Αποτελεί η Ουκρανική Κρίση Ευκαιρία Στρατηγικής Προσέγγισης Ανάμεσα σε Άγκυρα και Μόσχα;

Ο ρόλος της Άγκυρας στην ουκρανική κρίση εμφανίζεται επαμφοτερίζων, καθώς η Τουρκία δεν φαίνεται να συμμερίζεται την έντονη αντιρρωσική ρητορική που αναπτύσσουν οι δυτικοί της σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ. Αντιθέτως, μια σειρά από εξελίξεις έχουν οδηγήσει στο να σχηματιστεί η εντύπωση πως η σημερινή ηγεσία της Τουρκίας θέτει εν αμφιβόλω τον παραδοσιακό δυτικό προσανατολισμό της χώρας και διευρύνει τις σχέσεις της με την Ρωσία. Θα εξετάσουμε αν και κατά πόσον οι εξελίξεις που δείχνουν κάποια προσέγγιση ανάμεσα σε Μόσχα και Άγκυρα θα μπορούσαν να σημάνουν και μία στρατηγική συμμαχία ανάμεσα στις δύο χώρες, ιδίως σήμερα που βλέπουμε Δύση και Ρωσία να εισέρχονται σε έναν νέο «Ψυχρό Πόλεμο»
energia.gr
Σαβ, 6 Σεπτεμβρίου 2014 - 08:38

Ο ρόλος της Άγκυρας στην ουκρανική κρίση εμφανίζεται επαμφοτερίζων, καθώς η Τουρκία δεν φαίνεται να συμμερίζεται την έντονη αντιρρωσική ρητορική που αναπτύσσουν οι δυτικοί της σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ. Αντιθέτως, μια σειρά από εξελίξεις έχουν οδηγήσει στο να σχηματιστεί η εντύπωση πως η σημερινή ηγεσία της Τουρκίας θέτει εν αμφιβόλω τον παραδοσιακό δυτικό προσανατολισμό της χώρας και διευρύνει τις σχέσεις της με την Ρωσία. Θα εξετάσουμε αν και κατά πόσον οι εξελίξεις που δείχνουν κάποια προσέγγιση ανάμεσα σε Μόσχα και Άγκυρα θα μπορούσαν να σημάνουν και μία στρατηγική συμμαχία ανάμεσα στις δύο χώρες, ιδίως σήμερα που βλέπουμε Δύση και Ρωσία να εισέρχονται σε έναν νέο «Ψυχρό Πόλεμο».

Είναι αλήθεια πως το τελευταίο διάστημα υπήρξαν σημαντικές εξελίξεις που δείχνουν αυξανόμενη αλληλεξάρτηση στον εμπορικό τομέα ανάμεσα στις δύο πλευρές. Π.χ. τον Ιούλιο η Τουρκία πρότεινε στη Ρωσία να χρησιμοποιούνται απευθείας τα εθνικά νομίσματα των δύο χωρών κατά τους αμοιβαίους υπολογισμούς στο πλαίσιο του εξωτερικού εμπορίου. Επίσης, στα τέλη Αυγούστου υπήρξε αύξηση των παραγγελιών από τη Ρωσία προς τις τουρκικές επιχειρήσεις λόγω του ρωσικού εμπάργκο στα αγροδιατροφικά προϊόντα των δυτικών χωρών σε αντίποινα για το εμπάργκο της Δύσης.

Ωστόσο, τέτοιες εξελίξεις αφορούν το οικονομικό πεδίο, ενώ η Τουρκία παραμένει μία χώρα του ΝΑΤΟ που, μάλιστα, κατέχει μία από τις παραδοσιακότερες θέσεις – κλειδιά στην ανάσχεση κάθε προσπάθειας ρωσικής καθόδου στις «θερμές θάλασσες». Αν η Άγκυρα εμφανίζει τάσεις χειραφέτησης από την Δύση, αυτές δεν θα πρέπει να εκληφθούν ως στρατηγική που στόχο έχει την αντιπαράθεση. Ο «νέο-οθωμανισμός», όπως πρόσφατα γράψαμε, έχει στόχο να μετατρέψει την Τουρκία σε αυτόνομο παίκτη και απαραίτητο σύμμαχο για τη Δύση στον χώρο που κάποτε καταλάμβανε η Οθωμανική Αυτοκρατορία κι όχι σε έναν απλό περιφερειακό «πράκτορα» των δυτικών συμφερόντων στην περιοχή. Στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, η Τουρκία δεν θα είχε ανάγκη την Δύση για να εμπεδώσει την πρωτοκαθεδρία της στην περιοχή, αλλά, αντίθετα, όπως στην περίοδο της οθωμανικής ακμής, θα ήταν αυτή ο απαραίτητος, αλλά και απαιτητικός συνομιλητής της.

Έτσι, η Τουρκία δεν θα παύσει να αποτελεί μοχλό ανάσχεσης της Ρωσίας, αλλά θα μπορεί να «παζαρέψει» τον ρόλο αυτό ισότιμα απέναντι στη Δύση. Για τον λόγο αυτό, δεν αποκλείονται στενές σχέσεις σε διάφορα επίπεδα και με την ίδια την Μόσχα. Σαφώς και μία τέτοια στρατηγική, αν οι σχέσεις αυτές υπερβούν κάποιο όριο, ενέχει τον κίνδυνο γεωστρατηγικού … «βραχυκυκλώματος», αλλά γιατί θα πρέπει κάτι τέτοιο να μας εκπλήσσει; Δεν έχουμε ήδη διαπιστώσει τα μηδαμινά, στην καλύτερη περίπτωση, αποτελέσματα του «νέο-οθωμανισμού» για τα τουρκικά συμφέροντα αναφορικά με την «Αραβική Άνοιξη»;

Σε περίπτωση, ωστόσο, που η ρωσική εξάρτηση επί της Τουρκίας αυξανόταν υπέρμετρα, κάτι τέτοιο θα καθιστούσε την Άγκυρα «πιόνι» της Μόσχας με απρόβλεπτες συνέπειες για την ανεξαρτησία της γείτονος αλλά και την ίδια την ύπαρξή της. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για τον μόνιμο εφιάλτη των Τούρκων, αλλά και των Δυτικών. Θυμίζουμε, άλλη μία φορά, πως το 1833 η τσαρική Ρωσία, ανάγκασε τον Σουλτάνο να υπογράψει τη Συνθήκη του Hunkiar Iskelesi, με την οποία η Μόσχα μπορούσε να ζητήσει αποκλεισμό των Στενών για πολεμικά πλοία χωρών εκτός Μαύρης Θάλασσας. Έτσι, η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρέθηκε υπό την ρωσική «προστασία» και επιρροή, ενώ Άγγλοι και Γάλλοι χρειάστηκαν 8 χρόνια για να ανατρέψουν την εν λόγω συνθήκη (με τη Σύμβαση των Στενών του Λονδίνου – Ιούλιος 1841).

Αντίθετα, δεν θα πρέπει να παρασυρόμαστε από το προηγούμενο των σχέσεων Κεμάλ- Λένιν. Επρόκειτο για μία έκτακτη και γι΄ αυτό χρονικά σύντομη χρονική συγκυρία κατά την οποία και οι δύο πλευρές αντιμετώπιζαν κίνδυνο επιβίωσης έναντι της Δύσης. Η περίοδος αυτή ουσιαστικά τερματίστηκε το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή και τυπικά με τη Συνθήκη του Μοντραί για το καθεστώς των Στενών το 1936. Έκτοτε η Τουρκία αποτελεί μέρος του δυτικού συστήματος ασφαλείας κι από το 1952 είναι μέλος του ΝΑΤΟ.

Το ότι σήμερα η Τουρκία δεν φαίνεται να κρατά ενεργά αντιρρωσική στάση στο θέμα της Ουκρανίας οφείλεται, κατά την εκτίμησή μας, σε δύο παράγοντες:

- στην ίδια τη λογική του «νέο-οθωμανισμού», που προσπαθεί να μεγιστοποιήσει τα οφέλη για την Άγκυρα κινούμενη ανάμεσα στους εμπλεκομένους, χωρίς να προχωρά σε δεσμεύσεις. Κάτι ανάλογο έπραξε και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ως «επιτήδειος ουδέτερος» κινήθηκε ανάμεσα στον Άξονα και τους Συμμάχους προσδοκώντας κέρδη κι από τους δύο. (Ας σημειωθεί, ωστόσο, πως ρίγος πανικού κατέλαβε την Τουρκία όταν, τελικά, η ΕΣΣΔ, στη Μάχη του Στάλινγκραντ, ανέτρεψε την ως τότε φορά του πολέμου …)

- στην επίγνωση πως μία υπέρμετρα προκλητική στάση ενάντια στην Ρωσία θα προκαλούσε απότομη κλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες, ιδίως λόγω της γεωγραφικής τους θέσης.

Ας σταθούμε λίγο περισσότερο στο δεύτερο σημείο: Καθώς σήμερα η Κριμαία βρίσκεται σε ρωσικά χέρια, είναι εμφανές πως στόχος της Μόσχας είναι η αύξηση του θαλάσσιου γεωπολιτικού της ρόλου. Από την άλλη, δεν υπάρχει μόνο ο πειρασμός για την Τουρκία να διεκδικήσει ρόλο «προστάτη των Τατάρων» της χερσονήσου. Ακόμη σημαντικότερο είναι πως η Άγκυρα αποτελεί τον θεματοφύλακα της τήρησης της Συνθήκης του Μοντραί. Πιθανή πλημμελής εφαρμογή της σε μόνιμη βάση, υπό νατοϊκή πίεση, θα εκλαμβανόταν από την Μόσχα ως κίνδυνος ακύρωσης του κέδρους από την προσάρτηση της Κριμαίας και ως απειλή «γεωπολιτικής ασφυξίας». Η απάντηση της Ρωσίας δεν ξέρουμε πόσο έντονη θα μπορούσε να είναι και με τι κινδύνους για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια …

Είμαστε, άραγε, μακριά από κάτι τέτοιο; Ουδείς μπορεί να προδικάσει αλλά ούτε και να αποκλείσει τίποτε… Ας σημειώσουμε, απλώς, πως ρωσόφωνοι και Κίεβο ερίζουν για το αν η Μαριούπολη έπεσε στα χέρια των πρώτων στις 5 Σεπτεμβρίου, ενώ το ρωσικό πρακτορείο ITAR- TASS σημείωνε πως τέσσερα πολεμικά πλοία του ΝΑΤΟ (το αμερικανικό αντιτορπιλικό USS Ross, το γαλλικό « Commandant Birot», η καναδική φρεγάτα HMCS Toronto και η ισπανική φρεγάτα Almirante Juan de Borbon) επρόκειτο να εισέλθουν στον Εύξεινο Πόντο πριν από τις 7 Σεπτέμβριου. Μάλιστα, υπογράμμιζε – όχι τυχαία - πως βάσει της Συνθήκης του Μοντραί, πολεμικά πλοία από κράτη εκτός Ευξείνου Πόντου μπορούν να μείνει σε αυτόν για όχι περισσότερο από 21 ημέρες…

Ας υπενθυμίσουμε, επίσης, πως άλλο ένα προπύργιο θαλάσσιας ρωσικής ισχύος και, μάλιστα, το τελευταίο απομεινάρι αυτής στη Μεσόγειο, είναι η βάση στην Ταρτούς (αρχ. Αντάραδος) της Συρίας, η οποία βρίσκεται σε περιοχή που θεωρείται προπύργιο του Άσαντ. Αν υποθέσουμε ότι το ISIS επιχειρήσει να εξαπολύσει επίθεση ενάντια στις κυβερνητικές συριακές δυνάμεις και, στο πλαίσιο αυτό, να πλήξει και την ρωσική βάση, τότε ο κίνδυνος για την Ρωσία θα είναι διπλός: μία πιθανή ήττα του Άσαντ αφ’ ενός θα μετέφερε την Τζιχάντ εντός ρωσικού εδάφους (όπως μαχητές του ISIS πρόσφατα απείλησαν), αφ’ ετέρου θα εκμηδένιζε τη ρωσική ναυτική ισχύ στη Μεσόγειο. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με αποκλεισμό της Κριμαίας από το ΝΑΤΟ μέσω της Οδησσού και της γειτονικής Ρουμανίας, το ρωσικό αίσθημα «γεωπολιτικής ασφυξίας» θα μετετρέπετο σε … αίσθηση «γεωπολιτικού πνιγμού». Αναφέρουμε το σενάριο αυτό γιατί πληθαίνει η αρθρογραφία στον διεθνή Τύπο που θέλει την Τουρκία να έχει σημαντικό ρόλο στην οργάνωση και λειτουργία του ISIS. Αν η αρθρογραφία αυτή είναι βάσιμη, ποιος μπορεί να προβλέψει τη ρωσική αντίδραση απέναντι στην Άγκυρα σε περίπτωση υλοποίησης ενός σεναρίου σαν αυτό που μόλις περιγράψαμε;

Τα περιθώρια ελιγμών και τα όρια εφαρμογής μίας τουρκικής πολιτικής που θα ΄χε στόχο την προσέγγιση με την Μόσχα περιορίζονται από την σταθερή στρατηγική δέσμευσή της στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Από την άλλη, η γεωγραφική θέση της Τουρκίας σε σχέση με τη Ρωσία την καθιστά ιδιαίτερη προσεκτική απέναντί της. Μένει να δούμε αν η υπερφίαλη «στρατηγική μηδενικών προβλημάτων» του «νέο-οθωμανισμού» θα αποδειχθεί ειδικά στις σχέσεις της Άγκυρας με τη Μόσχα «παιχνίδι με τη φωτιά» …