Ο Γάλλος πρόεδρος Σαρκοζί διεκδικεί την «ηθικοποίηση» του καπιταλισμού, ομού με τους ηγέτες των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. Ομως, το μέγα πρόβλημα δεν είναι αυτό, αλλά η αποκατάσταση της ικανότητός του να παραγάγει προϊόντα και εισοδήματα, η διασφάλιση ορατότητος στον ορίζοντα, που αποβαίνει πλέον όλο και πιο σκοτεινός.

Ο Γάλλος πρόεδρος Σαρκοζί διεκδικεί την «ηθικοποίηση» του καπιταλισμού, ομού με τους ηγέτες των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. Ομως, το μέγα πρόβλημα δεν είναι αυτό, αλλά η αποκατάσταση της ικανότητός του να παραγάγει προϊόντα και εισοδήματα, η διασφάλιση ορατότητος στον ορίζοντα, που αποβαίνει πλέον όλο και πιο σκοτεινός.

Ο Ανταμ Σμιθ θεωρούσε την ατομική αρπακτικότητα και απληστία των καπιταλιστών ως «κοινωνική αρετή», στο μέτρο που διασφαλίζει την ευημερία του συνόλου. Φορείς της προσωπικής «ανωμαλίας» τους, οι καπιταλιστές εξαναγκάζονται να επανεπενδύουν τα κέρδη, να συσσωρεύουν κεφάλαια, να δημιουργούν θέσεις εργασίας, να διανέμουν εισοδήματα.

Σήμερα, τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει. Αντίθετα, ο δημόσιος λόγος έχει εμπλακεί στα τραπεζικά μπόνους, στους φορολογικούς παραδείσους, στα χρυσά αλεξίπτωτα, στη φοροδιαφυγή: πρόκειται για ιδεολογικό αντιπερισπασμό, προς συγκάλυψη του πραγματικού προβλήματος: την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων, που επιλέγουν σταθερά την ύφεση και εμβάθυνση της κρίσης.

Ορισμένες αλήθειες μπορούν να κατανοηθούν ακόμη και από τους στερούμενους κάθε ηθικής και της παραμικρής οικονομικής γνώσης. Από το φθινόπωρο 2008, εκατοντάδες δισεκατομμύρια προσφέρθηκαν από τα κράτη στον βωμό της αποδοτικότητος των τομέων του χρήματος, της πίστης και συνεπώς της κερδοσκοπίας, εις βάρος της ρευστότητος της οικονομίας, της παραγωγής, της απασχόλησης. Οι τράπεζες αποκατέστησαν έτσι την κερδοφορία τους, όμως παράλληλα οι πιστώσεις προς την οικονομία περικόπηκαν κατά 60%. Στην Αμερική, σημειώθηκε η μεγαλύτερη από το 1942 περικοπή της πίστης. Η ύφεση της οικονομίας δεν επιβραδύνθηκε, αλλ' επιταχύνθηκε: -5% στη Γερμανία, -4% στην Ευρωζώνη, -2,5% στις ΗΠΑ, -4,6% στη Βρετανία. Στη διετία 2008-2009, τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε 20 χώρες από τις 27 της Ευρωπαϊκής Ενωσης τριπλασιάστηκαν και τα κράτη ετέθησαν υπό κατηγορία από τις τράπεζες, παρ' όλο που αυτές είχαν ευεργετηθεί με τον χειρισμό. Εκτός από την ανηθικότητα των τραπεζών, αποκαλύφθηκε έτσι η βαρειά πλάνη της οικονομικής πολιτικής. Οι Αγγλοσάξονες διαπιστώνουν ότι τα ελλείμματα δεν είναι αιτία, αλλά συνέπεια της επιβράδυνσης, ενώ οι Ευρωπαίοι, από κοινού με τους υπερσυντηρητικούς Αμερικανούς, δαιμονοποιούν τα ελλείμματα, παρ' όλο που είναι έτοιμοι να επαναλάβουν τον αυτό χειρισμό, εάν οι τράπεζες το ξαναζητήσουν.

Το χρήμα που προσφέρθηκε στις τράπεζες, χωρίς επιστροφή πιστώσεων, ενίσχυσε την κερδοσκοπία, που σήμερα δεν διστάζει να στρέφεται ενάντια στους προμηθευτές της. Τα πάντα έρχονται στο στόχαστρο, όπως το ευρωνόμισμα, ιδίως από τη στιγμή που έγινε σαφές ότι πρόκειται για το μοναδικό νόμισμα στην παγκόμια ιστορία που στερείται οικονομικής διακυβέρνησης, σταθεροποιητικού ταμείου και ρήτρας αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών του. Εδώ, στην κερδοσκοπία προσφέρεται όχι τόσο η κρίση καθαυτή όσο, κυρίως, η ατελέσφορη διαχείρισή της και οι θεσμικές παραλείψεις του ευρωσυστήματος από την κατασκευή του. Στη Γερμανία και Ολλανδία, πλειοψηφίες πολιτών επιθυμούν την αποβολή των αδύναμων χωρών από την ευρωζώνη. Ομως, ταυτόχρονα, οι ίδιες διεκδικούν την απόσυρση των δικών τους χωρών από τη ζώνη. Φυσικά, οι ενδεχόμενες κυρώσεις στις αδύναμες χώρες, λόγω της αδυναμίας τους, θα υπονομεύσουν ακόμη περισσότερο την αναγκαία ανάκαμψή τους.

Την ίδια στιγμή, η ευρωζώνη γίνεται αντιληπτή από τις ισχυρές οικονομίες ως δυσβάστακτο βάρος, από το οποίο θα πρέπει να απαλλαγούν. Ομως, 62,5% των γερμανικών εμπορικών πλεονασμάτων προέρχονται από την ευρωζώνη και αποτελούν την άλλη όψη των ελλειμμάτων των αδύναμων μελών αυτής. Οσο η Γερμανία περιστέλλει το εργασιακό κόστος της τόσο συσσωρεύει πλεονάσματα εις βάρος των εταίρων της. Η ίδια έχει πάψει να είναι συνεταιρική με τους εταίρους της, αποκαλύπτεται οξύτατα ανταγωνιστική και συνεπώς αποσταθεροποιητική τής ευρωζώνης: οι επιδόσεις των χωρών-μελών δεν συγκλίνουν πλέον, αλλ' αποκλίνουν προς πάσαν κατεύθυνση.

Οι όροι των εμπορικών ανταλλαγών στο εσωτερικό της ζώνης βελτιώνονται για τη Γερμανία, ενώ επιδεινώνονται για τους εταίρους της. Αυτό συνεπάγεται διαρροή θέσεων εργασίας από τις ελλειμματικές χώρες προς τις πλεονασματικές. Οι τελευταίες προσφεύγουν στον δανεισμό, προκειμένου να διατηρήσουν το επίπεδο λειτουργίας και να περιορίσουν τις αρνητικές συνέπειες των ελλειμμάτων τους. Ομως έτσι στιγματίζονται από το Σύμφωνο Σταθερότητος και Ανάπτυξης, που αποδεικνύεται αντίθετο του ονόματός του. Οι αδύναμοι τιμωρούνται λόγω της αδυναμίας τους, όχι μόνον από τις «ανεύθυνες» χρηματαγορές, αλλά και από τους θεωρούμενους ως «σοβαρούς και υπεύθυνους» ευρωπαϊκούς θεσμούς, οι οποίοι στην πράξη συναγωνίζονται την ανευθυνότητα των αγορών, μεγεθύνοντας πολλαπλασιαστικά τις αρνητικές επιπτώσεις της. Εάν η ευρωζώνη διατηρείται ακόμη, δεν προστατεύει πλέον τα μέλη της, αλλά περιπλέκει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια προσαρμογής τους.

Εκτός από ηθικό ζήτημα, ανακύπτει εδώ πρόβλημα ανεπάρκειας των ευρωπαϊκών θεσμών και σπατάλης του οικονομικού και κοινωνικού πλούτου.

Τέλος, οι γαλλο-γερμανικές τράπεζες διατηρούν 60% του δανεισμού των αδύναμων του ευρωπαϊκού Νότου. Ποτέ στην παγκόσμια Ιστορία δεν εμφανίστηκε, όπως σήμερα, πιστωτής, που εξωθεί με κάθε μέσο τον οφειλέτη του στα πλοκάμια των κερδοσκόπων και ακόμη λιγότερο στην πτώχευση. Κατά κανόνα, οι πιστωτές παρέχουν διευκολύνσεις στους οφειλέτες, ώστε τα χρέη να αποπληρώνονται χωρίς εκπλήξεις. Εάν οι οφειλέτες αποδεικνύονται «ανεύθυνοι», οι πιστωτές επαγρυπνούν δύο φορές και δεν διακηρύσσουν «τόσο το χειρότερο για τους οφειλέτες μας». Ακόμη μία φορά, η κοντόφθαλμη πολιτική και η ασυναρτησία εντυπωσιάζουν περισσότερο από την ανηθικότητα του καπιταλισμού. Αυτή είναι η «ύβρις της εποχής μας», κατά τον Πολ Κρούγκμαν. Το ευρωσύστημα σήμερα δεν προσφέρει στήριξη, αλλά μόνον κυρώσεις προς τους αδύναμους εταίρους, τους οποίους παραδίδει βορά στους κερδοσκόπους, που δεν είναι άλλοι από τους ισχυρούς του ίδιου συστήματος. Ενόσω αυτή η σχέση δεν μεταβάλλεται σε πραγματικά συνεταιρική, η σημερινή φωτιά στο ευρωπαϊκό σπίτι θα κινδυνεύει να μεταδοθεί μέχρι τη στέγη.

(από την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 11/3/2010)