Η Γερμανίδα καγκελάριος εκδηλώνει, όλο το τελευταίο διάστημα που κορυφώνεται το ομιχλώδες τοπίο γύρω από την ελληνική κρίση, και σ' αυτούς που δεν την ξέρουν, τόσο το πρόσωπο της προτεσταντικής της κοινωνικοποίησης, όπου η αντίληψη ενός ανελέητου και εν πολλοίς απάνθρωπου καπιταλισμού αποτελεί το επιστέγασμα αλλά ταυτόχρονα και την κεντρική αντίληψη της προτεσταντικής ηθικής

Η Γερμανίδα καγκελάριος εκδηλώνει, όλο το τελευταίο διάστημα που κορυφώνεται το ομιχλώδες τοπίο γύρω από την ελληνική κρίση, και σ' αυτούς που δεν την ξέρουν, τόσο το πρόσωπο της προτεσταντικής της κοινωνικοποίησης, όπου η αντίληψη ενός ανελέητου και εν πολλοίς απάνθρωπου καπιταλισμού αποτελεί το επιστέγασμα αλλά ταυτόχρονα και την κεντρική αντίληψη της προτεσταντικής ηθικής, ενώ ταυτόχρονα εκφράζει έναν «Μπίσμαρκ που έχει μέσα της», μιας ευρωπαϊκής απόλυτης πρωτοκαθεδρίας, η οποία να επιβάλλει τους όρους μιας εν είδει «ελέω θεού μοναρχίας» στην Ευρώπη.

Αυτή τη φορά, η επιβολή στην Ευρώπη δρομομολογείται όχι διά της στρατιωτικής ισχύος, όπως οι Γερμανίες μετά τον Μπίσμαρκ (Β' και Γ' Ράιχ) αλλά πολύ περισσότερο, διά της οικονομικής ισχύος. Η Γερμανία της κυρίας Μέρκελ μάς θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών της Ευρώπης τού σήμερα και των σημερινών συνθηκών, την περίφημη φράση του μεγάλου Γερμανού πολιτικού στην οικονομία και την πολιτική ευρύτερα, του καγκελάριου των αρχών της δεκαετίας του '60, Λούντβιχ Ερχαρτ, ο οποίος αναφερόμενος στη Γερμανία του Ψυχρού Πολέμου έλεγε πως η χώρα του είναι «ένας οικονομικός γίγαντας και ένας πολιτικός νάνος».

Κάτι που αναλογικά φαίνεται να ισχύει σήμερα για την Ευρώπη, της οποίας εμφανίζεται να ηγείται, λόγω της οικονομικής της ισχύος, η Γερμανία. Η Γερμανίδα καγκελάριος αρνείται τη στήριξη της Ελλάδας, ξεχνώντας τόσο τη γερμανική κατοχή, για την οποία θα έχει αιωνίως ηθικό τουλάχιστον χρέος, αλλά και εξαιτίας του ότι η σημερινή γερμανική βιομηχανία οικοδομήθηκε ή πιο σωστά ανοικοδομήθηκε σε κάποιο βαθμό και από τον ιδρώτα και το αίμα του Ελληνα μετανάστη των δεκαετιών του '50 και '60. Η άτεγκτη καρτεσιανή της λογική του στιλ «όπως τα έκαναν, να τα ξαναφτιάξουν μόνοι τους» δεν ανταποκρίνεται και δεν αντιστοιχεί στην εικόνα που έχει ο Ελληνας για τη σύγχρονη Γερμανία.

Πολλοί από εμάς θυμόμαστε με συγκίνηση και σεβασμό την αλληλεγγύη των Γερμανών διανοουμένων και πολιτικών στην ελληνική αντίσταση στη διάρκεια της Δικτατορίας. Οι Γερμανοί διανοούμενοι στήριξαν την Ελλάδα της Δημοκρατίας, γιατί ακριβώς η Ελλάδα είναι η κοιτίδα της Δημοκρατίας, από την οποία πήραν φως οι Ευρωπαίοι στις επαναστάσεις τους για την αποτίναξη της απολυταρχίας και του μεσαιωνικού σκοταδισμού, από τον 18ο αιώνα και εντεύθεν. Η Ευρώπη χρωστά στην Ελλάδα τον πολιτισμό της, τη Δημοκρατία και τις αξίες αυτού που ονομάζουμε ευρωπαϊκός ή δυτικός πολιτισμός.

Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα θα σήμαινε ένα σώμα χωρίς ψυχή. Η Γερμανία αν θέλει να πιστεύει πως μπορεί να ηγηθεί της Ευρώπης του μέλλοντος, δηλαδή της πολιτικά ενωμένης Ευρώπης, πρέπει να πάψει να σκέπτεται οικονομίστικα και με τραπεζικούς όρους, αλλά να συλλογίζεται πάνω στο υπόβαθρο του πολιτισμού της, που σημαίνει πως η πολιτική της στόχευση αντλεί δυνάμεις από τα βάθη της Ιστορίας, πως έχει πίσω της μια ευρωπαϊκή παράδοση πολύ πιο ισχυρή από την αμερικανική ή τη ρωσική, που έχει τις αφετηρίες της στην Κλασική Ελλάδα, περνάει στο Βυζάντιο και τον Διαφωτισμό, τη γαλλική και όλες τις άλλες επαναστάσεις που ακολούθησαν στην Ευρώπη του 19ου αιώνα και που δημιούργησαν το δημοκρατικό ιδεώδες που διεκδικεί πλανητική επικράτηση στην εποχή μας. Υπάρχει και η άλλη Γερμανία, του πολιτισμού και της πνευματικότητας, υπάρχει η Γερμανία του Γκέτε και του Σίλαρ, αλλά και του σύγχρονου ανθρωπιστή και φίλου της Ελλάδας Βίλι Μπραντ.

Σήμερα είναι η ώρα όπου το ελληνικό ζήτημα κρίνει και τη Γερμανία και την Ευρώπη, που σημαίνει: εάν αντιληφθεί το ελληνικό πρόβλημα η κυρία Μέρκελ και λειτουργήσει αλληλέγγυα προς την Ελλάδα, τότε η Γερμανία και η Ευρώπη θα πάψουν να είναι πολιτικός νάνος και θ' αρχίσουν να αναδεικνύονται ως ενιαία πολιτική δύναμη στον κόσμο του 21ου αιώνα, ικανή να ανταγωνιστεί, αλλά και να συμβάλει με τον πολιτισμό της σ' ένα καλύτερο, ένα ποιοτικό μέλλον και για την ανθρωπότητα.

(από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", 31/3/2010)