Η ενεργειακή δημοκρατία είναι ένα από τα σημαντικά οφέλη που
προωθεί και ενισχύει το νομοσχέδιο για την εισαγωγή των ενεργειακών κοινοτήτων
στην Ελλάδα, και το οποίο αναμένεται το επόμενο διάστημα προς ψήφιση.
Παράλληλα, προωθεί τη διαφάνεια στον τομέα της αγοράς ενέργειας και την
ενίσχυση των συμπράξεων και συνεργιών για την παραγωγή από όλους, όπως
επεσήμανε ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Γιώργος Σταθάκης, μιλώντας σε
εκδήλωση του υπουργείου για τις «Ενεργειακές κοινότητες» στο συνεδριακό κέντρο
«Ν. Γερμανός», στο πλαίσιο της 82ης ΔΕΘ.
Ο κ. Σταθάκης παρουσίασε το ευρύτερο πλαίσιο του
νομοσχεδίου, που όπως είπε θα ενισχύσει την τοπική ανάπτυξη, θα ανοίξει τον
δρόμο σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να παράξουν ενέργεια για την κάλυψη,
πρωτίστως, των δικών τους αναγκών, ενώ θα δώσει την ευκαιρία σε όλους
(καταναλωτές, νοικοκυριά, επιχειρήσεις, δημόσιους φορείς, τοπική αυτοδιοίκηση)
να συνεταιριστούν, δημιουργώντας παράλληλα νέες θέσεις απασχόλησης.
Ο γενικός γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πόρων, Μιχάλης
Βερροιόπουλος, αναφέρθηκε στους στόχους παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ
(Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) μέχρι το 2030, όπως και σε παραδείγματα «συνεταιρισμών»
ενεργειακών κοινοτήτων από απλούς πολίτες και δήμους. Μέχρι το 2020, είπε,
πρέπει να επιτευχθεί ο στόχος τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ΑΠΕ στο 18%,
ενώ μέχρι το 2030 στο 26%. «Το σχέδιο νόμου για τις ενεργειακές κοινότητες
ανοίγει την αγορά ενέργειας προς τους πολίτες, την τοπική αυτοδιοίκηση, τα
ιδρύματα, επιμελητήρια, φορείς κ.α., αποτελεί εργαλείο για την ανάπτυξη των ΑΠΕ
και οδηγεί σε περιφερειακή ανάπτυξη» είπε.
Παράδειγμα εφαρμογής ενεργειακής κοινότητας σε ένα αστικό
περιβάλλον, θα μπορούσε να είναι η σύμπραξη ιδιοκτητών διαμερισμάτων
πολυκατοικίας για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκού σε ακίνητο (ακόμη και άλλης
περιοχής) προκειμένου να επωφεληθούν, οι ίδιοι ή άλλοι, την παραγόμενη
ενέργεια. Αντίστοιχα, σε νησιωτική περιοχή θα μπορούν να συμπράξουν κάτοικοι με
επιχειρήσεις για την εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης (με χρήση ανεμογεννήτριας)
για την αντιμετώπιση του προβλήματος έλλειψης νερού.
Ο διευθυντής εκστρατειών του ελληνικού γραφείου της
Greenpeace, Δημήτρης Ιμπραήμ, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ένα πρώτο σημαντικό
βήμα βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής δικαιοσύνης, που δημιουργεί ένα ευρύ
πεδίο εφαρμογών σε καθαρές τεχνολογίες και δίνει έμφαση στην αντιμετώπιση της
ενεργειακής φτώχειας. «Σήμερα 4 στα 10 νοικοκυριά κατανάλωσης χαμηλής τάσης αδυνατούν
να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, ενώ οι αρρύθμιστες οφειλές προς την ΔΕΗ
φτάνουν το 1 δισ ευρώ» είπε και ανέφερε το παράδειγμα οχτώ οικογενειών στη Ρόδο
που εγκατέστησαν μικρά ηλιακά συστήματα για δωρεάν ηλιακή ενέργεια με
αυτοπαραγωγή.
Η διευθύντρια του ελληνικού γραφείου του Ιδρύματος Χάινριχ
Μπελ, Όλγα Δρόσου, επεσήμανε μεταξύ άλλων αδυναμιών του νομοσχεδίου, τη μη
αποκλειστική προσήλωσή του στην προστασία του περιβάλλοντος από φθηνή και
καθαρή ενέργεια, από τις ΑΠΕ (στο νομοσχέδιο προωθούνται και συμβατικές πηγές
ενέργειας, όπως το φυσικό αέριο), αλλά και την αδυναμία προσιτής ενέργειας προς
ευάλωτους που δεν μπορούν να γίνουν μέλη των ενεργειακών κοινοτήτων.
Ο πρόεδρος του Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης
Ενέργειας, Βασίλης Τσολακίδης, υπογράμμισε ότι το νομοσχέδιο υπηρετεί την
ενεργειακή μετάβαση σε μία οικονομία χωρίς άνθρακα, με ορίζοντα το 2030.
Συγκρίνοντας τη χώρα μας με τη Γερμανία σε ό,τι αφορά την κατανάλωση ενέργειας,
δήλωσε ότι ο «δείκτης έντασης κατανάλωσης» είναι διπλάσιος για την Ελλάδα.
«Σήμερα παράγουμε 10 terawatt από ΑΠΕ και μέχρι το 2030 προβλέπεται να φτάσουν
τα 30 terawatt, που σημαίνει ότι θα εξοικονομηθεί ένα δισ ευρώ από κατανάλωση
πετρελαίου» είπε.