Οριακή άνοδο κατέγραψε τον Δεκέμβριο ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα και διαμορφώθηκε στις 91,5 μονάδες, έναντι 91 μονάδων τον Νοέμβριο. Βελτίωση του σχετικού δείκτη καταγράφεται τόσο στην Ε.Ε.-27 με 89,5 μονάδες, έναντι 86,7, όσο και στην Ευρωζώνη, με 90,4 μονάδες, έναντι 87,7 τον Νοέμβριο. Σύμφωνα με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) το οποίο διεξάγει

τη σχετική έρευνα, η συγκράτηση του δείκτη είναι αποτέλεσμα κυρίως της βελτίωσης προσδοκιών στη βιομηχανία, τομέας που αφενός δεν αναγκάστηκε να αναστείλει τη λειτουργία του, αφετέρου συνδέεται περισσότερο με το διεθνές οικονομικό περιβάλλον, το οποίο ήταν λιγότερο δυσμενές στο τέλος του 2020 απ’ ό,τι εγχωρίως.

Ταυτόχρονα, σημειώνεται μικρή ανάκαμψη και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, έπειτα από πέντε μήνες συνεχούς υποχώρησης. Ουσιαστικά η συνέχιση των μέτρων και κατά την εορταστική περίοδο είχε ήδη σε μεγάλο βαθμό προεξοφληθεί στην έρευνα του Νοεμβρίου, οπότε ο δείκτης είχε επιδεινωθεί.

Ωστόσο, η επαναλειτουργία φυσικών καταστημάτων σε ορισμένες δραστηριότητες και η εφαρμογή νέων μορφών πωλήσεων, όπως ηλεκτρονικών ή τηλεφωνικών παραγγελιών και «παραλαβή στην πόρτα», αναθέρμαναν ελαφρώς την αγορά, αλλά υποκατέστησαν μικρό μόνο μέρος του συνηθισμένου κύκλου εργασιών στην εορταστική περίοδο και σε ορισμένες μόνο κατηγορίες αγαθών.

Ευρύτερα, πάντως, στον επιχειρηματικό τομέα η απαισιοδοξία διατηρείται, καθώς οι επιχειρήσεις καλούνται να αναπροσαρμόζουν τη λειτουργία τους ανάλογα με τις εξελίξεις στο πεδίο της πανδημίας, ενώ δεν υπάρχει ακόμη ξεκάθαρη ορατότητα για τη λήξη της.

Τα τρέχοντα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, σημειώνει το ΙΟΒΕ, επιδρούν εν μέρει ανασχετικά στις επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μεσοπρόθεσμα την κανονική λειτουργία της αγοράς και τονίζει ότι οι παρεμβάσεις πολιτικής που θα πραγματοποιηθούν προσεχώς είναι κρίσιμες και είναι σκόπιμο να αφορούν ενεργητικές δράσεις υποβοήθησης της προσαρμογής των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες και λιγότερο ενίσχυσή τους στην τρέχουσα κατάστασή τους.

* Βιομηχανία: Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία ενισχύθηκε τον Δεκέμβριο στις 93,3 (από 89,2 τον Νοέμβριο) μονάδες, επίπεδο ωστόσο σαφώς χαμηλότερο από το αντίστοιχο περσινό (104,2 μονάδες). Από τις βασικές μεταβλητές του δείκτη, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και την τρέχουσα ζήτηση ήταν σχεδόν αμετάβλητο, όπως και το ύψος των αποθεμάτων, ενώ το ισοζύγιο προβλέψεων για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες ενισχύθηκε αισθητά.

* Κατασκευές: Αντίθετα, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές εξασθένισε σημαντικά τον Δεκέμβριο στις 67,2 μονάδες (από 80,3 τον Νοέμβριο), επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο από το αντίστοιχο περσινό (90 μονάδες). Στους επιμέρους κλάδους, η υποχώρηση ήταν έντονη στα δημόσια έργα, ενώ αντίθετα στις ιδιωτικές κατασκευές οι προσδοκίες ενισχύθηκαν σημαντικά. Από τις βασικές μεταβλητές του δείκτη, οι αρνητικές προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων ενισχύθηκαν έντονα, ενώ, παράλληλα, οι αρνητικές προβλέψεις για την απασχόληση ήταν αμετάβλητες.

* Λιανικό εμπόριο: Και ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο εξασθενεί τον Δεκέμβριο στις 78,4 (από 86,9) μονάδες, καθώς δεν υπήρξε απόφαση για επανέναρξη λειτουργίας κατά την εορταστική περίοδο, παρά μόνο μια νέα μέθοδος «παραλαβής στην πόρτα» ηλεκτρονικών παραγγελιών στα καταστήματα. Ουσιαστικά, η υποχώρηση είναι αποτέλεσμα πτωτικής τάσης σε όλους τους κλάδους, με εξαίρεση τα υφάσματα-ένδυση-υπόδηση τα οποία ενισχύθηκαν μέσω online πωλήσεων, αλλά από πολύ χαμηλή βάση.

* Υπηρεσίες: Μικρή υποχώρηση παρουσιάζει τον Δεκέμβριο και ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις υπηρεσίες και διαμορφώνεται στις 65,0 μονάδες, από 69,3 τον Νοέμβριο. Από τις επιμέρους μεταβλητές του δείκτη, οι αρνητικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση ενισχύονται, όπως και εκείνες για τη ζήτηση, ενώ οι αρνητικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους αμβλύνονται ελαφρά.

* Καταναλωτική εμπιστοσύνη: Βαθιά αρνητικός, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παρουσίασε μικρή ανάκαμψη τον Δεκέμβριο και διαμορφώθηκε στις -44,7 (από -48,3) μονάδες, επίπεδο πολύ χαμηλότερο εκείνου πριν από έναν χρόνο (-6,2 μονάδες). Η βελτίωση των επιδημιολογικών δεδομένων στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο, σε συνδυασμό με την επαναλειτουργία φυσικών καταστημάτων σε συγκεκριμένες δραστηριότητες και την εφαρμογή του click-away στο λιανικό εμπόριο για την εορταστική περίοδο, καθώς και οι προσδοκίες άρσης σε κάποιο βαθμό του lockdown από τις αρχές Ιανουαρίου, θεωρούνται οι βασικές αιτίες της κάμψης της απαισιοδοξίας των νοικοκυριών. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι τελικά η αναστολή λειτουργίας παρατάθηκε στην αρχή του νέου έτους, αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στις προσδοκίες τους τον Ιανουάριο. Παρά τη μικρή άνοδο του δείκτη, η προηγηθείσα υποχώρησή του επί πεντάμηνο διατηρεί τους Έλληνες καταναλωτές στην πρώτη θέση στην κατάταξη ως προς τους περισσότερο απαισιόδοξους καταναλωτές στην Ε.Ε., με διαφορά από εκείνους στις χώρες που έπονται. Την Ελλάδα ακολουθούν η Κύπρος και η Βουλγαρία, με -32,9 και -32,5 μονάδες αντίστοιχα. Στην τέταρτη θέση βρίσκονται οι καταναλωτές της Σλοβενίας, με -31,9 μονάδες, ενώ την πεντάδα κλείνει η Πορτογαλία με -27,0 από -30,8 μονάδες τον προηγούμενο μήνα.

(Από τη Ναυτεμπορική)