Παρά την κυβερνητική και επιστημονική ευφορία που εκφράζεται για τις υψηλές προσδοκίες της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στη χώρα μας φαίνεται ότι θα απαιτηθεί αρκετός χρόνος, πολλή συντονισμένη προσπάθεια και κυρίως οικονομικοί πόροι για να υπάρξουν επί της ουσίας αποτελέσματα

Παρά την κυβερνητική και επιστημονική ευφορία που εκφράζεται για τις υψηλές προσδοκίες της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στη χώρα μας φαίνεται ότι θα απαιτηθεί αρκετός χρόνος, πολλή συντονισμένη προσπάθεια και κυρίως οικονομικοί πόροι για να υπάρξουν επί της ουσίας αποτελέσματα. Έτσι κι αλλιώς η Ελλάδα τώρα αρχίζει να εισέρχεται στην ατζέντα του ενδιαφέροντος των διεθνών πετρελαϊκών εταιριών. Κι αυτό προέκυψε σαφώς από το πρόσφατο συνέδριο της αμερικανικής ένωσης γεωλόγων πετρελαίου APPEX Regional 2013 που έγινε στην Αθήνα, όπου οι συμμετοχές των ξένων εταιριών ήταν σε επίπεδο μεσαίων στελεχών από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις και υψηλότερων στελεχών από τις μικρότερες, τα οποία ήρθαν για να ενημερωθούν για τις επιχειρηματικές ευκαιρίες στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Οι διαπιστώσεις αυτές βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, που έχουν σφαιρική και μακρόχρονη γνώση του τομέα αυτού. Ας δούμε αναλυτικά τα υφιστάμενα προβλήματα, που εξακολουθούν να φρενάρουν την προσπάθεια που επιχειρείται.

1. Ο διαγωνισμός για το open door. Η καθυστέρηση για την ολοκλήρωση της διαδικασίας εν πολλοίς αποδίδεται αποκλειστικά σε λάθος επιλογές της ίδιας της πολιτείας. Λάθος πρώτο: η σύμβαση που θα υπογραφεί μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και των κοινοπραξιών που επιλέχθηκαν βασίζεται σε ένα «πάντρεμα» της αντίστοιχης σύμβασης του 1998 για τον Πατραϊκό Κόλπο και το Κατάκολο, με τις εύλογες επικαιροποιήσεις. Αυτό δεν ήταν απαραίτητα λάθος. Όμως, είναι μια σύμβαση πολυσέλιδη, περίπου 140 σελίδες, επί της οποίας έχουν υποβληθεί αμέτρητες παρατηρήσεις και ενστάσεις από την πλευρά των ελληνικών και ξένων εταιριών. Θεωρείται τιτάνια η προσπάθεια να συγκεραστούν και να συγκληθούν όλες αυτές οι διαφορετικές απόψεις επί του κειμένου. Λάθος δεύτερο: διεθνώς η πρακτική που επιλέγεται από τις χώρες που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό είναι η διαμόρφωση ενός κειμένου σύμβασης, επί του οποίου επιτρέπεται να διατυπωθούν πολύ περιορισμένες ενστάσεις από τις ενδιαφερόμενες εταιρίες. Με άλλα λόγια, έξω δεν γίνονται αυτού του είδους οι διαπραγματεύσεις που ακολουθούνται στην Ελλάδα. Η λογική που επιλέγεται βασίζεται στο «take it or leave it», δηλαδή, «ή υπογράφετε, ή φεύγετε», με συνέπεια να αποφεύγονται ατέρμονες καθυστερήσεις. Λάθος τρίτο: θα μπορούσε να υιοθετηθεί ένας άλλος τύπος σύμβασης, που εφαρμόζουν όλες οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής. Το production sharing agreement, με βάση το οποίο διαμοιράζεται η παραγωγή με το κράτος. Θα ήταν μια πιο απλή επιλογή και επίσης θα αποφεύγονταν οι καθυστερήσεις των διαπραγματεύσεων.

2. Η σύσταση της ΕΔΕΥ. Μπορεί να έχουν ορισθεί οι επικεφαλείς στην εταιρία, κι αυτό με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, ωστόσο, το κρίσιμο ζητούμενο είναι η στελέχωση της με ικανά και έμπειρα στελέχη, προκειμένου να αξιολογείται κάθε φορά το τυχόν επενδυτικό ενδιαφέρον, να επιλέγεται η στρατηγική παραχωρήσεων, να προκηρύσσονται οι διεθνείς διαγωνισμοί, να μελετώνται όλα τα διαθέσιμα δεδομένα για την έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Για να προσληφθούν στελέχη αυτής της γραμμής θα χρειασθεί να αμειφτούν αναλόγως. Έχει τη δυνατότητα η Ελλάδα της οικονομικής κρίσης να παρέχει μισθολογική κάλυψη που να ανταποκρίνεται στις ικανότητες και τις γνώσεις τέτοιου εξειδικευμένου προσωπικού; Προφανώς, η καθυστέρηση στη στελέχωση της ΕΔΕΥ οφείλεται στο ότι δεν έχει απαντηθεί ακόμη το ερώτημα αυτό.

3. Η νομική σύσταση των κοινοπραξιών για το open door. Καμία από τις τρεις κοινοπραξίες που ανέλαβαν τα Ιωάννινα, τον Πατραϊκό Κόλπο και το Κατάκολο δεν έχουν προχωρήσει ακόμη στη νομική σύσταση τους. Κι αυτό το ζήτημα συνιστά μέρος των τεχνικών λεπτομερειών της σύμβασης παραχώρησης. Πιο συγκεκριμένα, ο πρώτος νόμος για τους υδρογονάνθρακες, ο Ν.2289/95, συνοδευόταν από τρία Προεδρικά Διατάγματα, τα οποία ρύθμιζαν τις νομικές και φορολογικές προϋποθέσεις για τη σύσταση ανάλογων κοινοπραξιών κατά τον πρώτο διεθνή γύρο παραχωρήσεων, το 1998. Έκτοτε έχει προκύψει και συμπληρωματική νομοθεσία (Ν. 4001/11), η οποία όμως δεν έχει εξειδικευθεί με Π.Δ. ή υπουργικές αποφάσεις. Εξακολουθούν και ισχύουν ακόμη τα προηγούμενα Π.Δ.! Τώρα και εν μέσω της όλης διαδικασίας για το open door η ελληνική πολιτεία αναζητεί την τεχνική λύση για την επίλυση κι αυτού του «γρίφου».

Με αυτά τα δεδομένα, η εκτίμηση που υπάρχει στην αγορά είναι ότι θα υπάρξει καθυστέρηση μηνών τόσο για την υπογραφή των συμβάσεων για το open door, όσο και για την πλήρη αξιολόγηση των σεισμικών δεδομένων που θα παραδώσει η νορβηγική PGS τον Ιανουάριο του 2014, με την επίσημη αναφορά της να κατατίθεται τον ερχόμενο Μάρτιο.

Σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ, εντός των επόμενων ημερών αναμένεται να δοθεί στις ενδιαφερόμενες εταιρίες του open door το τελικό κείμενο των συμβάσεων για να υπάρξει και ο τελικός γύρος των διαπραγματεύσεων. Όπως έχει ήδη προαναφερθεί, είναι πλήθος οι κόκκινες παρατηρήσεις και άγνωστο παραμένει πώς αυτές θα καταλήξουν σε συμφωνία από όλες τις εταιρίες, ελληνικές και ξένες. Ακόμη κι αν υποτεθεί ότι ξεπερνιέται αυτό το στάδιο, η σύμβαση θα έρθει προς κύρωση στην ελληνική Βουλή, οπότε το «κοσκίνισμα» της από τα μέλη της συνεπάγεται και άλλη καθυστέρηση. Η εκτίμηση που υπάρχει, σύμφωνα με πληροφορίες του energia.gr, είναι ότι γεωτρήσεις στις περιοχές που επιλέχθηκαν δεν θα γίνουν πριν περάσει μια 5ετία.

Όσο για το Ιόνιο και την Κρήτη, γύροι παραχωρήσεων προβλέπονται, με το αισιόδοξο σενάριο, από το 2015. Κι αυτό γιατί τόσο το ΥΠΕΚΑ όσο και οι εταιρίες που θα αγοράσουν τα σεισμικά δεδομένα θα χρειασθούν ικανό χρόνο για να τα αναγνώσουν. Ο χρόνος αυτός για μεν την περιοχή νότιας της Κρήτης εκτιμάται περίπου στο 9μηνο, αφού είναι εντελώς terra incognita, ενώ ελπίζεται ότι θα είναι λιγότερος για το Ιόνιο.