Πολύ αργά και περιορισμένης αποτελεσματικότητος, δοθέντος ότι τα συγκεκριμένα επιθετικά συστήματα δεν έχουν το απαραίτητο βεληνεκές ώστε να πλήξουν μεγάλες πόλεις όπως η Μόσχα.
Πρόκειται με άλλα λόγια για ακόμη ένα λάκτισμα, μάλλον σπασμωδικό, ενός πολέμου του οποίου ηγήθη ο πρόεδρος Μπάιντεν και η πλειονότητα των εταίρων της Ουάσιγκτον στο ΝΑΤΟ εναντίον της Ρωσίας του απεχθούς Βλαντιμίρ Πούτιν. Προηγουμένως οι ηγέτες δύο κρατών του ΝΑΤΟ, περιορισμένων πυρηνικών δυνατοτήτων –ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ– στην πρώτη διμερή συνάντησή τους είχαν αναφερθεί στην ανάγκη χρήσεως βαλλιστικών πυραύλων από το Κίεβο.
Το πρακτορείο Bloomberg μετέδωσε χθες ότι βρετανικοί πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς έπληξαν στόχους στη Ρωσία, με το Λονδίνο να μη διαψεύδει ή να επιβεβαιώνει την πληροφορία. Αγνωστο παραμένει εάν η Γαλλία εν τέλει εμπλακεί εις την κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία. Με δεδομένο, όμως, ότι ο εκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, που έχει υποσχεθεί το τέλος του πολέμου σε ένα μήνα, αναλαμβάνει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου, ουδείς εχέφρων αμφιβάλλει ότι στο δίμηνο που μεσολαβεί έως τότε, η σύγκρουση του Κιέβου με τη Μόσχα θα προσλάβει την απεχθέστερη μορφή της.
Οι περισσότεροι αναλυτές της Δύσεως εκτιμούν ότι η Μόσχα δεν θα κάνει χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων εναντίον της Ουκρανίας, ίσως διότι δεν είναι αναγκαίο. Εξ ου και η έκφραση δυσαρέσκειας του κ. Ζελένσκι για την απόφαση των ΗΠΑ να κλείσουν την πρεσβεία τους στο Κίεβο.
Η στήλη αυτή δεν θα διακινδυνεύσει προβλέψεις. Το βέβαιο είναι ότι η Ευρώπη, εμπλακείσα σε αυτήν την περιπέτεια, αφού κατέβαλε ήδη τεράστιο τίμημα αναθεωρώντας την ενεργειακή πολιτική της, εν τέλει θα πληρώσει «τη ζημιά» της οικονομικής ανορθώσεως της Ουκρανίας, όταν οι πρόεδροι κ. Τραμπ και Πούτιν διαπραγματευθούν τους όρους της ειρήνης.
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)