Αγρια κόντρα έχει ξεσπάσει στην Ευρώπη, ανάμεσα σε πολιτικούς και επιχειρήσεις, για τους στόχους της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα -οι οποίοι, εν πολλοίς, θα καθορίσουν και το μέλλον της «πράσινης βιομηχανίας». Μια κόντρα η οποία αποτυπώθηκε ανάγλυφα, την προηγούμενη εβδομάδα, μέσα από τις σελίδες των Financial Times.

Αγρια κόντρα έχει ξεσπάσει στην Ευρώπη, ανάμεσα σε πολιτικούς και επιχειρήσεις, για τους στόχους της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα -οι οποίοι, εν πολλοίς, θα καθορίσουν και το μέλλον της «πράσινης βιομηχανίας». Μια κόντρα η οποία αποτυπώθηκε ανάγλυφα, την προηγούμενη εβδομάδα, μέσα από τις σελίδες των Financial Times.

Είναι ενδεικτικό της έντασης που επικρατεί το γεγονός ότι, την Πέμπτη, η εφημερίδα είχε ως πρώτο θέμα της την κοινή παρέμβαση των υπουργών Περιβάλλοντος των τριών ισχυρότερων χωρών της Ε.Ε. -Γερμανίας, Γαλλίας και Βρετανίας- υπέρ της περικοπής κατά 30% των εκπομπών ως το 2020. Την αμέσως επόμενη μέρα, όμως, οι FT φιλοξενούσαν στην ίδια θέση την έντονη αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου της Ευρώπης, υπό τον γενικό τίτλο «οι ηγέτες των επιχειρήσεων αντεπιτίθενται στους αυστηρότερους στόχους για το διοξείδιο».

 

ΗΕυρώπη
«Εάν επιμείνουμε στον στόχο του 20% που έχει τεθεί, τότε η Ευρώπη είναι πιθανό να ηττηθεί στην κούρσα προς ένα κόσμο με λιγότερο διοξείδιο, απέναντι σε χώρες όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ, το σύνολο των οποίων προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα πιο ελκυστικό περιβάλλον για τις πράσινες επενδύσεις», έγραφαν στην επιστολή τους οι τρεις υπουργοί. Ισχυρίστηκαν δε ότι ακόμη και μια μονομερής κίνηση από την πλευρά της Ε.Ε. δεν εμπεριέχει κανένα κίνδυνο για τους Ευρωπαίους -αντιθέτως, παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα.

Ωστόσο, η απάντηση που έδωσαν οι επιχειρήσεις ήταν κυριολεκτικά φαρμακερή. Ο Αρνάλντο Αμπρουτσίνι, γενικός γραμματέας της ένωσης ευρωπαϊκών επιμελητηρίων (Eurochambers), που εκπροσωπεί πάνω από 19 εκατομμύρια επιχειρήσεις, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Έχουμε θορυβηθεί έντονα από αυτή την κίνηση. Τα επιχειρήματά τους βασίζονται σε μια συγκεκριμένη οπτική, την οποία η ευρωπαϊκή βιομηχανία διόλου δεν συμμερίζεται». Ακόμη πιο καυστικός ήταν ο επικεφαλής της ένωσης ευρωπαϊκών χαλυβουργιών (Eurofer), Γκόρντον Μόφατ, ο οποίος έκανε λόγο για «παράλογες» προτάσεις.

Το βασικό επιχείρημα του επιχειρηματικού κόσμου είναι ότι την ώρα που αγωνίζεται για να ανακάμψει από τη βαθιά ύφεση, κάθε προσπάθεια επιβολής όρων στην παραγωγική διαδικασία, η οποία συνοδεύεται από αύξηση του κόστους, θα σήμαινε υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας ή ακόμη και των δυνατοτήτων επιβίωσης των εταιρειών. Πολύ δε περισσότερο που οι κυβερνήσεις και οι τράπεζες έχουν κλείσει την κάνουλα των επιδοτήσεων και δανείων, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολη οποιαδήποτε αλλαγή ή καινοτομία.

 

Αμφίβολο
Μάλιστα, ο Μόφατ δεν δίστασε να ξεκαθαρίσει ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι αμφίβολο εάν οι επιχειρήσεις θα ανταποκριθούν ακόμη και στον στόχο της μείωσης των εκπομπών κατά 20%, που έχει ήδη συμφωνηθεί -θέτοντας έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, θέμα συνολικής επαναδιαπραγμάτευσης του πλαισίου που διέπει τις εκπομπές αερίων ρύπων οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Όσοι, λοιπόν, πιστεύουν ότι η «πράσινη επανάσταση» είναι προ των θυρών, μάλλον θα πρέπει να το ξανασκεφτούν.

(από την εφημερίδα "Ημερησία", 19/7/2010)