Η χρήση της ηλιακής ενέργειας στον αγροτικό τομέα θα έπρεπε να είχε απασχολήσει την αγροτική μας οικονομία και την πολιτική από την προηγούμενη δεκαετία.
Η μείωση του κόστους παραγωγής από τη χρήση της ενέργειας αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα κυρίαρχα ζητήματα που έθετε το αγροτοσυνδικαλιστικό κίνημα προς την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, χωρίς όμως συγκεκριμένη στρατηγική στόχευση. Πρέπει, επίσης, να επισημανθεί ότι η γενικότερη πολιτική ήταν στραμμένη σε άλλες κατευθύνσεις και δεν άφηνε περιθώρια γόνιμου διαλόγου και αποτελεσματικής πρακτικής.
Έτσι, δεκάδες Τοπικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) στη χώρα μας αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα και ανεξόφλητους λογαριασμούς στη ΔΕΗ εξαιτίας αυτής της πολιτικής.
Οι αγρότες είναι, αυτήν τη στιγμή, εγκλωβισμένοι στη λογική της εγκατάστασης φωτοβολταϊκού για να γίνουν και οι ίδιοι παραγωγοί ενέργειας. Η ενεργειακή πολιτική φαίνεται να είναι τελείως ασύνδετη με τη γεωργική ανάπτυξη, ενώ κάποιες θετικές κινήσεις και πρωτοβουλίες είχαν αποσπασματικό και τοπικό χαρακτήρα.
Απόφαση από την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας
Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας προχωρά σε μελέτη των ενεργειακών αναγκών των ΤΟΕΒ. Σκοπός είναι να καταγραφούν οι ελλείψεις αυτές, ώστε να σχεδιαστεί και να χρηματοδοτηθεί η εγκατάσταση ΑΠΕ σε κάθε ΤΟΕΒ ή τουλάχιστον στους ΤΟΕΒ με τις μεγαλύτερες ενεργειακές καταναλώσεις. Η πρωτοβουλία ανήκει στον αντιπεριφερειάρχη, Κώστα Αποστολόπουλο, έναν αγρότη με ιδιαίτερες πολιτικές ανησυχίες. Προσπαθεί να εισάγει καινοτομίες για να μειώσει το κόστος παράγωγης και αντιλαμβάνεται ότι αυτό θα επιτευχθεί επενδύοντας σε τεχνολογίες αιχμής.
Ο αντιπεριφερειάρχης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Στερεάς, Κώστας Αποστολόπουλος, περιγράφει συνοπτικά το σκεπτικό της απόφασης:
«Σκοπός αυτής μας της προσπάθειaς είναι να εντάξουμε τους ΤΟΕΒ της περιφέρειάς μας στη διαχείριση του νερού για την άρδευση των χωραφιών με χαμηλότερο κόστος. Ο στόχος, βέβαια, θα είναι πολλαπλός, γιατί η χρήση της ενέργειας τους νεκρούς μήνες θα διοχετεύεται στο υπάρχον δίκτυο της ΔΕΗ για τη χρήση της και από άλλους φορείς. Μια τέτοια κίνηση έρχεται σε μια στιγμή που η ανάγκη για μειωμένο κόστος παραγωγής είναι πλέον επιβεβλημένη. Βέβαια, με τον τρόπο αυτόν θα συμβάλουμε σε έναν μεγάλο βαθμό και στην προστασία του περιβάλλοντος, γιατί η χρήση της ηλιακής ενέργειας έχει μηδενικούς ρύπους.
Από την εξοικονόμηση πόρων, ένα σημαντικό κεφάλαιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση των υποδομών στα συστήματα άρδευσης, γνωρίζοντας τις μεγάλες απώλειες νερού από τις φθορές και την παλαίωσή τους».
Στο ερώτημά μας σχετικά με την εξεύρεση των χρηματοδοτικών εργαλείων για την επένδυση, ο κ. Αποστολόπουλος δήλωσε: «Μέσω των προγραμμάτων που τρέχουν ή αυτών που έχουν ήδη προγραμματιστεί, θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε αποτελεσματικότερα διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία που είναι διαθέσιμα. Είναι σαφές ότι χρειάζονται προτάσεις και ώριμες μελέτες που έχουμε όμως ήδη έτοιμες. Η θετική απόφαση του περιφερειακού μας συμβουλίου περιγράφει με σαφήνεια τη διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να ξεπεράσουμε τα γραφειοκρατικά προβλήματα, ώστε σε εύλογο χρονικό διάστημα να είναι έτοιμες οι αποφάσεις και να ξεκινήσει η υλοποίησή τους».
Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον νόμο 4296/2014 πέρασε διάταξη, η οποία προέβλεπε τη δυνατότητα εγκατάστασης μονάδας φωτοβολταϊκών, ισχύος έως 500 κιλοβάτ για κάθε αντλιοστάσιο άρδευσης, τα οποία κατ' εξαίρεση και προτεραιότητα θα συνδέονται με το δίκτυο της ΔΕΗ. Δυστυχώς, οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν στον τομέα της αξιοποίησης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν τελείως αναποτελεσματικές.
(Πηγή: ypaithros.gr)