Η πλαστική σακούλα είναι ένα στα τρία απορρίμματα που συναντώνται στον ελληνικό βυθό και συγκαταλέγεται στα πιο θανατηφόρα απορρίμματα για τη θαλάσσια άγρια ζωή. Η πλαστική σακούλα συνιστά ένα μικρό ποσοστό των απορριμμάτων στις ακτές (περίπου 8%) αλλά είναι δυστυχώς το κυρίαρχο απόρριμμα στον πυθμένα και το νερό των ελληνικών θαλασσών (πάνω από 30%)

«Η πλαστική σακούλα είναι ένα στα τρία απορρίμματα που συναντώνται στον ελληνικό βυθό και συγκαταλέγεται στα πιο θανατηφόρα απορρίμματα για τη θαλάσσια άγρια ζωή. Η πλαστική σακούλα συνιστά ένα μικρό ποσοστό των απορριμμάτων στις ακτές (περίπου 8%) αλλά είναι δυστυχώς το κυρίαρχο απόρριμμα στον πυθμένα και το νερό των ελληνικών θαλασσών (πάνω από 30%). Κατακερματίζεται τροφοδοτώντας με πλήθος μικροπλαστικών τη θάλασσα, ενώ προκαλεί πολλές θανατώσεις θαλάσσιων οργανισμών.» 

Αυτά τονίζει, μεταξύ άλλων, ο Γιώργος Παπαθεοδώρου, καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών και διευθυντής του Εργαστηρίου Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Επίσης, ο Γιώργος Παπαθεοδώρου επισημαίνει ότι «η πρόσφατη κοινή υπουργική απόφαση που εναρμονίζεται με την ευρωπαϊκή οδηγία, αποτελεί ένα, πρώτο, πολύ σημαντικό βήμα προς τη μείωση του προβλήματος». Ακόμη, αναφέρει ότι «πρέπει να δημιουργηθεί ένα κυκλικό μοντέλο διαχείρισης των πλαστικών, ώστε να οδηγούνται κυρίως στην ανακύκλωση, για αυτό και αποτελεί προτεραιότητα η αύξηση της ανακύκλωσης».

Όσον αφορά στο πρόβλημα των μεδουσών, ο Γιώργος Παπαθεοδώρου λέει ότι «δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί απευθείας σύνδεση της ρύπανσης των θαλάσσιων απορριμμάτων, με την εμφάνιση των μεδουσών το φετινό καλοκαίρι».

Ακολουθεί η συνέντευξη του καθηγητή Γιώργου Παπαθεοδώρου στον Ηλία Κάνιστρα και στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Ερ.: Πόσο επιβαρυμένες είναι οι ελληνικές θάλασσες από τα πλαστικά απορρίμματα;

Απ.: «Τα θαλάσσια απορρίμματα, και ιδιαίτερα τα πλαστικά, αποτελούν το σημαντικότερο περιβαλλοντικό πρόβλημα του παγκόσμιου ωκεανού για τον 21ο αιώνα. Οι πρώτες έρευνες σχετικά με την παρουσία των στερεών απορριμμάτων στο ελληνικό θαλάσσιο περιβάλλον ξεκίνησαν πριν από περίπου 20 χρόνια στον πατραϊκό κόλπο, ο οποίος είναι η πιο συστηματικά μελετημένη θαλάσσια περιοχή της χώρας μας. Ενώ για τις ελληνικές ακτές είναι διαθέσιμα αρκετά στοιχεία σχετικά με το ρυπαντικό τους φορτίο και τις πηγές ρύπανσής τους, κυρίως μέσα από την πανελλήνια εκστρατεία «Καθαρίστε τη Μεσόγειο» του Δικτύου Μεσόγειος SOS σε συνεργασία με το εργαστήριό μας, αντίθετα τα διαθέσιμα στοιχεία για τον πυθμένα των ελληνικών θαλασσών είναι μάλλον περιορισμένα. Δυστυχώς, ακόμη λιγότερα δεδομένα είναι διαθέσιμα για την παρουσία των επιπλεόντων απορριμμάτων στα ελληνικά πελάγη.

Η κυριαρχία του πλαστικού είναι εντυπωσιακή τόσο στις ακτές όσο και στον πυθμένα και στο νερό. Το ποσοστό των πλαστικών κυμαίνεται από 42 έως 83% στον πυθμένα του Πατραϊκού και του Σαρωνικού κόλπου, ενώ όπου έχουμε μετρήσεις, τα πλαστικά είναι άνω του 80% των επιπλεόντων απορριμμάτων. Στις ακτές, τα πλαστικά κυμαίνονται από 40 έως 65%. Το κύριο πρόβλημα των πλαστικών, εκτός του γεγονότος της μακράς διατήρησής τους στο θαλάσσιο περιβάλλον, είναι ο κατακερματισμός τους (fragmentation) σε μικροσκοπικά κομμάτια (μικροπλαστικά) και η εύκολη διασπορά τους στο θαλάσσιο περιβάλλον. Υπολογίζεται ότι πέντε τρισεκατομμύρια μικροπλαστικών, συνολικού βάρους 269.000 τόνων, έχουν εισέλθει στον παγκόσμιο ωκεανό, χωρίς να έχουμε προς το παρόν μια εκτίμηση του αριθμού τους για τα ελληνικά πελάγη.

Στις ελληνικές ακτές το κυρίαρχο απόρριμμα είναι οι γόπες τσιγάρων. Ένας μύθος που συνοδεύει τα αποτσίγαρα, με αποτέλεσμα ο καπνιστής εύκολα να τα απορρίπτει στο περιβάλλον, είναι ότι τα φίλτρα είναι κατασκευασμένα από βαµβάκι και συνεπώς αποδοµούνται γρήγορα. Η αλήθεια όμως είναι ότι το φίλτρο αποτελείται από ένα είδος πλαστικού, την οξική κυτταρίνη (cellulose acetate), που για να αποδοµηθεί στο περιβάλλον, απαιτείται πάνω από μια δεκαετία. Συστηματικές μετρήσεις που έγιναν σε 14 επιλεγμένες παραλίες της χώρας μας, στο πλαίσιο του έργου LIFE AMMOS, έδειξαν ότι σε κάθε τετραγωνικό μέτρο ακτής βρίσκονται από 0,4 έως 8,5 αποτσίγαρα. Οι συγκεντρώσεις αυτές είναι υψηλές και αν συνυπολογίσουμε το μήκος των ακτών της Ελλάδος προκύπτει ένας τεράστιος αριθμός αποτσίγαρων. Οι συγκεντρώσεις αυτές αν και είναι υψηλές είναι δυστυχώς συγκρίσιμες με συγκεντρώσεις αποτσίγαρων σε άλλες ακτές της Μεσογείου. Το ενθαρρυντικό στοιχείο που προέκυψε από το έργο LIFE AMMOS είναι ότι όταν εφαρμόστηκαν δράσεις ενημέρωσης των επισκεπτών στις 14 αυτές ακτές, καταγράφηκε μια σημαντική μείωση άνω του 50% των αποτσίγαρων.

Η μελέτη των απορριμμάτων στον θαλάσσιο πυθμένα παρουσιάζει μεγάλες τεχνικές δυσκολίες και είναι χρονοβόρα και κοστοβόρα. Ο αλιευτικός στόλος των μηχανοτρατών με υδραετούς («πόρτες») σε συνδυασμό με κατευθυνόμενα υποβρύχια οχήματα (R.O.V) βοήθησαν σημαντικά στην καταγραφή του προβλήματος στα βαθιά νερά επιλεγμένων θαλασσίων κόλπων (Πατραϊκός, Σαρωνικός, Κορινθιακός Εχινάδων, Λακωνικός). Συλλέχθηκαν χιλιάδες απορρίμματα από τον πυθμένα αυτών των κόλπων, σε έκταση πολλών τετραγωνικών χιλιομέτρων, και η καταγραφή τους έδειξε ότι το πλαστικό είναι το κυρίαρχο υλικό και ακολουθούν το μέταλλο και το γυαλί. Οι συσκευασίες ποτών και αναψυκτικών αποτελούν τον κυρίαρχο τύπο απορριμμάτων και ακολουθούν τα απορρίμματα γενικής συσκευασίας (κυρίως πλαστικές σακούλες) και οι συσκευασίες τροφίμων. Η πυκνότητα των απορριμμάτων στον πυθμένα είναι ιδιαίτερα υψηλή και κυμαίνεται από 72 έως 437 τεμάχια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο στον Πατραϊκό κόλπο και τον κόλπο των Εχινάδων, ενώ στον Σαρωνικό οι πυκνότητες είναι πολύ υψηλότερες και κυμαίνονται από 100 έως 3.400 τεμάχια ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Τρία ιδιαίτερα ανησυχητικά στοιχεία, πέραν των υψηλών πυκνοτήτων, αναδείχθηκαν από αυτές τις έρευνες:

*Ένα σημαντικό ποσοστό απορριμμάτων έφερε μελλοντικές ημερομηνίες λήξης στη συσκευασία τους, δηλώνοντας την πρόσφατη απόρριψή τους και την αναποτελεσματικότητα των θεσμοθετημένων μέτρων.

*Η πυκνότητα των απορριμμάτων στον πυθμένα του Πατραϊκού κόλπου, μια από τις δύο μόνο περιοχές διεθνώς που υπάρχουν διαχρονικά δεδομένα (1998-2013), φαίνεται να αυξάνεται την τελευταία 15ετία.

*Τρία μόλις αντικείμενα (πλαστικές σακούλες, μπουκάλια νερού και κουτάκια αλουμινίου) αποτελούν το 50% των απορριμμάτων στο θαλάσσιο περιβάλλον.

Τα τρία αυτά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για τη σχεδίαση μελλοντικών περιβαλλοντικών δράσεων και πολιτικών προς την κατεύθυνση περιορισμού του προβλήματος.

Ελάχιστες και αποσπασματικές έρευνες έχουν γίνει όσον αφορά στο πρόβλημα των επιπλεόντων απορριμμάτων στα ελληνικά πελάγη. Η κυριαρχία του πλαστικού και της γενικής συσκευασίας (κυρίως πλαστική σακούλα) χαρακτηρίζουν τα επιπλέοντα απορρίμματα, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό τους είναι αδιευκρίνιστης προέλευσης. Αδιευκρίνιστο είναι και το πλήθος των απορριμμάτων που «ταξιδεύουν» με τα θαλάσσια ρεύματα, όχι στην επιφάνεια της θάλασσας, αλλά στα μεσόνερα (αρκετά μέτρα κάτω από αυτή). Μια πρόσφατη έρευνα, η οποία εκπονήθηκε από μέλη του εργαστηρίου μας και του ΕΛΚΕΘΕ, χρησιμοποίησε μαθηματικό μοντέλο για να προγνώσει και να καθορίσει τις κύριες οδούς μεταφοράς των επιπλεόντων απορριμμάτων, σε όλο το Αιγαίο πέλαγος. Καθορίστηκαν με αυτό τον τρόπο οι περιοχές του Αιγαίου στις οποίες συγκεντρώνονται τα απορρίμματα, λόγω των ρευμάτων, ενώ αναδείχθηκε με απόλυτο τρόπο ότι τα θαλάσσια απορρίμματα δεν είναι ένα τοπικό πρόβλημα, αλλά αφορά το σύνολο του θαλάσσιου περιβάλλοντος και απαιτούνται ανάλογες πρακτικές και πολιτικές για την αντιμετώπισή του».

Ερ.: Πόσο σημαντική είναι η επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος από την πλαστική σακούλα και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Απ.: «Η πλαστική σακούλα είναι ένα στα τρία απορρίμματα που συναντώνται στον ελληνικό βυθό και συγκαταλέγεται στα πιο θανατηφόρα απορρίμματα για τη θαλάσσια άγρια ζωή. Η πλαστική σακούλα συνιστά ένα μικρό ποσοστό των απορριμμάτων στις ακτές (περίπου 8%) αλλά είναι δυστυχώς το κυρίαρχο απόρριμμα στον πυθμένα και το νερό των ελληνικών θαλασσών (πάνω από 30%). Κατακερματίζεται τροφοδοτώντας με πλήθος μικροπλαστικών τη θάλασσα ενώ προκαλεί πολλές θανατώσεις θαλασσίων οργανισμών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζοντας το πολύ σημαντικό περιβαλλοντικό πρόβλημα που αποτελεί η πλαστική σακούλα για το θαλάσσιο περιβάλλον εξέδωσε την Οδηγία 2015/720, που στοχεύει στη μείωση της κατανάλωσης των πολύ ελαφριών πλαστικών σακουλών μεταφοράς σε 90 πλαστικές σακούλες κατά κεφαλήν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2019 και 40 πλαστικές σακούλες κατά κεφαλήν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2025. Πρόσφατα μάλιστα ψηφίστηκε, η ΚΥΑ (ΦΕΚ Β 2812/10.8.2017) εναρμόνισης με την οδηγία, η οποία αποτελεί ένα, πρώτο, πολύ σημαντικό βήμα προς τη μείωση του προβλήματος. Παράλληλα και από τον Σεπτέμβριο του 2015, το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα LIFE DEBAG (LIFE14 GIE/GR/001127) έχει σχεδιάσει και υλοποιεί μια ολοκληρωμένη εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τη μείωση της πλαστικής σακούλας στο θαλάσσιο περιβάλλον, με πιλοτική περιοχή το νησί της Σύρου. Το σημαντικότερο στοίχημα για τη μείωση του προβλήματος, εκτός των νομοθετικών ρυθμίσεων, είναι η ευαισθητοποίηση των πολιτών για την αλλαγή της περιβαλλοντικής κουλτούρας του καταναλωτή. Στην κατεύθυνση αυτή, σχεδιάστηκαν δράσεις όπως επισκέψεις περιβαλλοντικής εκπαίδευσης σε σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Σύρου, επαναλαμβανόμενες δημόσιες συζητήσεις διαβούλευσης με εμπλεκόμενους φορείς (βιομηχανία πλαστικού, εμπορικές ενώσεις, ενώσεις καταναλωτών, επιστήμονες, κ.α.), δικτύωση με αντίστοιχες πρωτοβουλίες. Επιπλέον, σε όλη τη διάρκεια του προγράμματος, πραγματοποιείται συστηματική παρακολούθηση της ρύπανσης από απορρίμματα της παράκτιας ζώνης της Σύρου με παραδοσιακά μέσα (καταγραφή και συλλογή απορριμμάτων), αλλά και με νέες τεχνολογίες, όπως είναι η χρήση συρόμενης υποβρύχιας κάμερας και ηχοβολιστικών μεθόδων για την αποτύπωση του πυθμένα, η χρήση αυτόνομου επιφανειακού σκάφους (USV) για την αποτύπωση βενθικών απορριμμάτων και η χρήση drone για την καταγραφή των ακτών. Τα συμπεράσματα από τις πολύπλευρες δράσεις και τις δημόσιες συζητήσεις που οργανώθηκαν, οδήγησαν στην κατάθεση προτάσεων, οι οποίες παρουσιάστηκαν στη Μόνιμη Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής, και οι οποίες συνέβαλαν στη διαμόρφωση της ΚΥΑ. Αναμφίβολα ο δρόμος προς την ουσιαστική μείωση των επιπτώσεων της πλαστικής σακούλας στο θαλάσσιο περιβάλλον είναι δύσκολος και μακρύς, θέλει εντατικοποίηση όλων των δράσεων ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης των πολιτών, χωρίς να αποκλείεται η πιθανή τροποποίηση του νομοθετικού πλαισίου. Η δέσμη αυτών των δράσεων που υλοποιούνται στο πλαίσιο του έργου LIFE DEBAG θα μπορούσαν να εφαρμοστούν όχι μόνο για την αντιμετώπιση της πλαστικής σακούλας, αλλά γενικότερα και για όλους τους τύπους θαλασσίων απορριμμάτων».

Ερ.: Από ποιες πηγές προέρχεται η ρύπανση με πλαστικά απορρίμματα;

Απ.: «Υπάρχουν δύο κύριες πηγές, η χερσαία και η θαλάσσια. Η χερσαία πηγή είναι η κυριότερη, σε παγκόσμια κλίμακα συνεισφέρει το 80% των απορριμμάτων, με κύρια οδό εισόδου στο θαλάσσιο περιβάλλον τους ποταμούς και τους ποταμοχείμαρρους. Ρυπαντικές χερσαίες δραστηριότητες είναι οι ανεξέλεγκτες χωματερές, η απευθείας απόρριψη στις ακτές, τα αστικά κέντρα, οι βιομηχανίες, οι τουριστικές εγκαταστάσεις, κ.α. Οι παράνομες χωματερές στα ποτάμια τροφοδοτούν με τεράστιες ποσότητες απορριμμάτων το θαλάσσιο περιβάλλον. Παρόμοια, παράκτιες χωματερές, συστηματικά ή μετά από κατολισθήσεις εισάγουν μεγάλες ποσότητες απορριμμάτων. Θαλάσσιες πηγές θεωρούνται η ναυσιπλοΐα (εμπορικός και επιβατικός στόλος, σκάφη αναψυχής) και η αλιεία (αλιευτικός στόλος, ιχθυοκαλλιέργειες). Θα πρέπει να τονισθεί ότι κάθε θαλάσσια περιοχή έχει το δικό της ρυπαντικό αποτύπωμα όσον αφορά στον τύπο των απορριμμάτων και κυρίως τις πηγές που την ρυπαίνουν. Για τον λόγο αυτόν απαιτούνται έρευνες, ώστε να καθορισθούν οι κυρίαρχες πηγές και να σχεδιαστούν μέτρα αντιμετώπισης. Για παράδειγμα, ο πατραϊκός κόλπος και ο κόλπος των Εχινάδων έχουν ως κυρίαρχη πηγή τη χερσαία, αλλά διαφορετική συμμετοχή της ναυσιπλοϊακής, η οποία είναι υψηλότερη στον πατραϊκό. Τέλος, η αλιευτική πηγή, στις περιοχές που έχουμε ερευνήσει, έχει ένα μικρό ποσοστό συμμετοχής (5-14%) στο ρυπαντικό φορτίο των ελληνικών θαλασσών».

Ερ.: Ποιες είναι οι επιπτώσεις για τον άνθρωπο και το περιβάλλον;

Απ.: «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, και αυτό βασίζεται σε πολλά επιστημονικά δεδομένα, ότι οι επιπτώσεις είναι πολύ μεγάλες στο θαλάσσιο περιβάλλον και κατ’ επέκταση στον άνθρωπο. Για τον λόγο αυτόν άλλωστε, η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο της θαλάσσιας στρατηγικής για «καλή περιβαλλοντική κατάσταση» των θαλάσσιων υδάτων μέχρι το 2020, καθόρισε τα θαλάσσια απορρίμματα (marine litter) να είναι ένα από τα έντεκα χαρακτηριστικά ποιοτικής περιγραφής (Descriptor 10) για τον προσδιορισμό της καλής περιβαλλοντικής κατάστασης. Υπάρχει πλήθος αναφορών και επιστημονικών εργασιών για τις καταστροφικές επιπτώσεις των απορριμμάτων και κυρίως των πλαστικών στη θαλάσσια ζωή. Περισσότερα από 600 είδη, από μικροοργανισμούς έως φάλαινες, έχουν επηρεαστεί από την κατάποση πλαστικών. Οι θαλάσσιες χελώνες, θηρευτές των μεδουσών, καταπίνουν μεγάλες ποσότητες πλαστικών σακουλών, καθώς τις εκλαμβάνουν ως μέδουσες. Εκατομμύρια θαλάσσιοι οργανισμοί χάνονται κάθε χρόνο εξαιτίας της εμπλοκής τους σε θαλάσσια απορρίμματα, ή της κατάποσης κυρίως πλαστικών. Έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις νεκρών θαλάσσιων κητωδών με το στομάχι γεμάτο από πλαστικές σακούλες στα ελληνικά πελάγη. Τα θαλασσοπούλια είναι συχνά θύματα των θαλάσσιων απορριμμάτων. Υπολογίζεται ότι το 2050, περίπου το 99,8% των θαλασσοπουλιών θα έχουν καταπιεί πλαστικά. Υπάρχουν όμως και άλλοι τύποι επιπτώσεων εκτός των παραπάνω εμφανών και πολύ γνωστών. Η συσσώρευση απορριμμάτων στον θαλάσσιο πυθμένα αλλοιώνει τη σύστασή του, με αποτέλεσμα σημαντικές επιπτώσεις στο οικοσύστημα του πυθμένα. Επίσης, τα επιπλέοντα απορρίμματα μεταφέρουν οργανισμούς σε απομακρυσμένες περιοχές που δεν θα έφθαναν ποτέ χωρίς τη «βοήθεια» τους, προκαλώντας σημαντικές αλλοιώσεις στα τοπικά οικοσυστήματα. Αναλογιζόμενος το μέγεθος του προβλήματος και τα αντανακλαστικά της διεθνούς κοινότητας, τόσο σε επίπεδο ερευνών όσο και σε επίπεδο μέτρων, έχω την εκτίμηση ότι μάλλον αργήσαμε να θέσουμε το πρόβλημα στις σωστές του διαστάσεις».

Ερ.: Πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα;

Απ.: «Είναι πράγματι δύσκολος στόχος η αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να το περιορίσουμε δραστικά. Χρειάζεται μια ευρεία δέσμη αποτελεσματικών αλλαγών, δράσεων, πολιτικών και νομοθετικών ρυθμίσεων, σε παγκόσμια κλίμακα, για να περιοριστεί ένα πρόβλημα, το οποίο δεν έχει σύνορα. Αν θέλουμε να δούμε τη γενική εικόνα, ειδικά για τα πλαστικά απορρίμματα, ένα ποσοστό περίπου 40% οδηγείται σε ελεγχόμενες και ανεξέλεγκτες χωματερές, ένα 14% πηγαίνει σε αποτέφρωση, δυστυχώς ένα μεγάλο ποσοστό περίπου 32% απορρίπτεται στο περιβάλλον και ένα ποσοστό μόνο 14% πηγαίνει για ανακύκλωση. Αυτό το γραμμικό μοντέλο πρέπει να ανατραπεί και να υιοθετηθεί ένα κυκλικό μοντέλο διαχείρισης των πλαστικών, ώστε να οδηγούνται κυρίως στην ανακύκλωση. Προτεραιότητα αποτελεί η αύξηση της ανακύκλωσης, η οποία τα τελευταία χρόνια φαίνεται να βρίσκεται σε στασιμότητα στη χώρα μας. Απαιτούνται νομοθετικές ρυθμίσεις για τη μείωση της χρήσης συσκευασιών που ρυπαίνουν σε μεγάλο βαθμό το θαλάσσιο περιβάλλον, όπως ανέφερα και προηγουμένως, η ΚΥΑ για τη μείωση της λεπτής πλαστικής σακούλας είναι ένα πολύ σημαντικό πρώτο βήμα. Αυτό που θα παίξει κυρίαρχο ρόλο είναι η αλλαγή της περιβαλλοντικής κουλτούρας του πολίτη και των νέων, ώστε να αναπτύξουν μια νέα καταναλωτική και περιβαλλοντική συνείδηση. Οι δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών χρειάζονται ενδυνάμωση και ισχυρή στήριξη. Συστηματικές έρευνες για τη λεπτομερή αποτύπωση του μεγέθους του προβλήματος στο θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει να αναπτυχθούν το επόμενο διάστημα, ώστε να αποτελέσουν τη βάση για τη σωστή σχεδίαση των μέτρων αντιμετώπισης. Αυτή η δέσμη μέτρων πρέπει να αρχίσει να εφαρμόζεται άμεσα καθώς το πρόβλημα έχει πάρει πολύ μεγάλες διαστάσεις».

Ερ.: Πόσο συνδέεται η θαλάσσια ρύπανση με το πρόβλημα των μεδουσών το φετινό καλοκαίρι στον κορινθιακό και τον Πατραϊκό Κόλπο;

Απ.: «Δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί απευθείας σύνδεση της ρύπανσης των θαλάσσιων απορριμμάτων με την εμφάνιση των μεδουσών το φετινό καλοκαίρι. Μπορεί όμως να υποστηριχθεί ότι η σταδιακή υποβάθμιση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, με τη ρύπανσή του από διάφορες πηγές, η υπεραλίευση, η κλιματική αλλαγή με τις μεταβολές των φυσικοχημικών παραμέτρων του θαλασσινού νερού και η μείωση της βιοποικιλότητας, έθεσαν τις προϋποθέσεις για τη συχνότερη και πιο έντονη εμφάνιση των ζελατινοειδών που έτσι και αλλιώς παρουσιάζουν μια περιοδικότητα στην εμφάνισή τους. Είναι ένα θέμα που πρέπει να μας απασχολήσει στο άμεσο μέλλον».