Γιατί Πάνε Τόσο Άσχημα οι Εταιρείες Ανανεώσιμης Ενέργειας;

Γιατί Πάνε Τόσο Άσχημα οι Εταιρείες Ανανεώσιμης Ενέργειας;
του Αντώνη Αγγελόπουλου*
Παρ, 27 Σεπτεμβρίου 2024 - 14:14

Στην Ελλάδα έχουμε μια υστέρηση στο να παρακολουθούμε τις τάσεις της διεθνούς οικονομίας. Αν τις παρακολουθούσαμε προσεκτικά θα μπορούσαμε να διδαχθούμε από τα σφάλματα των άλλων και να μην τα επαναλάβουμε. Δυστυχώς εμείς τα επαναλαμβάνουμε και μάλιστα στην πιο ακραία εκδοχή τους. Αναφέρομαι στις εταιρείες ανανεώσιμης ενέργειας και στο εκ του πονηρού αφήγημα ότι η εγκατάσταση αιολικών πάρκων ή φωτοβολταϊκών ωφελεί τους καταναλωτές. Ας δούμε τί γίνεται έξω. Η νορβηγική εταιρεία Statkraft, η μεγαλύτερη παραγωγός ανανεώσιμης ενέργειας στην Ευρώπη, ανακοίνωσε πρόσφατα ότι αναθεωρεί τα σχέδιά της να χτίσει νέα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα

λόγω χαμηλότερων τιμών ηλεκτρικού (ναι, στην Δυτική Ευρώπη οι τιμές του ρεύματος είναι χαμηλές) και υψηλότερων κατασκευαστικών δαπανών.

Η Statkraft είναι ιδιοκτησίας του νορβηγικού δημοσίου και παράγει ενέργεια κυρίως με τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια που διαθέτει. Οπως η δανέζικη Orsted πριν απ’ αυτούς, προσεβλήθησαν και οι Νορβηγοί από τον πυρετό των ανανεώσιμων και είχαν εξαγγείλει την εγκατάσταση 2,5-3 GW ετησίως από το 2025 και εξής. Τα αναθεωρημένα τους σχέδια, κατά την νέα CEO της εταιρείας Birgitte Vartdal, είναι να εγκαθιστούν 2-2,5 GW ετησίως από το 2026 και εξής. Με αυτήν την ισχύ μπορούν να προμηθεύουν ηλεκτρικό σε περίπου 2,5 εκατομμύρια νοικοκυριά. Χρησιμοποιώντας διπλωματική γλώσσα η κυρία Vartdal δήλωσε: «Εξακολουθούμε να πιστεύουμε στην offshore αιολική ενέργεια και θέλουμε να μείνουμε εκεί, όμως αποφασίσαμε να περιορίσουμε τις φιλοδοξίες μας» (Financial Times 27/06/24).

Επίσης η Statkraft μείωσε τους στόχους της και για την παραγωγή υδρογόνου από 2GW μέχρι το 2030 σε 1-2 GW μέχρι το 2035. Αλλη εταιρεία που «το ξανασκέφτεται», εκτός της Orsted βέβαια που ανακοίνωσε πέρυσι ότι εγκαταλείπει τελείως τις ανανεώσιμες μετά από μεγάλες ζημιές στις ΗΠΑ, είναι η πορτογαλική EDP και ο γαλλικός κολοσσός Engie. Τι συμβαίνει;

Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η πραγματική ανάγκη περιορισμού των εκπομπών CO2 χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει στη συνείδηση του κόσμου την απαξίωση χτισμένων (και στις περισσότερες περιπτώσεις αποσβεσμένων) εργοστασίων παραγωγής ενέργειας, θερμοηλεκτρικών ή υδροηλεκτρικών, με ένα δίκτυο διανομής που έχει αναπτυχθεί συμβιωτικά, και την αντικατάστασή τους από νέες μονάδες ηλιακής ή αιολικής (onshore ή offshore) ενέργειας οι οποίες:

  • Δεν παράγουν ενέργεια συνεχώς, συνεπώς χρειάζονται εξ ορισμού ένα ολόκληρο συμβατικό σύστημα παραγωγής ενέργειας να συντηρείται και να είναι standby
  • Χτίζονται σε απομακρυσμένα σημεία της χώρας και απαιτούν από το Δίκτυο να προβεί σε πολύ υψηλές επενδύσεις για να τις προσεγγίσει.
  • Αυξάνουν την δυσκολία εξισορρόπησης της προσφοράς με τη ζήτηση και συνεπώς αυξάνουν τον κίνδυνο blackouts, τα οποία έχουν συχνά καταστροφικές συνέπειες στην παραγωγική οικονομία.
  • Τέλος, ίσως το πιο σημαντικό, η τεχνολογία και στα αιολικά και στα ηλιακά δεν είναι ώριμη. Εξελίσσεται συνεχώς με αποτέλεσμα κανένα επενδυτικό σχέδιο να μην έχει τεχνική σιγουριά (το ίδιο ισχύει και για τις μπαταρίες, οι οποίες βρίσκονται σε συνεχή τεχνολογική αναθεώρηση).
  • Συνεπώς, παρά τον ευλογοφανή ισχυρισμό ότι το ηλεκτρικό ρεύμα από ανανεώσιμες πηγές είναι φτηνότερο, στην πραγματικότητα υπάρχουν κίνδυνοι που θα ενσωματωθούν στην τιμή του καταναλωτή, είτε μας αρέσει είτε όχι. Υπάρχει ένα κόστος που περιφέρεται σαν την «καυτή πατάτα»: είτε θα το πληρώσει ο επενδυτής, είτε το κράτος είτε ο δυστυχής καταναλωτής.

Υπάρχει στην Ευρώπη εμφανής πριμοδότηση των ΑΠΕ, κυρίως μέσα από τις εγγυήσεις που δίνει το Ταμείο Ανάκαμψης. Πρέπει όλα τα υποβαλλόμενα προς έγκριση σχέδια να υπηρετούν το αφήγημα της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και το «πρασίνισμα» της οικονομίας. Η ευκολία της χρηματοδότησης, και η βεβαιότητα ότι συμβατικά εργοστάσια εγκαταλείπονται (όπως σε μας η Πτολεμαΐδα) για να ευνοηθούν οι ΑΠΕ, κάνει τους επενδυτές να τις θεωρούν εξαιρετικά δελεαστική επένδυση. Αυτές οι νεοφυείς εταιρείες (αλλά και παρακλάδια παλαιών ενεργειακών κολοσσών που φιλοδοξούν να πάρουν κι αυτοί μερίδιο της νέας αγοράς, όπως η Engie στη Γαλλία) θεώρησαν την κερδοφορία τους δεδομένη. Παραγνώρισαν τους κινδύνους που ανέφερα παραπάνω, ή θεώρησαν βέβαιο ότι θα τους επωμισθεί το κράτος-πελάτης. Χωρίς να έχουν χτίσει ούτε μια ανεμογεννήτρια ακόμα, συμμετείχαν σε διαγωνισμούς για μελλοντικές ανάγκες ηλεκτρικού και προπώλησαν ενέργεια σε τιμές εξευτελιστικές, αλλά δεσμευτικές για τους ίδιους. Ηταν τέτοιος ο ζήλος του νεοπροσήλυτου που δεν τους πέρασε από το μυαλό ότι τα επιτόκια μπορεί να αυξηθούν και τα κόστη εγκατάστασης να είναι πολλαπλάσια απ’ ότι προέβλεπαν τα επενδυτικά τους σχέδια.

Στην αρχή τα πράγματα πήγαιναν καλά. Το finance, παρότι εξοικιωμένο με τη γλώσσα των κινδύνων, αναζητεί καταστάσεις όπου η κερδοφορία είναι κατ’ ουσίαν εγγυημένη. Τομείς ολιγοπωλιακοί, ή υπηρεσίες κοινής ωφέλειας όπου το κράτος θα υποχρεωθεί να ενισχύσει τον καταναλωτή εάν η κατάσταση εκτραχυνθεί, είναι ακριβώς εκείνοι οι τομείς που προσελκύουν τα κερδοσκοπικά κεφάλαια. Εμπαιναν οι επενδυτές αθρόως, μάλιστα κάποιες από τις εταιρείες αυτές εισήχθησαν σε χρηματιστήρια. Οταν οι συνθήκες άλλαξαν το κόστος δανεισμού από 2% πήγε στο 6% μέσα σ’ένα χρόνο και ο πληθωρισμός διπλασίασε το κόστος των τουρμπίνων. Οι τιμές όμως στις οποίες είχαν προπωλήσει την ενέργεια (που θα παρήγαγαν στο μέλλον) έμειναν σταθερές. Αρα η κερδοφορία έμεινε στα χαρτιά κι έχουμε όλες αυτές τις μεταμέλειες με τις οποίες ξεκίνησα το κείμενό μου.

Αντί να αντιμετωπίζουμε την ενέργεια ως κοινωνικό αγαθό και συντελεστή κόστους για την παραγωγική οικονομία, την αντιμετωπίζουμε ως επενδυτικό όχημα. Υπό το πρόσχημα της κλιματικής αλλαγής κατεύθονται χρήματα σε εταιρείες που θέλουν σίγουρη αγορά (οπισθογραφημένη από το Κράτος) και υψηλές τιμές. Το αποτέλεσμα είναι να παράγεται ενέργεια ακριβή και αχρείαστη, που όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες (και η Ελλάδα βέβαια) λένε με σιγουριά ότι θα την εξάγουν στους γείτονες τους!

*Ανώτερο Διευθυντικό Στέλεχος μεγάλου Ελληνικού Ομίλου Επιχειρήσεων