αντίστοιχη περίοδο του 2011, δηλαδή
μία μέση μείωση σχεδόν 12.0%.
Παρά
τις υψηλές τιμές και τους αναλογούντες φόρους, τα έσοδα του Δημοσίου, όπως και ήτο
εξ’ άλλου αναμενόμενο λόγω της αψυχολόγητης υπέρφορολόγησης, αρχίζουν να
εμφανίζουν κάμψη. Έχει ενδιαφέρον η παράθεση ορισμένων χαρακτηριστικών στοιχείων.
Το 2009 τα κρατικά έσοδα από την φορολογία καυσίμων ήσαν 4.831 εκ. ευρώ ενώ το
2010 αυξήθηκαν εντυπωσιακά κατά 37.0% στα 6.607 εκ. ευρώ αλλά μόνο κατά +2.0%
το 2011 στα 6.759 εκ. Ενώ το Α’ 4μηνο του 2012, τα φορολογικά έσοδα
εμφανίζονται μειωμένα στα 2.171 εκ. ευρώ σε σύγκριση με 2.256 εκ. αντίστοιχο
τετράμηνο του 2011. Η κατακόρυφη πτώση των πωλήσεων, το σοβαρότατο πρόβλημα
ρευστότητας στην αγορά και η διαρκής μείωση της αγοραστικής δύναμης του
καταναλωτή είναι παράγοντες που συνηγορούν σε μία αρνητική προοπτική για τα
επόμενα ένα με δύο χρόνια, σύμφωνα με εκπροσώπους του κλάδου εμπορίας.
Το
κυριότερο όμως πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η αγορά πετρελαιοειδών στην
Ελλάδα, σύμφωνα με τους εκπροσώπους του κλάδου, είναι ο αθέμιτος ανταγωνισμός,
που εστιάζεται στο εκτεταμένο λαθρεμπόριο, κυρίως μέσω των ναυτιλιακών καυσίμων
αλλά και την καταδολίευση των αντλιών στα πρατήρια. Εκτιμήσεις των εταιρειών
κάνουν λόγο για 30% του συνολικού όγκου των καυσίμων να διακινείται πλέον μέσω
πειραγμένων αντλιών με αποτέλεσμα να υπάρχουν απώλειες για την κατανάλωση της
τάξης του 8-10% ενώ η απώλεια εσόδων από το λαθρεμπόριο ανέρχεται στα 300-500
εκ. ευρώ το χρόνο. Για να βελτιωθεί η όλη κατάσταση και να αποκατασταθεί η
αξιοπιστία στην αγορά απαιτούνται μία σειρά από βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση
τα οποία οι ανωτέρω εκπρόσωποι του κλάδου συνοψίζουν ως εξής:
¨
Άμεση
εφαρμογή Συστήματος ελέγχου “Εισροών-Εκροών” σε Πρατήρια, Εγκαταστάσεις, Πλωτά
Μέσα
¨
Τοποθέτηση
ηλεκτρονικών συστημάτων διασφάλισης Ποσότητας & Ποιότητας, σε όλα τα Ι.Χ
& Δ.Χ βυτιοφόρα. Αυστηρές ποινές στις παραβάσεις
¨
Σήμανση
όλων των Ι.Χ & Δ.Χ βυτιοφόρων, με το Εμπορικό Σήμα της αντίστοιχης
Εταιρείας και τοποθέτηση
GPS.
Αυστηρές ποινές στις παραβάσεις
¨
Αφαίρεση
άδειας λειτουργίας, στα πρατήρια που διαπιστώνεται “παρέμβαση” στη λειτουργία
των αντλιών
¨
Αυστηρότερος
έλεγχος, της διακίνησης των Ναυτιλιακών Καυσίμων
¨
Αυστηρότερος
έλεγχος, για την καταπολέμηση των εικονικών Εξαγωγών
Τα Νέα Μέτρα
Με
αφορμή την δημοσιοποίηση της γνωμοδότησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την
λειτουργία του κλάδου των πετρελαιοειδών ο Σύνδεσμος εταιρειών Εμπορίας
Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ) εκφράζει την αντίθεσή του στο ενδεχόμενο άρσης του
υφιστάμενου πλαισίου που σχετίζονται με τους όρους αδειοδότησης των εταιρειών
εμπορίας, τόσο ως προς το μετοχικό κεφάλαιο όσο και προς τους αποθηκευτικούς
χώρους. Σε σχετική του ανακοίνωση, ο ΣΕΕΠΕ δηλώνει πως συμφωνεί με τις
περισσότερες προτάσεις της Επιτροπής, ωστόσο θεωρεί ότι με τα μέτρα που αναφέρονται
στις παραγράφους 7, 12 και 13 σχετικά με τη διευκόλυνση, σε επίπεδο
προϋποθέσεων διοικητικής αδειοδότησης, τόσο στο μετοχικό κεφάλαιο όσο και στους
αποθηκευτικούς χώρους, δεν διασφαλίζεται η ασφαλής και αποδοτική λειτουργία της
αγοράς, προς όφελος των καταναλωτών, καθώς και η καταπολέμηση των φαινομένων
λαθρεμπορίας, νοθείας και φοροδιαφυγής.
Ο ΣΕΕΠΕ υποστηρίζει ότι εάν υιοθετηθούν
τα νέα μέτρα, το Δημόσιο οδηγείται σε απώλεια κάθε δυνατότητας ελέγχου της
αγοράς, εξασφάλισης των εσόδων, απόδοσης ευθυνών, ενώ παράλληλα μ ε βεβαιότητα
οδηγείται η αγορά σε περαιτέρω στρέβλωση του ανταγωνισμού, και κατά συνέπεια σε
ακόμα μεγαλύτερη επιβάρυνση του Δημοσίου και κατ’ επέκταση των καταναλωτών. Από
την πλευρά της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ)
επισημαίνει ότι προτάσεις και διαπιστώσεις όπως αυτές που κάνει η Επιτροπή
Ανταγωνισμού έχουν διατυπωθεί πολλές φορές στο παρελθόν, επισημαίνοντας ότι το
πρόβλημα δεν βρίσκεται στην διατύπωση και υποβολή προτάσεων, αλλά στην υλοποίησή
τους.