Στο «Σημείο Μηδέν» η Ελληνική Χαλυβουργία - Κάθετη Πτώση Εξαγωγών Λόγω Ενεργειακού Κόστους

Στο «Σημείο Μηδέν» η Ελληνική Χαλυβουργία - Κάθετη Πτώση Εξαγωγών Λόγω Ενεργειακού Κόστους
Της Αθηνάς Καλαϊτζόγλου
Πεμ, 12 Σεπτεμβρίου 2013 - 08:17
Ραγδαία επιδείνωση παρουσιάζουν στο α’ εξάμηνο του 2013 οι εξαγωγές του χαλυβουργικού κλάδου, εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους, που «ροκανίζει» την ανταγωνιστικότητα του. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την κατακόρυφη μείωση της εγχώριας ζήτησης, έχει δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για τη λειτουργία των πέντε χαλυβουργείων της χώρας, που ανήκουν σε τρεις επιχειρηματικούς ομίλους

Ραγδαία επιδείνωση παρουσιάζουν στο α’ εξάμηνο του 2013 οι εξαγωγές του χαλυβουργικού κλάδου, εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους, που «ροκανίζει» την ανταγωνιστικότητα του. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την κατακόρυφη μείωση της εγχώριας ζήτησης, έχει δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για τη λειτουργία των πέντε χαλυβουργείων της χώρας, που ανήκουν σε τρεις επιχειρηματικούς ομίλους.

Σήμερα η εγχώρια ζήτηση, λόγω της καθίζησης της οικοδομικής δραστηριότητας και της περιστολής των δημοσίων έργων, έχει μειωθεί κατά 85% σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι για την κάλυψη της εναπομείνασας κατανάλωσης θα έπρεπε οι χαλυβουργίες να λειτουργούν μόλις 2-3 ώρες το 24ωρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις θέσεις εργασίας. Για να γίνει κατανοητή η αντίθεση, αρκεί να αναφερθεί ότι προ κρίσης, με βάση τη διεθνή πρακτική, οι χαλυβουργίες λειτουργούσαν παραγωγικά 17-24 ώρες.

Σε μια προσπάθεια να αντισταθμισθεί η πτώση της εσωτερικής ζήτησης οι ελληνικές χαλυβουργίες στράφηκαν υποχρεωτικά κατά την τελευταία 3ετία στις εξαγωγές, ώστε να μπορούν να λειτουργούν έστω και μία βάρδια, τη διάρκεια της νύκτας, λόγω του μειωμένου ηλεκτρικού ρεύματος. Οι χώρες προορισμού των ελληνικών χαλυβουργικών προϊόντων είναι η λεκάνη της Μεσογείου, οι βαλκανικές χώρες και η Κύπρος. Η κύρια, όμως, αγορά, που χαρακτηρίζεται Λυδία λίθος του ανταγωνισμού, είναι η Αλγερία. Σε αυτήν διαγκωνίζονται εκτός από τις ελληνικές χαλυβουργίες και οι αντίστοιχες των χωρών του Νότου, δηλαδή, η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, που βρίσκονται στο ίδιο καζάνι της οικονομικής κρίσης με την Ελλάδα. Με μία διαφορά, όμως. Οι χώρες αυτές έχουν λάβει, παρά την οικονομική κρίση, σημαντικά μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους, με συνέπεια να θωρακίζουν τις χαλυβουργίες τους. Αντίθετα, το κόστος της ενέργειας για τις ελληνικές αποτελεί το 50% του κόστους μεταποίησης, γεγονός που επιδρά αρνητικά στην ανταγωνιστικότητα τους.

Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Χαλυβουργιών Ελλάδος (ΕΝ.Χ.Ε), στο α’ εξάμηνο του 2012 οι εξαγωγές μας προς την Αλγερία μειώθηκαν κατά 43% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2011 και στο α’ εξάμηνο του 2013 καταγράφεται πτώση πλέον του 50%, συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2012. Αντίθετα, οι Ιταλικές χαλυβουργίες έχουν καταφέρει να τετραπλασιάσουν τις εξαγωγές τους από το 2010 στην Αλγερία, ενώ οι Πορτογαλικές χαλυβουργίες τις διπλασίασαν.

Με τα ισχύοντα σε ό,τι αφορά το ενεργειακό κόστος στην Ελλάδα, που είναι ακριβότερο κατά 50-100% σε σχέση με τις προαναφερόμενες χώρες, οι ελληνικές χαλυβουργίες βρίσκονται πλέον στο σημείο μηδέν και εκφράζεται σοβαρή αμφιβολία αν θα μπορέσουν να συνεχίσουν την εξαγωγική δραστηριότητα τους.

Ήδη, η περιστολή της παραγωγικής δραστηριότητας τους στοίχησε σε θέσεις εργασίας, που έχουν μειωθεί ως τώρα κατά 30%, ενώ έχουν συσσωρεύσει ζημίες συνολικά 800 εκατ. ευρώ. Σήμερα λειτουργούν σε μία βάρδια οι δύο χαλυβουργίες του ομίλου της ΣΙΔΕΝΟΡ-Sovel, άλλες δύο της Χαλυβουργίας Ελλάδος και μία της Χαλυβουργικής.

Χθες η διοίκηση της ΕΝ.Χ.Ε. συναντήθηκε με τον υφυπουργό ΠΕΚΑ Ασημάκη Παπαγεωργίου, στον οποίο εξέθεσε την όλη κατάσταση. Όπως ανακοινώθηκε από το ΥΠΕΚΑ, προωθούνται νομοθετικές πρωτοβουλίες για τις συμβάσεις διακοψιμότητας, ενώ προωθούνται και άλλα μέτρα, όπως, ο επιμερισμός του ΕΤΜΕΑΡ που έχει ήδη υιοθετηθεί, καθώς και οι διαπραγματεύσεις για τη μείωση της τιμής του φυσικού αερίου.

Η ΕΝ.Χ.Ε. θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν επαρκή μέτρα που θα συμβάλουν στην ουσιαστική μείωση του ενεργειακού κόστους, όπως ακριβώς έπραξαν και άλλες ανταγωνιστικές χώρες, με τη συναίνεση της Κομισιόν.