Ως το 2009 μια οιωνεί λογοκρισία εμπόδιζε συστηματικά την όποια συζήτηση για την οικονομική κατάσταση, την πορεία και
τις προοπτικές της χώρας. Όποιος ανεδείκνυε τα αδιέξοδα, όποιος υπεδείκνυε τις αναγκαίες
τομές επέσυρε την γενική κατακραυγή ως
κινδυνολόγος, νεοφιλελεύθερος, εχθρός του λαού. Κάποιοι εξοστρακίστηκαν από τον
πολιτικό και πνευματικό βίο· άλλοι αντιμετώπισαν απειλές, ενίοτε και ωμή βία. Έτσι,
απροετοίμαστοι πνευματικά, όταν επήλθε η κρίση δεν είχαμε άλλη επιλογή από τις έξωθεν
λύσεις, αμετουσίωτες.
Μοιάζει να έχουν
αποτραπεί τα χειρότερα, αν και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η επιλεγείσα στρατηγική
είναι προσαρμοσμένη στις ειδικές ελληνικές συνθήκες. Εν πάση περιπτώσει, στηριχθήκαμε
σε ένα σταθερό γεωπολιτικό πλαίσιο. Αποσχιστικές τάσεις και έξωθεν απειλές δεν εμφανίστηκαν,
οι συμμαχίες με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες λειτούργησαν, οι ανταγωνιστικές
μεγάλες δυνάμεις δεν άσκησαν καθοριστική επίδραση.
Οι προηγούμενες
γενεές δεν είχαν μια τέτοια πολυτέλεια. Παράλληλα με τις οικονομικές κρίσεις, έπρεπε
να αντιμετωπίσουν και το ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον το οποίο οδήγησε στους δύο
παγκοσμίους πολέμους· έπρεπε να προασπίσουν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, η
οποία απειλήθηκε έσωθεν και έξωθεν. Οι προκλήσεις αυτές εξηγούν τον πλούτο των προπολεμικών
προβληματισμών γύρω από την εθνική ταυτότητα, καθώς και την επιστημονική, λογοτεχνική
και καλλιτεχνική παραγωγική έμπνευση. Η γενεά του Μεσοπολέμου αναδύθηκε και δημιούργησε
μέσα σε ένα περιβάλλον με έντονη γεωπολιτική δραστηριότητα.
Όπως μέχρι πρό τινος κυριαρχούσε η ψευδαίσθηση της οικονομικής ασφάλειας,
έτσι και σήμερα θεωρούμε ότι οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι απειλούν «τους άλλους». Ζητήματα
όπως η επιβίωση του ευρωπαϊκού σχεδίου, η αποσύνθεση του πολιτικού σκηνικού της
Μέσης Ανατολής και οι αυξανόμενες φιλοδοξίες της Ρωσίας στην περιοχή μας αντιμετωπίζονται
επιφανειακά, σε ένα συνεχές δημοσιογραφικό
zapping
. Πίσω από την
ανεύθυνη ελαφρότητα κρύβεται ο ίδιος πνευματικός συντηρητισμός ο οποίος παρεκώλυσε
την συζήτηση για την δύσμορφη και παρασιτική οικονομική ανάπτυξη κατά την περασμένη
τριακονταετία.
Ο προβληματισμός
για τα γεωπολιτικά ζητήματα έχει πάντα αφετηρία το ερώτημα-τίτλο του τελευταίου
βιβλίου του
Samuel Huntington: «Ποιοί είμαστε;».
Η απάντηση, διαφορετική ανά εποχή και συγκυρία, επιτρέπει την συγκρότηση ενός πολιτικού
υποκειμένου το οποίο τοποθετείται έναντι των γεωπολιτικών διακυβευμάτων. Το χαοτικό
γεωπολιτικό περιβάλλον αποκτά νόημα και δομή, μόνον όταν η απάντηση στο ερώτημα
αυτό καταστεί σαφής, ορθή και λειτουργική.
Πρόκειται για ένα ιδιαιτέρως κρίσιμο ζήτημα που αφορά την επιβίωση και την πρόοδο
ενός κοινωνικού συνόλου το οποίο μπορεί να συγκροτείται σε διάφορες κλίμακες: τοπική, περιφερειακή,
εθνική, υπερεθνική.
Η συζήτηση αυτή
έχει προ πολλού ακινητοποιηθεί στην Ελλάδα. Ο δεξιός οπισθοδρομισμός αρνείται τον
εξελικτικό χαρακτήρα της ταυτότητας και ασκεί λογοκριτική τρομοκρατία σε όποια προσπάθεια
ανανέωσης· ο αριστερός κατεδαφισμός, εξίσου βίαιος, αρνείται την εποικοδομητική
λειτουργικότητα των παραδοσιακών συμβόλων και θεσμών. Ανάμεσα στην Σκύλλα και την
Χάρυβδη, η επιστράτευση της δημιουργικής φαντασίας ακυρώνεται, πριν οδηγήσει σε
συγκροτημένες εναλλακτικές προτάσεις. Η ακινησία δεν ενοχλεί όσο το γεωπολιτικό
πλαίσιο είναι σταθερό- όπως συνέβη στα καθ’ημάς από το τέλος του Εμφυλίου ώς σήμερα.
Όμως, η παρένθεση αυτή ενδέχεται να κλείσει σύντομα. Εφ’όσον επαναπροκύψουν τα προβλήματα
τα οποία συγκλόνισαν τις προηγούμενες γενεές, θα αποκαλυφθεί το πνευματικό κενό.
Αντίθετα με την
οικονομική κρίση, έξωθεν έτοιμες λύσεις δεν θα διατίθενται. Θα πρέπει, τότε, να
απαντηθεί επειγόντως και εκ των ενόντων το καίριο ερώτημα «ποιοί είμαστε;»· όχι πλέον στο πλαίσιο του εθνικιστικού 19ου
ή του ιδεολογικού 20ου, αλλά του πολιτισμικού 21ου αιώνα. Η απάντηση θα επανακαθορίσει τις σχέσεις με τους γείτονές
μας και με τις εμπλεκόμενες στην περιοχή μας μεγάλες δυνάμεις, θα επαναπροσδιορίσει
τους δεσμούς και τις ισορροπίες ανάμεσα στο ελληνικό Κράτος, το κυπριακό Κράτος
και την Διασπορά, θα αναθεωρήσει τις ιεραρχήσεις ανάμεσα στο αθηναϊκό κέντρο και
τις περιφερειακές ή τοπικές οντότητες. Τροφοδοτούμενη από τον ιστορικό χρόνο, τις
συνέχειες, και από τις γεωγραφικές εμπειρίες, τα τοπία, θα πρέπει να νοηματοδοτήσει
και να ανανεώσει την τρωθείσα εθνική υπερηφάνεια, σύμφωνα με τις νέες κυρίαρχες
οικουμενικές αξίες και συνθήκες.
* Ο κ.
Γ. Σ. Πρεβελάκης είναι Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Σορβόννη και Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στον ΟΟΣΑ
(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")