Σε διάστημα μέχρι την άνοιξη του 2018, πρόκειται να
κατατεθεί στην ΕΕ ο μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμό της χώρας, τόνισε ο
υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης, προσθέτοντας ότι ήδη
προχωρά η αναδιάρθρωση του ενεργειακού μείγματος, που θα επιτρέψει την Ελλάδα
να επιτύχει τον ευρωπαϊκό στόχο του 2020.
Μιλώντας από το βήμα εκδήλωσης της Ρυθμιστικής Αρχής
Ενέργειας στο πλαίσιο της 82ης ΔΕΘ, ο κ. Σταθάκης επισήμανε ότι ειδικά στον
τομέα της εξοικονόμησης ενέργειας υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για συνεργασίες και
από εταιρείες της Γαλλίας και της Κίνας.
Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του ενεργειακού μείγματος
έχουν εγκριθεί έργα ΑΠΕ ύψους 2 δισ. ευρώ, ολοκληρώνεται η τροποποίηση του
τρόπου διενέργειας των διαγωνισμών για ΑΠΕ όπως και εκσυγχρονισμός του πλαισίου
των περιβαλλοντικών επιδοτήσεων σε ότι ειδικά αφορά τις ΑΠΕ.
Προκειμένου να μειωθεί το μερίδιο του λιγνίτη στο ενεργειακό
μείγμα, προωθείται η μερική αντικατάστασή του από το φυσικό αέριο, επιλογή που
στηρίζεται από τέσσερα σημαντικά έργα:
- την κατασκευή του αγωγού ΤΑΡ,
- τον διασυνδετήριο αγωγό Ελλάδας - Βουλγαρίας που θα αρχίσει
να κατασκευάζεται το 2018 και θα ολοκληρωθεί το 2020,
- τον διασυνδετήριο Σερβίας- Βουλγαρίας και
- τον πλωτό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου στην
Αλεξανδρούπολη.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Σταθάκης μίλησε για τη σταδιακή μετάβαση
της Ελλάδας στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά Ενέργειας, αναφέρθηκε στην κατάθεση τον
επόμενο μήνα του νομοσχεδίου για τις ενεργειακές κοινότητες, ενώ είπε ότι το
μέγα θέμα της επόμενης δεκαετίας θα είναι η εξοικονόμηση ενέργειας στις
μεταφορές.
Την θέση του ότι αποτελεί πολύ σημαντικό βήμα συνολικά για
τη χώρα η ανακοίνωση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργο Σταθάκη,
ότι εκκινείται άμεσα και με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης, η
διαδικασία εκπόνησης μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού, διατύπωσε ο πρόεδρος
της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), Νίκος Μπουλαξής.
Όπως είπε, συνάδει με την από καιρό ισχυρή δέσμευση και
βούληση της ΡΑΕ για ανάληψη όλων των αναγκαίων πρωτοβουλιών και δράσεων για την
εκπόνηση ενός σχεδιασμού που θα λαμβάνει υπόψη τις σύγχρονες τάσεις και
δεσμεύσεις στα περιβαλλοντικά και ενεργειακά ζητήματα, το διεθνές ενεργειακό
σύστημα, τον στόχο της ευρωπαϊκής ολοκληρωμένης αγοράς, τη διαθεσιμότητα των
ενεργειακών πόρων, και κυρίως «θα στοχεύει στην ασφάλεια του εφοδιασμού, την
προστασία του καταναλωτή και εν γένει στην ευημερία της χώρας».
Η έλλειψη του σχεδιασμού αυτού σύμφωνα με τον πρόεδρο της
ΡΑΕ, δημιουργεί σημαντικό κενό στο ενεργειακό γίγνεσθαι της Ελλάδας και όπως
πρόσθεσε «η εκπόνηση του σχεδιασμού αυτού με το προτεινόμενο σχήμα
διακυβέρνησης που ανέφερε ο κ. Σταθάκης, αποτελεί πράγματι μια πρόκληση και ένα
εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, αλλά έχουμε την πεποίθηση ότι θα καταλήξει στη
χάραξη του βασικού ενεργειακού μας προσανατολισμού, μέσα από τη ζύμωση
αντιθέσεων και διαφορετικών αντιλήψεων που αναπόδραστα και θεμιτά θα λάβει χώρα».
Χαρακτήρισε δε «αναγκαίο», αυτός ο σχεδιασμός να απολαμβάνει
τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση και σε πολιτικό επίπεδο, «καθώς αυτονόητα
πρόκειται για εθνική υπόθεση». Κατά τον πρόεδρο της ΡΑΕ, μέσα από τη διαδικασία
αυτή θα πρέπει να καθοριστούν δεσμευτικοί στόχοι για τη χώρα εντός και πέρα από
εκείνους που οφείλει να ακολουθήσει βάσει των ευρωπαϊκών και διεθνών της
υποχρεώσεων (συμφωνία Παρισίων για το κλίμα, στόχοι ΕΕ για 2030), και κυρίως οι
δράσεις και οι πολιτικές με τις οποίες θα τους πετύχει.
Η εκπόνηση του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού
συγκυριακά θα συμπέσει χρονικά με την απόλυτα συνδεδεμένη υποχρέωση της χώρας
να εκπονήσει και να υποβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Εθνικό Σχέδιο για την
Ενέργεια και το Κλίμα για τη δεκαετία 2020-2030, υποχρέωση η οποία καθιερώνεται
με νέο Κανονισμό για τη «Διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης» που βρίσκεται στο
τελικό στάδιο έγκρισης/έναρξης εφαρμογής με το κείμενο COM (2016) 759 final/2
της 23.2.2017 στο πλαίσιο συγχρονισμού και εναρμόνισης των ενεργειακών
στρατηγικών κάθε Κράτους-Μέλους, ώστε να επιτευχθούν οι βασικοί στόχοι που
τίθενται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αφορά πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης:
- ενεργειακή ασφάλεια
- αγορά ενέργειας
- ενεργειακή απόδοση
- απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές και
- έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα.
Μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της ΡΑΕ εξέφρασε την ελπίδα η
Ελλάδα να αποκτήσει τον βασικό ενεργειακό της προσανατολισμό εντός του 2018 «που
για ένα ακόμη λόγο είναι αναγκαία η άμεση εκπόνησή του. Συνδέεται άρρηκτα με
την ολιστική ενεργειακή αναδιάρθρωση σε όλους του τομείς της αγοράς, η οποία
συντελείται στη χώρα κατά τα τελευταία έτη. Οι θεμελιώδεις αυτές δομικές
μεταβολές, εδράζονται πρωτίστως σε ενωσιακές δεσμεύσεις με στόχο την ενοποίηση
της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, αλλά και στην ανάγκη εξορθολογισμού της, ενώ
επιβάλλεται να λάβουν χώρα σε ελάχιστο χρόνο, σχεδόν βίαια, λόγω της
μακροχρόνιας εκκρεμότητάς τους».
Περαιτέρω, ο ίδιος στην εισήγησή του τόνισε ότι η πρόσφατη
ενεργειακή κρίση, αλλά και οι μελέτες που εκπονούνται από τους διαχειριστές και
τη ΡΑΕ καταδεικνύουν την αναγκαιότητα διατήρησης των υφιστάμενων ενεργειακών
υποδομών της χώρας, αλλά και την ανάγκη επέκτασής τους.
Οι παραγωγοί ΑΠΕ, κυρίως για τις νέες μονάδες που θα
δημιουργηθούν και θα αποτελέσουν τον βασικό πυλώνα για την επίτευξη των
περιβαλλοντικών στόχων της χώρας το 2030 και αργότερα στην πορεία
απανθρακοποίησης του ενεργειακού μείγματος προς το 2050, θα πρέπει κατά τον
πρόεδρο της ΡΑΕ, να συμμετέχουν στα νέα ανταγωνιστικά δεδομένα της αγοράς, και
να αναλάβουν δεσμεύσεις και υποχρεώσεις, προκειμένου να καταστούν ευκολότερα
ενσωματούμενες σε μεγάλη κλίμακα στην καθημερινή λειτουργία των συστημάτων και
των αγορών, όπως υποχρεώσεις εξισορρόπησης, ανάπτυξη/συνεργασία με αποθηκευτικά
συστήματα, κλπ.
Όμως, όπως έσπευσε να επισημάνει, «και η πολιτεία οφείλει να
συνδράμει περαιτέρω, ώστε τέτοιες εγκαταστάσεις να γίνουν περισσότερο αποδεκτές
ή έστω ανεκτές από τις τοπικές κοινωνίες, και να διευκολυνθούν με την έγκριση
βασικών εργαλείων, όπως είναι οι περιφερειακοί χωροταξικοί σχεδιασμοί, η
περαιτέρω απλοποίηση των αδειοδοτήσεων, η εξειδίκευση και ολοκλήρωση του
πλαισίου κ.α.. Η ΡΑΕ, στο μέρος που της αναλογεί θα το πράξει. Οι δε
ενεργειακοί συνεταιρισμοί που θεσμοθετούνται προσεχώς συμβάλλουν σημαντικά».