Το σχέδιο της παραχώρησης των 14 περιφερειακών αερολιμένων σε ιδιώτες επενδυτές για 40+10 χρόνια αποκαλύπτει «Το Βήμα της Κυριακής», φωτίζοντας για πρώτη φορά άγνωστες πτυχές της εμβληματικότερης πρωτοβουλίας του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων που τρέχει το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).
Οι συμβάσεις παραχώρησης των αεροδρομίων θυμίζουν σε πολλά τις συμβάσεις με τις οποίες ξεκίνησαν οι πέντε οδικοί άξονες επί υπουργίας του κ.Γ. Σουφλιά. Η πρώτη ομάδα αποτελείται από τα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας, Χανίων, Ζακύνθου, Κεφαλληνίας, Ακτίου και Καβάλας ενώ η δεύτερη από τους αερολιμένες Ρόδου, Κω, Σαντορίνης, Μυκόνου, Μυτιλήνης, Σάμου και Σκιάθου.
Οι δύο συμβάσεις προβλέπουν επενδύσεις από τους ιδιώτες προκειμένου τα αεροδρόμια να συμμορφωθούν με τα προκαθορισμένα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών με βάση τα διεθνή στάνταρ της ΙΑΤΑ. Ωστόσο, η περαιτέρω ανάπτυξη των υποδομών των αεροδρομίων θα αποτελέσει καθαρά επιχειρηματική απόφαση η οποία θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη της επιβατικής κίνησης και της κίνησης των αεροσκαφών, περίπου όπως προβλέπεται για το Ελ. Βενιζέλος.
Το ύψος των επενδύσεων θα καθοριστεί από τις οικονομικές προσφορές των αναδόχων. Σύμφωνα, πάντως, με μελέτη των τεχνικών συμβούλων του ΤΑΙΠΕΔ, το ύψος των επενδύσεων που απαιτούνται τα πρώτα τέσσερα χρόνια της παραχώρησης ανέρχονται μεταξύ 200 και 250 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, οι ιδιώτες δεσμεύονται για την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών οι οποίες θα εξασφαλίσουν υψηλό επίπεδο εξυπηρέτησης και μάλιστα θα υπάρχει point system με ποινές ενώ θα ελέγχονται από διεθνείς φορείς κύρους. Για παράδειγμα, οι επιβάτες θα πρέπει στην πλειονότητά τους να εξυπηρετούνται στο check in σε 15 λεπτά ενώ η τελευταία βαλίτσα θα πρέπει να έχει φθάσει στον κάτοχό της μισή ώρα μετά την προσγείωση του αεροσκάφους.
Το Δημόσιο ποντάρει πολλά στην παραχώρηση των αερολιμένων καθώς περιμένει... λεφτά. Το κράτος θα εισπράξει αρχικό εφάπαξ τίμημα πληρωτέο με την έναρξη της παραχώρησης, θα λαμβάνει ένα ετήσιο σταθερό ποσό και ένα ποσοστό επί των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων των παραχωρησιούχων (μετά την πρώτη τριετία) κάθε χρόνο για 37 χρόνια, θα παίρνει εισφορά ενός ευρώ από κάθε αναχωρούντα επιβάτη και θα απορροφά χρήματα υπέρ της Πολεμικής Αεροπορίας ως αποζημίωση για τη χρήση των αεροδρομίων μεικτής χρήσης. Το συνολικό ποσόν δεν μπορεί, φυσικά, να προβλεφθεί αφού θα καθοριστεί από τις οικονομικές προσφορές των υποψήφιων επενδυτών.
Με την εξαίρεση του «Μακεδονία», τα υφιστάμενα αεροδρόμια δεν έχουν χώρους για ανάπτυξη περισσοτέρων δραστηριοτήτων οι οποίες είναι κρίσιμες για την ομαλή οικονομική δραστηριότητα των αερολιμένων, διεθνώς. Οι ιδιώτες επενδυτές θα καταθέσουν 20ετή σχέδια ανάπτυξης για κάθε αεροδρόμιο και με βάση τις προβλέψεις της επιβατικής κίνησης θα μπορούν να προχωρήσουν σε επέκταση των δραστηριοτήτων τους ενώ οι απαλλοτριώσεις θα γίνονται δαπάναις του Δημοσίου. Ωστόσο, όλα θα γίνονται με την υφιστάμενη περιβαλλοντική και πολεοδομική νομοθεσία, χωρίς εξαιρέσεις. Μάλιστα, οι ιδιώτες θα υποχρεούνται να εναρμονίζουν αισθητικά την αρχιτεκτονική των αεροδρομίων με το τοπικό ύφος και το περιβάλλον.
Το υπουργείο Υποδομών φαίνεται να έχει διδαχθεί τα μεγάλα λάθη που διέπραξε από τις συμβάσεις των αυτοκινητοδρόμων και περιόρισε εν μέρει τη «βεντάλια» των δεσμεύσων, η μη τέλεση των οποίων θα μπορούσε να οδηγήσει σε οικονομικές αξιώσεις από τους ιδιώτες.
Κυβερνητικές πηγές αποκαλύπτουν ότι «έχοντας ως γνώμονα την προηγούμενη εμπειρία, έγινε προσπάθεια εξορθολογισμού των υποχρεώσεων του Δημοσίου σε σχέση με το εύρος τους, τις προθεσμίες ολοκλήρωσης των έργων και τις απαλλοτριώσεις».
Μεταξύ άλλων, το κράτος θα αναλάβει την ανεμπόδιστη πρόσβαση και χρήση των χώρων των αεροδρομίων από τον παραχωρησιούχο, την έγκαιρη ολοκλήρωση των δημοσίων έργων όπου αυτά εκτελούνται, την έκδοση των αδειών και εγκρίσεων και τη συντέλεση απαλλοτριώσεων που θα χρειάζονται, σύμφωνα με τα σχέδια ανάπτυξης των αερολιμένων.
Το Δημόσιο, βεβαίως, δεσμεύεται να συνεχίσει να επενδύει στη βελτίωση και στην αναβάθμιση των αεροναυτιλιακών υποδομών. Επίσης, το κράτος δεν θα μπορεί να δημιουργήσει νέα αεροδρόμια στις επίμαχες περιοχές, ούτε και να επιβάλει νέα αεροπορικά τέλη καθώς αυτό θα αποτελέσει αιτία καταγγελίας της σύμβασης. Ωστόσο, όλα αυτά απαιτούν την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, η οποία καλείται να κερδίσει το στοίχημα, ειδάλλως οι όποιες καθυστερήσεις θα «μεταφράζονται» σε οικονομικές αξιώσεις από τους ιδιώτες.
Οπως και στους οδικούς άξονες, έτσι και στα αεροδρόμια προβλέπονται μια σειρά από γεγονότα καταγγελίας λόγω ευθύνης του παραχωρησιούχου ή του Δημοσίου τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε καταγγελία της σύμβασης. Ετσι, οι ιδιώτες και οι δανειστές τους δικαιούνται αποζημίωσης η οποία υπολογίζεται με αντικειμενικά κριτήρια, με βάση την αξία των αεροδρομίων.
Εκδήλωσαν ενδιαφέρον - Προτάσεις από τρεις κοινοπραξίες
Οι χρεώσεις των ταξιδιωτών θα είναι κατά μέγιστον 14,5 ευρώ ανά αναχωρούντα επιβάτη πριν από την ολοκλήρωση των επενδύσεων, με πλαφόν τα 20 ευρώ στη συνέχεια. Το «Σπατόσημο» αντικαθίσταται από Τέλος Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αεροδρομίου το οποίο θα είναι 12 ευρώ έως το 2024 και 3 ευρώ έως τη λήξη της παραχώρησης. Εάν η επιβατική κίνηση μειωθεί σημαντικά για συνεχείς χρονιές, η ΥΠΑ θα καλεί τον παραχωρησιούχο σε διαπραγμάτευση για τη μείωση των τελών. Το 2054, όταν λήξει η παραχώρηση, κράτος και ιδιώτες θα μπορούν να διαπραγματευθούν την επέκταση της σύμβασης για άλλα 10 χρόνια.
Για τα αεροδρόμια μεικτής χρήσης, οι ιδιώτες θα υπογράψουν συμφωνία με την Πολεμική Αεροπορία, την οποία θα αποζημιώνουν για τη χρήση των διαδρόμων.
Οι ιδιώτες δεν θα υποχρεωθούν να προσλάβουν τους υπαλλήλους της ΥΠΑ που εργάζονται σήμερα στα περιφερειακά αεροδρόμια, ωστόσο θα υποσχεθούν ότι θα καταβάλουν προσπάθεια να τους απασχολήσουν με όρους αγοράς.
Επίσης, κάθε μετοχική ή οικονομική αλλαγή του παραχωρησιούχου θα χρειάζεται έγκριση του Δημοσίου. Για τα έργα ανάπτυξης οι ιδιώτες θα συμβάλλονται με εργολάβους, με τη μέθοδο της μελετοκατασκευής.
Οι κοινοπραξίες Vinci - Ελλάκτωρ, Fraport - όμιλος Κοπελούζου και Corporacion America - ΜΕΤΚΑ είναι τα τρία σχήματα που κατέθεσαν οικονομικές και τεχνικές προτάσεις. Η κατακύρωση του αποτελέσματος αναμένεται εντός του Νοεμβρίου.
(από την Εφημερίδα: "Το Βήμα")