Η ιταλική εταιρία Eni υποχρεούται αμετάκλητα να καταβάλει το πρόστιμο ύψους 181,50 εκατ. ευρώ για τη σύμπραξή στις αγορές των συνθετικών καουτσούκ, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ιταλική εταιρία Eni υποχρεούται αμετάκλητα να καταβάλει το πρόστιμο ύψους 181,50 εκατ. ευρώ για τη σύμπραξή στις αγορές των συνθετικών καουτσούκ, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σημειώνεται ότι το 2006 η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμα συνολικού ύψους άνω των 519 εκατομμυρίων ευρώ σε δεκατρείς εταιρίες για συμμετοχή, σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα μεταξύ της 20 Μαΐου 1996 και της 28ης Νοεμβρίου 2002, σε σύμπραξη στην αγορά του καουτσούκ από βουταδιένιο (CB) και του καουτσούκ από στυρόλιο και βουταδιένιο που παράγεται με πολυμερισμό γαλακτώματος (CSB).

Πρόκειται για συνθετικά καουτσούκ που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ελαστικών, καθώς και διαφόρων καταναλωτικών ειδών, όπως είναι ορισμένες επικαλύψεις δαπέδων και οι μπάλες του γκολφ.

Η έρευνα σχετικά με τη σύμπραξη αυτή άρχισε με την υποβολή αιτήσεων εφαρμογής μέτρων επιείκειας από την εταιρία Bayer το 2002. Η παράβαση συνίστατο στον καθορισμό τιμών-στόχων, στην κατανομή πελατών διά συμφωνιών περί αποφυγής του επιθετικού ανταγωνισμού και στην ανταλλαγή απόρρητων πληροφοριακών στοιχείων σχετικών με τις τιμές, τους ανταγωνιστές και τους πελάτες.

Ειδικότερα, όσον αφορά την ιταλική εταιρία Eni SpA και της θυγατρική της Polimeri Europa SpA (η οποία της ανήκει εξ ολοκλήρου και ονομάστηκε εν συνεχεία Versalis SpA), η Επιτροπή προσαύξησε κατά 50 % το βασικό ποσό του προστίμου ως προς αυτές, θεωρώντας τις υπότροπες, λόγω της συμμετοχής τους σε δύο παλαιότερες συμπράξεις, με συνέπεια να τους επιβάλει συνολικό πρόστιμο ύψους 272,25 εκατομμυρίων ευρώ.

Οι εν λόγω εταιρίες προσέφυγαν στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2007, ζητώντας την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής ή τη μείωση των αντίστοιχων προστίμων. Με τις αποφάσεις που εξέδωσε το 2011, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση ως προς τη Unipetrol, τη θυγατρική της Kaučuk, και τη Trade-Stomil.

Όσον αφορά την Eni και τη θυγατρική της Polimeri Europa, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εξέλιξη της διαρθρώσεως και των συμμετοχών των συγκεκριμένων εταιριών ήταν ιδιαίτερα πολύπλοκη και ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι οι ίδιες αυτές επιχειρήσεις είχαν εκ νέου υποπέσει σε παράβαση. Για τον λόγο αυτόν μείωσε το πρόστιμο που τους είχε επιβληθεί εις ολόκληρον σε 181,50 εκατομμύρια ευρώ.

Εν προκειμένω, η Eni άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου αναίρεση κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου. Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η Eni προβάλλει, ειδικότερα, ότι το Γενικό Δικαστήριο έπρεπε να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής κατά το μέτρο που της καταλογιζόταν ευθύνη για την παράβαση στην οποία είχε υποπέσει η Syndial SpA (πρώην EniChem SpA, άλλη εταιρία του ομίλου Eni) και/ή η Versalis.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει σήμερα ότι, κατά πάγια νομολογία,η συμπεριφορά μιας θυγατρικής εταιρίας μπορεί να καταλογισθεί στη μητρική εταιρία ιδίως όταν η θυγατρική, μολονότι έχει χωριστή νομική προσωπικότητα, δεν καθορίζει αυτοτελώς τη συμπεριφορά της στην αγορά, αλλά εφαρμόζει ως επί το πλείστον τις εντολές της μητρικής εταιρίας.

Όταν ειδικά η μητρική εταιρία κατέχει το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του κεφαλαίου της θυγατρικής που παρέβη τους κανόνες του ανταγωνισμού του δικαίου της Ένωσης, υφίσταται μαχητό τεκμήριο ότι η εν λόγω μητρική εταιρία ασκεί όντως αποφασιστική επιρροή επί της συμπεριφοράς της θυγατρικής της.

Εν προκειμένω, καθ’ όλη τη διάρκεια της επίμαχης παραβάσεως, η Eni κατείχε απευθείας ή εμμέσως τουλάχιστον το 99,97 % του κεφαλαίου των εταιριών του ομίλου οι οποίες δραστηριοποιούνταν στους κλάδους του CB και του CSB (EniChem Elastomeri, EniChem SpA και Versalis).Η μητρική εταιρία και η θυγατρική της συναποτελούν, εν προκειμένω, ενιαία επιχείρηση,οπότε η Επιτροπή μπορεί επιβάλει πρόστιμο στη μητρική εταιρία, χωρίς να απαιτείται να αποδείξει την εμπλοκή της εταιρίας αυτής στην παράβαση.

Το τεκμήριο περί πραγματικής ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής, το οποίο εφάρμοσε η Επιτροπή και επιβεβαιώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, δεν είναι αμάχητο. Για την ανατροπή του, η Eni έπρεπε να αποδείξει ότι η Versalis μπορούσε να ενεργεί με απόλυτη αυτοτέλεια όχι μόνον από επιχειρηματικής, αλλά και από χρηματοοικονομικής απόψεως, πράγμα που η Eni δεν έπραξε.

Το Δικαστήριο απέρριψε επίσης το επιχείρημα της εταιρίας Eniότι, δεδομένης της περιορισμένης ευθύνης των κεφαλαιουχικών εταιριών και της αυτοτελούς νομικής προσωπικότητας των εταιριών, δεν είναι δυνατόν να καταλογιστεί στην εταιρία ευθύνη για παράβαση στην οποία έχουν υποπέσει οι θυγατρικές της.

Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, κατά το δίκαιο του ανταγωνισμού της Ένωσης, η επιχείρηση νοείται ως ενιαία οικονομική οντότητα -έστω και αν, από νομικής απόψεως, η οντότητα αυτή συνίσταται από περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα- η οποία ευθύνεται για παραβάσεις των κανόνων του ανταγωνισμού σύμφωνα με την αρχή της προσωπικής ευθύνης.

Κατά συνέπεια,το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της.

Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο μπορεί να επιληφθεί αιτήσεως αναιρέσεως, η οποία περιορίζεται σε νομικά ζητήματα, κατά αποφάσεως ή διατάξεως του Γενικού Δικαστηρίου. Καταρχήν, η άσκηση αναιρέσεως δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Εάν είναι παραδεκτή και βάσιμη, το Δικαστήριο αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου. Στην περίπτωση που η υπόθεση είναι ώριμη προς εκδίκαση, το Δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς.

Σε αντίθετη περίπτωση, αναπέμπει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο, το οποίο δεσμεύεται από την απόφαση που εξέδωσε το Δικαστήριο στο πλαίσιο της αιτήσεως αναιρέσεως.