Εάν διαβάσει κάποιος τόσο τις επίσημες ανακοινώσεις
του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) όσο και
τις κατά καιρούς δηλώσεις του αρμοδίου υπουργού κου Γιάννη Μανιάτη προς τα
Ελληνικά και ξένα ΜΜΕ θα πιστέψει ότι στην Ελλάδα πραγματοποιούνται ήδη
εκτεταμένες έρευνες για την ανακάλυψη υδρογονανθράκων και λίγο απέχουμε από το
ν’ αναδειχθεί η χώρα μας σε πετρελαϊκό κέντρο της Μεσογείου. Έτσι δίδεται η
εντύπωση ότι αίφνης δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου και πολλά εκατομμύρια
βαρέλια πετρελαίου έχουν εντοπισθεί σε εμπορικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα, η
παραγωγή από τα οποία πρόκειται να ξεκινήσει οσονούπω με δισεκατομμύρια ευρώ να
εισρέουν στα κρατικά ταμεία από εφέτος κιόλας.
Ασφαλώς τίποτε από τα ανωτέρω δεν συμβαίνει αφού
ο εντοπισμός και η παραγωγή φ. αερίου ή πετρελαίου προϋποθέτουν την συστηματική
και επιτόπου έρευνα εντός οργανωμένων παραχωρήσεων και την διεξαγωγή γεωτρήσεων
στην ξηρά και την θάλασσα. Και απ’ ό, τι γνωρίζουμε και με ασφάλεια μπορούμε να
διαβεβαιώσουμε τους αναγνώστες του
energia.
gr,
μέχρι σήμερα ούτε παραχωρήσεις έχουν γίνει, ούτε συνεργεία εταιρειών έχουν
εγκατασταθεί προκειμένου να ξεκινήσουν γεωτρητικές εργασίες, αλλά δεν φαίνεται,
προς το παρόν τουλάχιστον, να υπάρχει προοπτική για κάτι τέτοιο σε σύντομο
χρονικό διάστημα.
Και εύλογα τίθεται το ερώτημα εάν ο κ. Υπουργός
και οι συνεργάτες του στο ΥΠΕΚΑ παραπλανούν την κοινή γνώμη και τις εταιρείες
υπερθεματίζοντας για τις δυνατότητες του ελληνικού υπεδάφους διατυπώνοντας
διάφορα υπεραισιόδοξα σενάρια και απόλυτα θετικές εκτιμήσεις. Ασφαλώς και δεν τίθεται
θέμα παραπλάνησης καθ ’ότι το ΥΠΕΚΑ στις ανακοινώσεις του αναφέρεται στα αρχικά
αποτελέσματα και εκτιμήσεις των σεισμικών καταγραφών που ολοκλήρωσε πρόσφατα η
Νορβηγική εταιρεία γεωφυσικών ερευνών
PGS για λογαριασμό του Ελληνικού δημοσίου έχοντας πρόσφατα
ολοκληρώσει εργασίες σε 12.500 χλμ. νέων σεισμικών γραμμών και την επεξεργασία
αντίστοιχων υφισταμένων γραμμών στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και Νότια
της Κρήτης. Πράγματι από την προκαταρκτική αξιολόγηση των δεδομένων αυτών
προκύπτουν ενθαρρυντικά στοιχεία για τις εντοπισθείσες γεωλογικές δομές οι
οποίες παρουσιάζουν ομοιότητες με ανάλογες περιοχές στην Μεσόγειο όπου έχουν
ανακαλυφθεί πράγματι σημαντικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων.
Ο υπουργός ΠΕΚΑ κος. Μανιάτης, στον οποίο χωρίς
αμφιβολία πιστώνεται η αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος και η επανέναρξη της
ερευνητικής προσπάθειας στους υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα μετά από 15ετη
απαράδεκτη αποχή, έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένος καθ’ότι οι
προσπάθειες του σ’ένα μεγάλο βαθμό φαίνεται ν’αποδίδουν τόσο λόγω των θετικών
αποτελεσμάτων των καταγραφών της
PGS όσο και του γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει δημιουργηθεί
από εγχώριες και ξένες ειδικευμένες εταιρείες. Και είναι φυσικό επακόλουθο για
τον κ. Υπουργό να μην κρύβει τον ενθουσιασμό του μόνο που αυτό έχει οδηγήσει
την μεγάλη πλειοψηφία των ΜΜΕ, για λόγους εντυπωσιασμού και μόνο,
ν’ανακαλύπτουν και από ένα νέο κοίτασμα κάθε εβδομάδα δημιουργώντας έτσι
τεράστιες προσδοκίες σ’ένα κατατρεγμένο και εξουθενωμένο κοινό που, λόγω της
οικονομικής κρίσης, προσπαθεί να διακρίνει σημάδια σωτηρίας και ελπίδας στο
τέλος του τούνελ της δημοσιονομικής προσαρμογής και της δικής του υποβάθμισης.
Όμως θα πρέπει επιτέλους κάποιος να εξηγήσει υπεύθυνα ότι άλλο πράγμα οι
σεισμικές καταγραφές και άλλο πράγμα οι ουσιαστικές έρευνες για τον εντοπισμό
υπαρκτών κοιτασμάτων.
Τέτοιες έρευνες θα μπορούσαν να είχαν ξεκινήσει
ήδη σε τρεις συγκεκριμένες περιοχές στην Δυτική Ελλάδα βάσει του διαγωνισμού
που προκηρύχθηκε πριν τρία περίπου χρόνια από το ΥΠΕΚΑ, μετά από εισήγηση του
κ.Γιάννη Μανιάτη, υφυπουργού ΥΠΕΚΑ τότε, στην κυβέρνηση Γ.Παπανδρέου,
εφαρμόζοντας την μέθοδο του
Open
Door. Οι περιοχές αυτές αφορούν το Κατάκολο, τον Πατραϊκό Κόλπο και τα
Ιωάννινα όπου και έχουν εντοπισθεί κοιτάσματα και άρα η επανέναρξη των ερευνών
από τις ανωτέρω περιοχές δικαιλογείτο απόλυτα. Όμως έχουν αισίως περάσει 26
μήνες από την επίσημη προκήρυξη του διαγωνισμού, με την αξιολόγηση των
προσφορών να έχει διαρκέσει 12 ολόκληρους μήνες, τις αναδόχους κοινοπραξίες να
έχουν επιλεχθεί και ν’ αναμένουν εδώ και μήνες να υπογράψουν τις προβλεπόμενες
συμβάσεις. Την στιγμή κατά την οποία σύμφωνα με απόλυτα εξακριβωμένες
πληροφορίες του
energia.
gr τα κείμενα των
συμβάσεων έχουν μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις συμφωνηθεί με τις εταιρείες
και τα όποια νομικής φύσεως εμπόδια έχουν υπερκερασθεί.
Όπως έχουμε παρατηρήσει σε παλαιότερα ρεπορτάζ
μας, αρκετές από τις μεγάλες διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες όπως η
Royal Dutch Shell,η
BP, η
TOTAL και η
ENI , για ν’αναφερθούμε ενδεικτικά σε
ορισμένες μόνο έχουν δηλώσει απερίφραστα ότι αναμένουν να διαπιστώσουν την
πρόοδο που θα επιτελεσθεί στις έρευνες στην Δυτική Ελλάδα πριν αποφασίσουν να
λάβουν μέρος στον διεθνή γύρο παραχωρήσεων για τα βαθειά κοιτάσματα στο Ιόνιο
και νοτίως της Κρήτης, που όπως ανακοίνωσε στις 29/1 το ΥΠΕΚΑ σχεδιάζει να
προκηρύξει εντός του 2014. Πριν όμως την εν λόγω προκήρυξη θα πρέπει βάσει των
σεισμικών καταγραφών της
PGS
( που πολλοί τις συγχέουν εσφαλμένα με έρευνες εντοπισμού υδρογονανθράκων) ο
αρμόδιος κρατικός φορέας, δηλ η ΕΔΕΥ, να έχει προχωρήσει στην όλη διαδικασία
προετοιμασίας του διαγωνισμού συμπεριλαμβανομένου και του διαχωρισμού των περιοχών
σε θαλάσσια οικόπεδα βάσει των νέων γεωλογικών και γεωφυσικών στοιχείων, και
ακολούθως την οργάνωση των φακέλων με τα δεδομένα τα οποία θα πρέπει, σύμφωνα
με την διεθνή πρακτική, να προμηθευθούν οι εταιρείες έναντι αδράς αμοιβής. Με
την σύσταση της ΕΔΕΥ στα χαρτιά ακόμη, αφού πέραν του διορισμού της προέδρου
και του αντιπροέδρου, δεν έχει προχωρήσει η στελέχωση της εταιρείας με το
απαραίτητο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, είναι διάχυτη η εντύπωση στην
αγορά ότι ένας τόσο μεγάλος και σύνθετος διαγωνισμός, γνωστός και ως
Greece Mega Project όπως τον
αποκαλεί ήδη το
YΠ
EKA, θα χρειαστεί τουλάχιστον
12 μήνες και περισσότερο για την προετοιμασία του. Άρα το ενωρίτερο που
προβλέπεται να προκηρύσσεται ο εν λόγω διαγωνισμός είναι το Α’ εξάμηνο του 2015
με προοπτική οι εταιρείες που θα επιλεγούν να μπορέσουν να ξεκινήσουν τις
έρευνες το 2018, αφού, εάν λάβουμε υπ’όψη την τραυματική εμπειρία του
Open Door, θα χρειασθούν
τουλάχιστον 24 μήνες για την αξιολόγηση των προσφορών και την υπογραφή των
συμβάσεων. Οπερ μεθερμηνευόμενο σημαίνει ότι τα πρώτα αποτελέσματα από
ερευνητικές γεωτρήσεις δεν θα είναι γνωστά πριν το 2020 το ενωρίτερο. Δηλαδή «
Ζήσε Μάη μου, να φας τριφύλλι» όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός μας.
Τόσο η βραδύτητα αξιολόγησης, κατάρτισης και
υπογραφής των συμβάσεων στην περίπτωση του
Open Door όσο και η αναπόφευκτη καθυστέρηση στην οργάνωση και
διεξαγωγή του νέου διεθνούς γύρου παραχωρήσεων δημιουργούν δικαιολογημένα
σοβαρά ερωτηματικά ως προς τις προθέσεις της κυβέρνησης σ’ένα τόσο προβεβλημένο
τομέα δυνητικών και μεγάλης κλίμακας επενδύσεων όπως είναι αυτός των
υδρογονανθράκων. Μεγάλος δε προβληματισμός επικρατεί όπως είναι αναμενόμενο,
ανάμεσα στις εταιρείες που εμπλέκονται στο
Open Door (δηλ οι
Energean
Oil &
Gas,ΕΛΠΕ,
Petroceltic,
Petra Petroleum,
Trajan) αφού αδυνατούν να
καταλάβουν τι είναι αυτό που εμποδίζει την κυβέρνηση να προχωρήσει στην
υπογραφή των συμβάσεων παραχώρησης, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπ’ όψη ότι κάτι
τέτοιο θα εσήμαινε στην πράξη επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων ευρώ, πολλά από τα
οποία μάλιστα θα διοχετευτούν στην περιφέρεια, αφού οι εταιρείες βάσει των όρων
των συμφωνιών είναι υποχρεωμένες να εφαρμόσουν συγκεκριμένα ερευνητικά
προγράμματα αναλαμβάνοντας το πλήρες κόστος των ερευνών. Στην δε περίπτωση του
Κατακόλου όπου υπάρχει βεβαιωμένο και γνωστό κοίτασμα (χάρις στην ανακάλυψη της
ΔΕΠ το 1982) θα μπορούσε να ξεκινήσει ακόμα και παραγωγή πετρελαίου από του
χρόνου κιόλας, στέλνοντας έτσι ένα σήμα αισιοδοξίας στο κατά τα άλλα θολό
επενδυτικό τοπίο. «Κάθε ημέρα που περνά χωρίς να έχουμε υπογράψει σημαίνει
καθυστερήσεις τριών ημερών στην εφαρμογή του ερευνητικού μας προγράμματος και
μία όχι ευκαταφρόνητη οικονομική ζημία στον προϋπολογισμό μας, αφού, εν τω
μεταξύ, αυξάνονται τα κόστη ενοικίασης γεωτρυπάνων και διαφόρων άλλων υπηρεσιών
στην αγορά», παρατηρεί ένας από τους
project managers των εταιρειών. Για να προσθέσουμε από πλευράς
μας ότι οι καθυστερήσεις αυτές στερούν επίσης το Ελληνικό δημόσιο αρκετά έσοδα
που συνδέονται άμεσα με τις έρευνες και την παραγωγή.
Με την υπογραφή των συμβάσεων στο
Open Door να καθυστερεί
επικίνδυνα το αναπόφευκτο ερώτημα που θέτουν πλέον ανοικτά γνωστοί παράγοντες
του
upstream στην
Ελλάδα, είναι ως προς το τι είδους δεσμεύσεις έχει τυχόν αναλάβει η κυβέρνηση
και έναντι ποίων που την εμποδίζουν να δώσει το πράσινο φώς για την υπογραφή
των συμβάσεων του
Open Door.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι η κυβέρνηση συνασπισμού
Σαμαρά-Βενιζέλου υφίσταται σοβαρές πιέσεις από μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα
που δεν επιθυμούν ασφαλώς να δουν νέες πετρελαϊκές να ξεφυτρώνουν ως εν δυνάμει
ανταγωνιστές τους στην Ελληνική αγορά. Αν και το σενάριο αυτό θεωρείται μάλλον
ακραίο από τους περισσότερους παράγοντες του πετρελαϊκού κλάδου, εν τούτοις δεν
στερείται λογικής εάν κάποιος εξετάσει προσεκτικά την ανάπτυξη του πετρελαϊκού
τομέα στην Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια. Σε κάθε περίπτωση είναι κοινή η
διαπίστωση των περισσοτέρων παραγόντων της αγοράς ότι κάθε περαιτέρω
καθυστέρηση στην υπογραφή των συμβάσεων του
Open Door οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην ακύρωση του διαγωνισμού
αφού σύντομα θα εισέλθουμε σε προεκλογική περίοδο και κατά την προσφιλή τακτική
όλων ανεξαιρέτως των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων σταματά μήνες πριν η υπογραφή
συμβάσεων και η ανάθεση έργων κοινής ωφέλειας, μικρών η μεγάλων, λες και η
επόμενη κυβέρνηση θ’αποτελείται όχι από Έλληνες αλλά από αλλοδαπούς που
επιβουλεύονται τις υποδομές της χώρας.
Στην δε περίπτωση του διαγωνισμού του
Open Door έχουμε μία επιπλέον
καθυστέρηση να αντιμετωπίσουμε από την δυσεξήγητη αυτοδέσμευση του υπουργού
ΠΕΚΑ να στείλει τις συμβάσεις για κύρωση στην Βουλή παρά το γεγονός ότι βάσει
του Ν 4001/2011, δυνάμει του οποίου προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός, δεν υποχρεούται
να πράξει κάτι τέτοιο. Όλα τα ανωτέρω είναι ενδεικτικά της παντελούς έλλειψης
γνώσης και κατανόησης από πλευράς κυβέρνησης του επιχειρηματικού κλίματος που
διέπει την λειτουργία της διεθνούς πετρελαϊκής βιομηχανίας στην οποία όμως αυτή
απευθύνεται ζητώντας επίμονα την ένταξη της χώρας μας στα επενδυτικά της
σχέδια. Εκεί ο επιχειρηματικός χρόνος μετράει σε ημέρες και εβδομάδες και όχι
σε μήνες ή χρόνια. Εάν η σημερινή κυβέρνηση, ή οποιαδήποτε αυριανή, δεν
κατανοήσει και δεν προσαρμοσθεί στην πραγματικότητα των εταιρειών που έχουν
μάθει και μεγάλα κεφάλαια να ρισκάρουν αλλά και να πραγματοποιούν με επιτυχία
τεράστιες και πολύπλοκες τεχνικά επενδύσεις, τότε είναι απόλυτα βέβαιο ότι δεν
πρόκειται να επιχειρηθεί η παραμικρή επένδυση στον χώρο του
upstream στην Ελλάδα. Οι επόμενες
εβδομάδες θα δείξουν εάν η κυβέρνηση έχει λάβει και έχει αποκωδικοποιήσει
επαρκώς τα ανησυχητικά μηνύματα που καταφθάνουν απ΄όλες τις πλευρές και εάν
τελικά θα έχει το σθένος να προχωρήσει στην υπογραφή των συμβάσεων του
Open Door ανοίγοντας έτσι ένα
νέο και πολλά υποσχόμενο κεφάλαιο στις έρευνες στην Δυτική Ελλάδα. Ένα κεφάλαιο
που με βεβαιότητα θα οδηγήσει σε μετέπειτα μεγάλης κλίμακας δραστηριοποίηση στο
χώρο των ερευνών με σημαντικά οφέλη για την εθνική οικονομία.