Η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης-Θεσσαλίας προσανατολίζεται στη συμμετοχή της στην αγορά φυσικού αερίου της Αττικής, ταυτόχρονα με την είσοδό της στην αγορά ηλεκτρισμού. Στο πλαίσιο αυτό έχει διασφαλίσει άδεια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας ισχύος 350 ΜW διάρκειας 20 ετών από τη ΡΑΕ, την οποία θα αξιοποιήσει από τις αρχές του 2018.

Η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης-Θεσσαλίας προσανατολίζεται στη συμμετοχή της στην αγορά φυσικού αερίου της Αττικής, ταυτόχρονα με την είσοδό της στην αγορά ηλεκτρισμού. Στο πλαίσιο αυτό έχει διασφαλίσει άδεια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας ισχύος 350 ΜW διάρκειας 20 ετών από τη ΡΑΕ, την οποία θα αξιοποιήσει από τις αρχές του 2018.

Υπενθυμίζεται ότι από το 2018 απελευθερώνεται πλήρως η αγορά φυσικού αερίου για τους οικιακούς καταναλωτές, διαθέτοντας στην αγορά συνδυαστικά πακέτα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου. Έτσι, η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης στις αρχές του επόμενου έτους πρόκειται να χάσει το μονοπώλιο στην προμήθεια φυσικού αερίου που διατηρούσε βάσει νόμου στις γεωγραφικές περιφέρειες Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας.

Στο πλαίσιο αυτό και σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», η εταιρεία επανασχεδιάζει τη στρατηγική της αξιοποιώντας τα νέα δεδομένα της πλήρους απελευθέρωσης στη λιανική αγορά του φυσικού αερίου και της ενίσχυσης του ανταγωνισμού στη λιανική του ηλεκτρισμού με την προβλεπόμενη από το μνημόνιο μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ κάτω από το 50% μέχρι το 2019.

Η είσοδος στην αγορά ηλεκτρισμού θα είναι πανελλαδικής εμβέλειας, ενώ η επέκταση στην αγορά φυσικού αερίου θα περιοριστεί στις περιοχές που υπάρχει σήμερα δίκτυο με προοπτική δραστηριοποίησης σε κάθε περιοχή που θα αναπτυχθεί δίκτυο.

Στο νέο πεδίο δραστηριοτήτων όπου ο ανταγωνισμός αναμένεται να ενταθεί με την έναρξη του νέου έτους, η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης-Θεσσαλίας θα στηρίξει τη στρατηγική της στην τεχνογνωσία της ιταλικής ΕΝΙ, μέτοχο της εταιρείας σε ποσοστό 49% που ελέγχει και το μάνατζμεντ, που εξυπηρετεί περισσότερους από 9 εκατ. καταναλωτές σε όλη την Ευρώπη, διαθέτοντας πακέτα ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου. Στρατηγικό πλεονέκτημα της εταιρείας, όπως δήλωσε στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» ο διευθυντής Mάρκετινγκ και Επικοινωνίας κ. Μάνος Εξαρχουλάκος είναι το υφιστάμενο πελατολόγιό της και οι σχέσεις αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης που έχει αναπτύξει με αυτό. Σήμερα, η εταιρεία καλύπτει τις ενεργειακές ανάγκες για θέρμανση και ζεστό νερό σε περισσότερα από 340.000 νοικοκυριά και πάνω από 8.000 επιχειρήσεις, αποτελώντας, σε αριθμό συνδέσεων, τον μεγαλύτερο πάροχο ενέργειας στη χώρα μετά τη ΔΕΗ. Στο πελατολόγιο αυτό θα απευθυνθεί αρχικά η εταιρεία για τη διάθεση ενός κοινού πακέτου φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού κατά τα πρότυπα των ώριμων αγορών της Ευρώπης. Στις προτεραιότητες της εταιρείας είναι η γεωγραφική περιοχή της Αττικής όπου μέχρι σήμερα δραστηριοποιείται μονοπωλιακά η ΕΠΑ Αττικής, καθεστώς που θα αλλάξει από τις αρχές του 2018.

Η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης έχει ήδη βάλει «πόδι» στην περιοχή της Αττικής, προμηθεύοντας τους πρώτους βιομηχανικούς πελάτες με φυσικό αέριο. Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι οι δύο εταιρείες παροχής φυσικού αερίου έχουν κοινό μέτοχο τη ΔΕΠΑ σε ποσοστό 51%. Το καθεστώς αυτό, ωστόσο, αναμένεται να αλλάξει, καθώς οι θεσμοί έχουν θέσει θέμα αποχώρησης της ΔΕΠΑ από τη λιανική αγορά φυσικού αερίου, το οποίο και θα αποτελέσει εκ νέου αντικείμενο διαπραγματεύσεων με την έλευση των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα στις 11 Σεπτεμβρίου.