Επιμένουν οι προμηθευτές στην κατάργηση της χρέωσης που επιβλήθηκε στο παρελθόν στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και η οποία θεσπίστηκε ως έκτακτο μέτρο για τη μείωση του τότε διαπιστωμένου ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ τιτλοφορούμενη «Μέσο μεταβλητό κόστος θερμικών συμβατικών σταθμών» (ΜΜΚΘΣΣ)

Σύμφωνα με επιστολή του Ελληνικού Συνδέσμου Εμπόρων και Προμηθευτών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΕΠΗΕ) που εστάλη στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) στο πλαίσιο της διαβούλευσης επί της εισήγησης της ΔΑΠΕΕΠ για την τροποποίηση του Κώδικα Διαχειριστή ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης, τα  ποσά που καταβάλλουν οι παραγωγοί και οι προμηθευτές για την ενέργεια από σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. «καταβάλλονται κατά τρόπον ώστε να αντανακλούν κατ` ελάχιστον το μεσοσταθμικό μεταβλητό κόστος των θερμικών συμβατικών σταθμών και να αναλογούν στην ενέργεια που εγχέεται κατά προτεραιότητα στο σύστημα μεταφοράς και στο δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής χώρας και των συνδεδεμένων με αυτά νησιών…».

Όπως αναφέρουν οι προμηθευτές, η συγκεκριμένη χρέωση καθιερώθηκε σε μία εποχή που υπήρχε συσσωρευμένο λογιστικό έλλειμμα στα έσοδα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ ενώ συγχρόνως τα τρέχοντα έσοδα υστερούσαν σημαντικά των δαπανών. Αναφέρονται μάλιστα στην αιτιολογική έκθεση του νόμου 4152/2013 που καθιέρωσε την εν λόγω χρέωση: «…Με τη ρύθμιση τροποποιείται ο τρόπος υπολογισμού της χρέωσης της παραγόμενης ενέργειας στον προμηθευτή, καθώς ο υφιστάμενος ενδέχετο να οδηγήσει σε τιμή κατά πολύ μικρότερη της τιμής με την οποία αποζημιώνεται ο παραγωγός με αποτέλεσμα το επιπλέον κόστος να επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή μέσω του ΕΤΜΕΑΡ.»

 Σήμερα, όπως επισημαίνεται στην επιστολή του ΕΣΕΠΗΕ «εκτός του ότι ο λογαριασμός είναι σαφώς πλεονασματικός (συνυπολογίζοντας και το περιθώριο ύψους περίπου 70 εκατομμυρίων € που συμφωνήθηκε προσφάτως με τους θεσμούς), τα τρέχοντα δομικά έσοδα (ΟΤΣ, CO2 και ΕΤΜΕΑΡ) επαρκούν για τη χρηματοδότηση των εκροών ενώ οι νέες μονάδες ΑΠΕ & ΣΗΘΥΑ που εντάσσονται στο Σύστημα μέσω διαγωνισμών, αποζημιώνονται σχεδόν με την τιμή της αγοράς, ως εκ τούτου η διαφορική επιβάρυνση του ΕΛΑΠΕ είναι ελάχιστη».

Κατά συνέπεια, οι προμηθευτές θεωρούν ότι «μετά την ορθή ρυθμιστικά πρωτοβουλία του Υπουργείου για την κατάργηση των λοιπών ad hoc και εκτάκτων μέτρων που είχαν κατά καιρούς ληφθεί (λ.χ. ΠΧΕΦΕΛ, ειδικό τέλος λιγνίτη) ώστε ο λογαριασμός να είναι δομικά και βιώσιμα ισοσκελισμένος, χωρίς παράδοξες επιβαρύνσεις στους εγχώριους προμηθευτές, επιβάλλεται η άμεση κατάργηση και της συγκεκριμένης χρέωσης».

Όπως υποστηρίζουν, η συνολική επιβάρυνση της αγοράς από το ΜΜΚΘΣΣ το 2018 ανήλθε σε περίπου 55εκατ. ευρώ ενώ το 2019 έχει «προϋπολογιστεί» από το ΛΑΓΗΕ σε 59 περίπου εκατ. ευρώ. Η άμεση κατάργηση της επιβάρυνσης των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται, σύμφωνα με τον ΕΣΕΠΗΕ να δώσει μία νέα ώθηση στην ανάπτυξη περαιτέρω ανταγωνισμού στο επίπεδο της λιανικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της αξιοσημείωτης ελάφρυνσης και του δεσπόζοντος προμηθευτή, η παρατεινόμενη δεινή οικονομική κατάσταση του οποίου προκαλεί ανυπολόγιστη ζημία στην αγορά ηλεκτρισμού αλλά και σε επίπεδο εγχώριας βιομηχανικής πολιτικής.

Και οι προμηθευτές καταλήγουν στην επιστολή τους: «Αναφορικά με τους υπολογισμούς των Μηνιαίων Χρεώσεων Εκπροσώπων Φορτίου για Πελάτες Δικτύου, θεωρείται ότι η περίπτωση iii της παραγράφους Β του Άρθρου 24, αυξάνει μάταια τόσο την πολυπλοκότητα των υπολογισμών από την πλευρά του Διαχειριστή του Δικτύου Διανομής όσο και την πολυπλοκότητα των ελέγχων από την πλευρά των Προμηθευτών, εισάγοντας την απαίτηση έναντι χρέωσης ανά πελάτη και κατ΄ επέκτασιν την ανάγκη για εκ των υστέρων εκκαθάριση. Εμμένοντας στη πάγια θέση του ΕΣΕΠΗΕ για την ύπαρξη διαφάνειας στις χρεώσεις, προτείνουμε την διαγραφή της περίπτωσης iii) ώστε οι υπολογισμοί της χρέωσης του ΕΤΜΕΑΡ να στηρίζονται αποκλειστικά σε δεδομένα καταμετρήσεων».