Η παραίτηση του Δημάρχου του Αμβούργου είναι ένα ακόμη πλήγμα για την Μέρκελ όχι μόνον γιατί το κυβερνών κόμμα χάνει μια δημοφιλή ηγετική προσωπικότητα, αλλά γιατί ο Όλε Μπόιστ ήταν ο πατέρας της τοπικής συμμαχίας Χριστιανοδημοκρατών-Πρασίνων, μια σύμπραξη που θεωρήθηκε ότι δημιουργεί προηγούμενο για παρόμοια συμμαχία σε εθνικό επίπεδο.

Η παραίτηση του Δημάρχου του Αμβούργου είναι ένα ακόμη πλήγμα για την Μέρκελ όχι μόνον γιατί το κυβερνών κόμμα χάνει μια δημοφιλή ηγετική προσωπικότητα, αλλά γιατί ο Όλε Μπόιστ ήταν ο πατέρας της τοπικής συμμαχίας Χριστιανοδημοκρατών-Πρασίνων, μια σύμπραξη που θεωρήθηκε ότι δημιουργεί προηγούμενο για παρόμοια συμμαχία σε εθνικό επίπεδο.

Τηρουμένων των αναλογιών η Μέρκελ βρίσκεται στην ίδια, αν όχι σε χειρότερη θέση από αυτήν στην οποία είχε βρεθεί ο Σρέντερ στις αρχές Ιουλίου του 2005, όταν οι καταστροφικές δημοσκοπήσεις και οι αλλεπάλληλες ήττες σε τοπικές εκλογικές αναμετρήσεις το υποχρέωσαν να καταφύγει στις πρόωρες εκλογές, ένα χρόνο πριν από τη λήξη της θητείας της Ομοσπονδιακής Βουλής.

Τότε το προβάδισμα των Χριστιανοδημοκρατών επί των Σοσιαλδημοκρατών ήταν γύρω στο 20% και ο Σρέντερ διάλεγε τη φυγή προς τα εμπρός για να περιορίσει την ήττα, με αποτέλεσμα μια παρ' ολίγον ισοψηφία με το κόμμα της Μέρκελ. Επιπλέον οι καταστροφικές δημοσκοπήσεις και τα εκλογικά αποτελέσματα καταγράφονταν μετά από τρία χρόνια μεταρρυθμίσεων σε συνταξιοδοτικό, ασφαλιστικό και εργασιακές σχέσεις με υψηλό πολιτικό κόστος.

Σήμερα, επτά μήνες μετά τη συγκρότηση του Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών -Φιλελευθέρων οι δεύτεροι καταρρέουν, καθώς έχουν κατρακυλήσει από το σχεδόν 15% που πήραν στις εκλογές του Σεπτεμβρίου σε ποσοστό κάτω του 5%, που είναι το όριο για την είσοδο στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Επιπλέον η συζήτηση και μόνον για πρόωρες εκλογές θα ήταν ομολογία πρόωρης χρεοκοπίας του κυβερνητικού συνασπισμού.

Συνεπώς η σκληρή μάχη εν όψει των έξι εκλογικών αναμετρήσεων σε ομόσπονδα κρατίδια για το 2011 είναι μονόδρομος για τη Μέρκελ, με την πολιτική της να αμφισβητείται από όλες τις κατευθύνσεις:

-Το πακέτο δημοσιονομικών περικοπών ύψους 80 δισ. σε βάθος τριετίας που υιοθέτησε η κυβέρνηση στις 7/6 καθηλώνει ακόμη πιο δεσμευτικά τις αποδοχές των εργαζομένων και καθιστά αδύνατη ακόμη και ελεγχόμενη αύξηση της εσωτερικής ζήτησης, ενώ ταυτόχρονα παγώνει κάθε περαιτέρω συζήτηση για τη μείωση των φόρων. Ετσι με μια κίνηση δυσαρεστούνται ταυτόχρονα η λαϊκή βάση του κόμματος, η επιχειρηματική ελίτ, αλλά και οι Ευρωπαίοι εταίροι.

-Η δημοσιονομική πολιτική για να είναι αξιόπιστη στο εσωτερικό θα πρέπει να συνοδεύεται από συνεχή πίεση προς τους εταίρους στην Ευρωζώνη, ώστε να συντονίζουν το βήμα τους στον ίδιο ρυθμό. Στην παραπάνω λογική η κυβέρνηση Μέρκελ θα πρέπει να επιμείνει στις προτάσεις -περιλαμβανομένης και της ελεγχόμενης χρεοκοπίας- που προϋποθέτουν τροποποίηση της Συνθήκης της Λισαβόνας παρ' όλο που γνωρίζει ότι είναι αδύνατον να υπάρξει η απαιτούμενη συναίνεση και των 27 χωρών-μελών της Ε.Ε.

Το ερώτημα που τίθεται πλέον και στη Γερμανία και την Ευρωζώνη είναι πόσο μπορεί να αντέξει ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός στο Βερολίνο. Πρώτη κρίσιμη δοκιμασία οι πρώτες τρεις τοπικές εκλογικές αναμετρήσεις στις αρχές του 2011, καθώς αν η ήττα δεν είναι ελεγχόμενη, η Μέρκελ θα υποχρεωθεί να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές.

Ένα είναι βέβαιο ότι μέχρι τότε η σύγχυση και τα αντιφατικά μηνύματα ως προς τη στρατηγική της Γερμανίας στην Ευρωζώνη θα πολλαπλασιάζονται με την πιο αισιόδοξη προσδοκία να μην είναι άλλη από τον περιορισμό ζημιών.

(από την εφημερίδα "Ημερησία", 20/7/2010)