Όπως είχε προαναγγείλει ο πρόεδρος Τραμπ από τον περασμένο Μάιο, όταν οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από την διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, γνωστή ως JCPOA- αφού προηγουμένως την κατήγγειλαν και τη δαιμονοποίησαν με κάθε δυνατό τρόπο -η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε στις 5 Νοεμβρίου στην επιβολή μιας ολόκληρης σειράς νέων κυρώσεων κατά της Τεχεράνης.
Οι κυρώσεις αυτές, που είναι πολύ πιο εκτενείς και σκληρές σε σύγκριση με αυτές που είχε επιβάλει η προεδρία Ομπάμα το 2012 (όταν και πάλι είχαν επιβληθεί κυρώσεις περιορισμένες κυρίως στις πετρελαϊκές εξαγωγές και με την πλήρη υποστήριξη και σύμπραξη της ΕΕ), αποβλέπουν στον πλήρη οικονομικό και εμπορικό αποκλεισμό -για να μην πούμε στραγγαλισμό- της Τεχεράνης υπό το έωλο επιχείρημα της σύναψης μιας ‘καλύτερης’ συμφωνίας, όπως προκύπτει από τα λεγόμενα του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών, Στίβεν Μούντσιν.
Οι τωρινές αμερικανικές κυρώσεις κατά του Ιράν είναι πράγματι σαρωτικές, αφού προβλέπουν την τιμωρία κρατών και εταιρειών, μέσω της επιβολής δυσβάστακτων χρηματικών προστίμων, εάν εξακολουθήσουν να συναλλάσσονται με την Τεχεράνη, τον αποκλεισμό εταιρειών και φυσικών προσώπων από την αμερικανική αγορά, την πλήρη αποκοπή της κεντρικής τράπεζας του Ιράν από διεθνείς τραπεζικές συναλλαγές και ασφαλώς το μηδενισμό των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου και άρα τη στέρηση από την κυβέρνηση του Ιράν των απαραίτητων οικονομικών πόρων για τη λειτουργία της οικονομίας, που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από κρατικές επενδύσεις και επιδοτήσεις.
|