Τα ξύλινα τείχη της εποχής μας, που μπορούν να σώσουν την Αθήνα από τη ρύπανση και την πολύπλευρη περιβαλλοντική υποβάθμιση, είναι γύρω μας, έστω και μισοκαμένα.
Σε όποιες δασωμένες πλαγιές έχουν απομείνει και στα βουνά που στεφανώνουν τον νομό, ο οποίος γιγαντώθηκε σε μια υδροκέφαλη πρωτεύουσα, συγκεντρώνοντας πάνω από τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους. Αρκεί να μη συνεχίσουμε το έργο της αποψίλωσης του δασικού πλούτου.
«Η όψη της Αττικής έχει αλλάξει πολύ σε σχέση με τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ο αστικός ιστός επεκτάθηκε, εις βάρος των ελεύθερων χώρων και των αγροτικών και δασικών εκτάσεων. Τα τελευταία 20 χρόνια εμφανίζεται όμως μια σχετική σταθεροποίηση», λέει στην «Κ» ο Νίκος Μπόκαρης, πρόεδρος των δασολόγων δημοσίων υπαλλήλων. Οι ορεινοί όγκοι της Αττικής έχουν πληγεί σημαντικά από πυρκαγιές. «Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στην Πεντέλη, η οποία έχει σχεδόν πλήρως αστικοποιηθεί. Εχει αλλάξει χαρακτήρα, δεν έχει καμία σχέση με την προηγούμενη δασική της κατάσταση, μετά τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές και τις καταπατήσεις», σημειώνει ο κ. Μπόκαρης.
«Ο Υμηττός αντέχει, παρά τις πληγές του, χάρη στο προεδρικό διάταγμα προστασίας. Η φωτιά στον εθνικό δρυμό της Πάρνηθας ήταν μεγάλη απώλεια, αλλά το καθεστώς προστασίας που υπάρχει, η μεγάλη προσπάθεια αναδάσωσης που γίνεται με πολλούς πόρους και κυρίως το δυναμικό περιβάλλον του συγκεκριμένου βουνού (αυξημένη υγρασία) δημιουργούν προοπτικές ανάκαμψης. Βεβαίως, το ελατόδασος θέλει πολύ χρόνο, θα περάσουμε από άλλες φάσεις πριν», σημειώνει ο κ. Μπόκαρης.
«Οταν καίγεται ένα δάσος, είναι σαν να σκάει μια τοξική βόμβα. Οι μακροχρόνιες συνέπειες, ειδικά σε πυκνοκατοικημένες περιοχές όπως η Αττική, είναι πιο σημαντικές. Κατ’ αρχήν τροποποιείται το μικροκλίμα της περιοχής και ανεβαίνει η θερμοκρασία», λέει στην «Κ» ο Μιχάλης Πετράκης, πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος του Αστεροσκοπείου Αθηνών. Ας σημειωθεί πως το Κέντρο Ερευνας Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών έχει εκτιμήσει πως σε περιοχές κοντά σε καμένες δασικές εκτάσεις αναμένεται το καλοκαίρι αύξηση της μέσης θερμοκρασίας από 0,5° C έως 1,5° C και της μέγιστης θερμοκρασίας κατά 2° C.
«Το δάσος είναι ένα υπέροχο φυσικό φίλτρο που καθαρίζει τον αέρα από μικροσωματίδια και άλλους ρύπους, απελευθερώνει οξυγόνο και κατακρατεί διοξείδιο του άνθρακα. Πρόκειται για μια πολύτιμη διεργασία για το φρενάρισμα της κλιματικής αλλαγής, αλλά και ταυτόχρονα για τη φυσική απορρύπανση του αέρα που αναπνέουμε», τονίζει ο κ. Πετράκης. Ολα αυτά δεν είναι χωρίς συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία. Ερευνα της καθηγήτριας Ιατρικής Κλέας Κατσουγιάννη, την περίοδο 1998-2004, έχει καταγράψει πως πυρκαγιές με απώλειες περίπου 30.000 στρεμμάτων (δηλαδή όπως η τελευταία στον Κάλαμο) συνδέονται με αύξηση της θνησιμότητας στις γύρω περιοχές κατά 2,5%, ενώ δραματικές μπορεί να είναι οι επιπτώσεις πολύ μεγάλων πυρκαγιών!
Απειλούνται 11.000 στρέμματα
Υπάρχει δυνατότητα αντιστροφής της κατάστασης; «Πρέπει να σταματήσει, ειδικά για την Αττική, κάθε παρουσία κατοικίας ή άλλης χρήσης στις εναπομείνασες δασικές εκτάσεις», υπογραμμίζει ο κ. Πετράκης. Η οικιστική πίεση παραμένει ισχυρή.
Σε έρευνα του WWF για την περιοχή της Λαυρεωτικής, καταγράφεται πως στο διάστημα 1987-2007 οι οικισμοί και οι άγονες εκτάσεις σχεδόν διπλασιάστηκαν (αύξηση κατά 91%), εις βάρος των δασικών εκτάσεων. Με τις λεγόμενες «οικιστικές πυκνώσεις» στους δασικούς χάρτες επιδιώκεται η απώλεια του δασικού χαρακτήρα σε πάνω από 8.000 στρέμματα στην Ανατολική Αττική κι άλλα 2.700 στη Δυτική.
«Υπάρχει δυνατότητα το δάσος που κάηκε στον Κάλαμο να αναγεννηθεί φυσικά, καθώς ήταν ώριμα δέντρα, που δεν είχαν καεί για δεκαετίες», λέει ο κ. Μπόκαρης. Αρκεί να τα αφήσουμε και να τα βοηθήσουμε.
(Πηγή: Καθημερινή)