Σε «σίριαλ» με πολλά, δυστυχώς, επεισόδια και ανυπολόγιστες
ζημίες αναμένεται να εξελιχθεί το ναυάγιο του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη», το
οποίο συνέβη κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της περασμένης Κυριακής. Χθες, η
οικολογική καταστροφή από τη διαρροή καυσίμων έφτασε μέχρι τις ακτές των νοτίων
προαστίων της Αττικής, δείγμα ότι η ανταπόκριση των αρμόδιων αρχών στο
περιστατικό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί άμεση ή επιτυχημένη, τουλάχιστον εκ του
αποτελέσματος.
Πάντως, σύμφωνα με το υπ. Ναυτιλίας, οι εργασίες
στεγανοποίησης του ναυαγίου ολοκληρώθηκαν, και εντός των ποντισθέντων φραγμάτων
που έχουν στηθεί γύρω του δεν καταγράφεται περαιτέρω ρύπανση. Ταυτόχρονα, από
χθες το μεσημέρι έχει ξεκινήσει και η διαδικασία απάντλησης του φορτίου του
πλοίου, με σύμμαχο τις καλές καιρικές συνθήκες. Ωστόσο, όπως ανέφερε ο κ.
Μιχάλης Σπανόπουλος, επικεφαλής της ομώνυμης ιδιωτικής εταιρείας που έχει
προσληφθεί για τη σχετική εργασία, η όλη διαδικασία της απάντλησης μπορεί να
διαρκέσει έως 20 ημέρες, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες που θα επικρατήσουν.
Σημειωτέον ότι το πλοίο έφερε φορτίο καυσίμων της τάξεως των 2.570 τόνων, εκ
των οποίων εκτιμάται ότι τουλάχιστον 300 τόνοι έχουν διαρρεύσει. Αυτό σημαίνει
ότι πλέον οι προσπάθειες των Αρχών θα επικεντρωθούν στον εντοπισμό περαιτέρω
κηλίδων και την απορρύπανση θάλασσας και ακτών. Μάλιστα, η φύση του φορτίου
(βαρύ πετρέλαιο) καθιστά το έργο αυτό δυσχερές, καθώς μπορεί το πετρέλαιο να
κινείται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και να εμφανίζεται σε αυτήν
ξαφνικά, κάτι που εξηγεί και το χθεσινό φαινόμενο με την εμφάνιση της ρύπανσης
στις ακτές της Αττικής.
Πάντως, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης Εφοπλιστών
Ναυτιλίας Μικρών Αποστάσεων, Χαράλαμπο Σιμαντώνη, το ενδεχόμενο να υπήρξε δόλος
από την πλευρά των υπευθύνων του πλοίου θεωρείται δύσκολο. Κατά τον ίδιο, το
οικονομικό κίνητρο για τέτοιου είδους επαίσχυντες πράξεις, προκειμένου να
εισπραχθεί η αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρεία, όντως υπάρχει κι έχει
συμβεί στο παρελθόν, αλλά μόνο όταν μπορεί να διασφαλιστεί ότι οι ζημίες προς
τρίτους θα είναι ανύπαρκτες. «Γι’ αυτό τέτοια περιστατικά ύποπτων ναυαγίων
έχουν καταγραφεί σε πλοία άνευ φορτίου και κατά κανόνα σε βαθιά νερά και όχι
κοντά σε ακτές, πόσο μάλλον στον ίδιο τον Αργοσαρωνικό. Κάτι τέτοιο θα ήταν
τεράστιο λάθος», σημειώνει ο κ. Σιμαντώνης.
«Ήταν αξιόπλοο»
Υπενθυμίζεται ότι το δεξαμενόπλοιο «Αγία Ζώνη», το οποίο
σημειωτέον ναυπηγήθηκε πριν από 45 χρόνια, βυθίστηκε νοτιοδυτικά της νησίδας
Αταλάντη, όπου βρισκόταν αγκυροβολημένο (πλησίον της Ψυττάλειας). Σύμφωνα με
πληροφορίες της «Κ», τα τελευταία χρόνια συνήθιζε να πραγματοποιεί δρομολόγια
στον Σαρωνικό, κινούμενο μεταξύ ΕΛΠΕ και λιμανιού του Πειραιά, όπου εφοδίαζε τα
πλοία με καύσιμα. Σύμφωνα δε με ανακοίνωση της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ήταν
αξιόπλοο κι έφερε όλα τα σχετικά πιστοποιητικά, τα οποία κατά τον έλεγχο του
Λιμενικού ήταν σε ισχύ, ενώ παράλληλα, όπως δήλωσε χθες η δικηγόρος, εκπρόσωπος
της εταιρείας, Χριστίνα Σφαέλλου, το πλοίο είναι ασφαλισμένο για ζημίες έναντι
τρίτων μέχρι του ποσού των πέντε εκατ. ευρώ.
Καταγγελίες
Όπως σημειώνουν παράγοντες του κλάδου, το ότι το πλοίο ήταν
αξιόπλοο «δεν σημαίνει απολύτως τίποτα και δεν εγγυάται ότι δεν μπορεί να
συμβεί κάποιο ατύχημα». Το γεγονός άλλωστε ότι το πλοίο ναυπηγήθηκε πριν από
σχεδόν μισό αιώνα μάλλον συνηγορεί υπέρ της άποψης αυτής και ότι ένα ναυάγιο,
όπως αυτό που εντέλει συνέβη, είναι έως και αναπόφευκτο να συμβεί κάποια
στιγμή. Σε σχετική της καταγγελία, η Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού
(ΠΕΝΕΝ) τονίζει ότι και μόνο η ηλικία του πλοίου το καθιστούσε εξαιρετικά
επικίνδυνο για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, συμπληρώνοντας μάλιστα ότι
«σύμφωνα με διάφορες αναφορές και καταγγελίες, στο μηχανοστάσιο, εκεί όπου
σημειώθηκε η εισροή υδάτων, έφερε διάφορα πρόχειρα μπαλώματα, με σκοπό να
κλείσουν τις ανοικτές τρύπες».
Στην προκειμένη περίπτωση, επιπρόσθετη αλγεινή εντύπωση
προκαλεί και το ότι την κλήση προς το Λιμενικό, τις πρώτες κρίσιμες ώρες του
περιστατικού, δεν την έκαναν τα μέλη του πληρώματος ή έστω κάποιος εκπρόσωπος
της εταιρείας, αλλά το παραπλέον φορτηγό πλοίο «Francesco di Giorgio» σημαίας
Λουξεμβούργου, το οποίο ήταν αγκυροβολημένο στο βόρειο τμήμα του αγκυροβολίου
Πειραιά. Η ΠΕΝΕΝ στηλιτεύει παράλληλα και το ότι ενώ το πλοίο ήταν φορτωμένο
και άρα έπρεπε να είναι πλήρως επανδρωμένο, έλειπαν εννέα από τα 11 μέλη του
πληρώματος.
(Πηγή: «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)