Θεωρητικώς με την κρατούσα συγκυρία, η Ελλάς θα ήταν δυνατόν να αποτελεί
το προκεχωρημένο φυλάκιο στης Δύσεως στην Ανατολή. Ας μην αυταπατώμεθα
καλλιεργώντας ψευδαισθήσεις, όμως, διότι από άποψη υλική, κοινωνικής
δυναμικής, η χώρα είναι απαράσκευος. Πέραν τούτου, ακόμη και όταν το
έθνος έσφυζε κυριολεκτικώς από ζωή, ουδέποτε κατέστη δυνατόν να
αναδειχθεί σε «πρότυπον Βασίλειο της Δύσεως εις την Ανατολή.» Ούτε ποτέ,
οι παλαιότερες ή οι σημερινές Μεγάλες Δυνάμεις ενεπιστεύθησαν αυτόν τον
ρόλο στη χώρα μας. Απομένει, λοιπόν, η δυνατότητα θεωρήσεως των
εξελίξεων.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1960, ο τότε Συντηρητικός πρωθυπουργός της Βρετανίας,
Χάρολντ Μακμίλαν, σε ομιλία του ενώπιον της Βουλής της Νοτίου Αφρικής
στο Κέιπ Τάουν προέβαινε σε μία δραματική ομολογία, «Ανεμος αλλαγής
πνέει σε όλη την ήπειρο. Είτε το θέλουμε είτε όχι η ανάπτυξη της εθνικής
συνειδήσεως είναι πλέον πολιτικό γεγονός». Το σύνθημα της διαλύσεως των
ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών ανά τον κόσμο είχε αμετάκλητα διατυπωθεί.
Κάτι ανάλογο, όχι ταυτόσημο βεβαίως, συμβαίνει σήμερα στις ΗΠΑ επί της
προεδρίας του κ. Μπαράκ Ομπάμα. Η συντριβή μπααθικών καθεστώτων
-οποιασδήποτε παραλλαγής- στο Ιράκ και στη Λιβύη, η υπονόμευση του
καθεστώτος Μπασάρ αλ Ασαντ στη Συρία, η ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ
στην Αίγυπτο ανέδειξαν δυνάμεις ισλαμικές και ριζοσπαστικότατες εκτός
κάθε ελέγχου. Το ιδεολόγημα «εκδημοκρατισμού» του ισλαμικού χώρου
απέτυχε οικτρά. Αλλα τα δεδομένα που ισχύουν στην Ανατολή και άλλα στο
Μανχάταν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σαφώς συντριπτική στρατιωτική υπεροχή σε
επίπεδο παγκόσμιο, μπορούν να πλήξουν στόχους με απόλυτη ακρίβεια και
δύναμη πυρός μοναδική στην ιστορία της ανθρωπότητος. Αλλά επί του
εδάφους υστερούν δραματικά· μπορεί να συντρίψουν τον αντίπαλο στην
κυριολεξία, δεν είναι δυνατόν να δημιουργήσουν νέα τάξη. Είναι εξόχως
ελλειμματικές σε σύγκριση με τις αυτοκρατορίες του παρελθόντος, τις
υπεράκτιες και ευρωπαϊκές -Αψβούργων, Ρώσων και Οθωμανών.
Είναι κατά συνέπεια αναγκασμένη η Ουάσιγκτον να στηριχθεί σε
περιφερειακές δυνάμεις, με τις οποίες από ετών ή πρόσφατα διατηρεί σχέση
αντιπαλότητος ή αμηχανίας. Με άλλα λόγια την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ
Ερντογάν, το θεοκρατικό Ιράν, τον Οίκο των Σαούδ. Προκύπτει συνεπώς η
ανάγκη επαναφοράς στο καθεστώς της «ισορροπίας δυνάμεων», στην περιοχή -
αντίληψη αναιρετική της «μονοκρατορίας», την αφελώς προβληθείσα και
ανεπιτυχώς εφαρμοσθείσα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως.
Είναι ενδιαφέρον, όμως, ότι προβάλλεται από κορυφαίους αναλυτές των ΗΠΑ.
Ο κ. Ερντογάν και ο στενός του συνεργάτης, κ. Αχμέτ Νταβούτογλου, ορθώς
διείδαν το αδιέξοδο της πολιτικής των ΗΠΑ και των άλλων δυτικών
δυνάμεων. Απέτυχαν όμως στην πράξη.
Βεβαίως καμία από τις τρεις αναδυόμενες περιφερειακές δυνάμεις, που το
ειδικό τους βάρος αυξάνεται σημαντικά λόγω της συγκυρίας, δεν πρόκειται
να ενεργήσει ως όργανο εκτελεστικό της πολιτικής των ΗΠΑ και γενικότερα
της Δύσεως. Θα αξιοποιήσουν πιθανότατα την αδυναμία διαχειρίσεως του
χάους από τις μεγάλες δυνάμεις του «πολιτισμένου κόσμου», δίχως να είναι
βέβαιο ότι μία στοιχειώδης τάξη μπορεί να επιβληθεί. Εδώ εις την Αθήνα
θα παρακολουθούμε απλώς την αύξηση ισχύος της γείτονος Τουρκίας, αφού η
ανάμειξή μας στα τεκταινόμενα εις την περιοχή θα είναι απλώς ολέθρια.
(του Κώστα Ιορδανίδη, από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 14/09/2014)