Η συναίνεση είναι ετερόκλητη αλλά βαρύνουσα: Από όλα τα σημεία του
πολιτικού φάσματος της Γερμανίας η ψήφος των Ιταλών καταγράφεται ως μη
αντιστρέψιμη καταστροφή. Υπάρχει μια ατμόσφαιρα που παραπέμπει στη μετά
Μααστριχτ εποχή, όταν μετά την επικύρωση της Συνθήκης το 1992, η
Γερμανία είχε εναντιωθεί σταθερά μέχρι την Ανοιξη του 1998 στη συμμετοχή
της Ρώμης στην πρώτη ομάδα χωρών της Ευρωζώνης.
Πιο ψύχραιμη η
συντηρητική Frankfurter Allgemeine Zeitung μας προειδοποιεί ότι «οι
ευρωπαϊκές οικονομίες θα εξακολουθήσουν να αποκλίνουν και η
ανταγωνιστικότητά τους δεν θα ισοοροπήσει σε καλό επίπεδο... μια μεγάλη
αβεβαιότητα βαραίνει ξανά την Ευρωζώνη».
Πιο ανορθολογική η
κεντροαριστερή Suddeutsche Zeitung υιοθετεί τη στάση των Βουρβόνων λίγο
μετά την παλινόρθωση του 1814-54, όταν σύμφωνα με τον Ταλευράνδο ύστερα
από είκοσι τρία χρόνια απουσίας έδειχναν ότι «δεν έμαθαν τίποτε, δεν
κατάλαβαν τίποτε». Τα αποτελέσματα στην Ιταλία, γράφει η έγκυρη
εφημερίδα του Μονάχου, είναι μια καταστροφή για την Ιταλία και την
Ευρώπη. Γιατί οι Ιταλοί έκαναν αυτό στον εαυτό τους και την ευρωπαϊκή
ήπειρο;
Εκείνος βέβαια που ξεπέρασε κάθε όριο είναι ο υποψήφιος
του SPD για την καγκελαρία Στάινμπρουκ, που χαρακτήρισε επαγγελματία
κλόουν τον Μπέπε Γκρίγιο και κλόουν με τεστοστερόνη τον Μπερλουσκόνι.
Πέραν του γεγονότος ότι πρόκειται για χαρακτηρισμούς προσβλητικούς και
ρατσιστικούς, που ανάγασαν τον πρόεδρο Ναπολιτάνο να ματαιώσει συνάντηση
με τον Σταινμπρουκ, προδίδουν αδυναμία ανάλυσης του μηυνύματος των
ιταλικών εκλογών.
Αν θέλαμε να συμπυκνώσουμε απλουστευτικά, στη
Γερμανία κυβερνητικός συνασπισμός και Σοσιαλδημοκράτες θεωρούν τους
Ιταλούς αυτοκαταστροφικούς, επειδή δεν κατάλαβαν ότι με την απόρριψη του
Μ. Μόντι έχασαν την τελευταία ευκαιρία σύγκλισης με τον Βορρά.
Δώσαμε στον Νότο βοήθεια και μια ιστορική ευκαιρία μιας έστω οδυνηρής σε
κοινωνικό κόστος σύγκλισης με τον Βορρά, μια επιλογή που απορρίπτουν οι
ψηφοφόροι σήμερα στην Ιταλία, αύριο στην Ισπανία, την Πορτογαλία και
γιατί όχι και στη Γαλλία, μοιάζουν να σκέπτονται στο Βερολίνο.
Οι
επιλογές δεν είναι πολλές: Οπως επισημαίνει η Frankfurter Allgemeine
έρχεται κύμα πιέσεων για τερματισμό της λιτότητας, και ξανανοίγει η
συζήτηση για το ευρωομόλογο και την κοινή διαχείριση του χρέους.
Με τον Μόντι παρελθόν και τους Ραχόι-Κοέλιο πολιτικά μελλοθανάτους, το σκηνικό αλλάζει στον Νότο.
Ακόμη και ο μετριοπαθής Μπερσάνι που ετοιμαζόταν να συγκυβερνήσει
προεκλογικά με τον Μόντι, για να μπορέσει να επιβιώσει ως κυβέρνηση
μειοψηφίας, θα αναγκασθεί να ζητήσει παραχωρήσεις που η Γερμανία είτε
δεν μπορεί και δεν θέλει να δώσει, είτε θα τις μετατρέψει σε άλλοθι μιας
πολιτικής αναδίπλωσης στον Βορρά.
Οι επόμενες δυο τρεις
βδομάδες είναι κρίσιμες: Προφανώς δεν πρόκειται να σχηματισθεί κυβέρνηση
στη Ρώμη πριν από τη σύγκληση Βουλής και Γερουσίας σε ένα εικοσαήμερο,
με τη Γαλλία να καλείται να ξεκαθαρίσει τη θέση της: Η εμμονή του Ολάντ
στη δημοσιονομική εξυγίανση και στην ταυτόχρονη ανάπτυξη, τον έχει
οδηγήσει να εμφανίζεται αφερέγγυος, τόσο απέναντι στις Βρυξέλλες και στο
Βερολίνο, όσο και απέναντι στην εκλογική του βάση. Το Παρίσι θα
αποκλίνει και από το πλαφόν 3% για το δημοσιονομικό έλλειμμα το 2013,
αλλά και από την προεκλογική δέσμευση για μείωση της ανεργίας.
Με
άλλα λόγια, αν το Βερολίνο ξεγράψει τον Νότο, η Γαλλία καλείται ή να
συγκρουσθεί ανοικτά ή να υποταγεί πλήρως στη γερμανική πολιτική στην
Ευρωζώνη.
(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 01/03/2013)