Μιλώντας χθες στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου
του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τις Ενεργειακές Κοινότητες, ο
Αν. ΥΠΕΝ, Σωκράτης Φάμελλος, ανέφερε ότι οι τελευταίες αποτελούν ένα μοντέλο
ενεργειακής μετάβασης, το οποίο βασίζεται στην αποκεντρωμένη παραγωγή και κατανάλωση
ενεργειακών πόρων, απαραίτητο για την επίτευξη των δεσμεύσεων της χώρας μας για
την παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα.
Παράλληλα, ο κ. Φάμελλος επεσήμανε ότι χρειάζονται
ριζοσπαστικές αλλαγές και μεγαλύτερες παρεμβάσεις ως προς την μείωση των
εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα,
εκκινώντας από τον ενεργειακό σχεδιασμό και μεταβάλλοντας τομείς όπως οι
μεταφορές, η αγροτική παραγωγή, η διαχείριση απορριμμάτων, η λειτουργία των
κτιρίων, οι συγκοινωνίες κ.α., ώστε να προχωρήσουμε ως χώρα σε ένα πραγματικά
μεγάλο σχέδιο για τον μετριασμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την προσαρμογή
στην κλιματική αλλαγή.
Ο Σωκράτης Φάμελλος πρόσθεσε ότι το μοντέλο των Ενεργειακών
Κοινοτήτων που εισάγει το νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ μεταφέρει το κέντρο βάρους από
τις μονοσήμαντες βιομηχανικές ΑΠΕ, που
δημιούργησαν προβλήματα στην Ελλάδα, αφού δεν τροφοδότησαν το εγχώριο
παραγόμενο προϊόν και την εργασία, αντίθετα βάρυναν τους λογαριασμούς του
Δημοσίου που πληρώνουμε ακόμα και σήμερα.
«Με τις Ενεργειακές Κοινότητες μεταβαίνουμε σε έναν
ουσιαστικό τεχνολογικό και οικονομικό σχεδιασμό, με συμμετοχή της κοινωνίας.
Και αυτό δεν το κάνουμε μόνο στις ΑΠΕ, αλλά και σε άλλα ενεργειακά μέσα», είπε
ο Αν. ΥΠΕΝ και χαρακτήρισε αυτή την μετάβαση ουσιαστικό δείγμα άσκησης
ευρωπαϊκής πολιτικής.
Απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση, σχολίασε το γεγονός ότι τα
κόμματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ήταν κατ' επίφαση ευρωπαϊκά κόμματα, εφόσον «για
20 ολόκληρα χρόνια έβλεπαν το φυσικό αέριο να περνά μέσα από τις πόλεις μας,
αλλά να μην τις τροφοδοτεί. Έπρεπε να έρθει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων
Πράσινων για να έχουν πρόσβαση ολόκληρες περιοχές στο φυσικό αέριο, όπως για
παράδειγμα το Βελεστίνο, ο Τύρναβος, η Καλαμπάκα, η Ελασσόνα, ο Παλαμάς, η
Αγιά, η Αγχίαλος, οι Σοφάδες και το Μουζάκι στη Θεσσαλία, αλλά και ο Λαγκαδάς,
ο Χορτιάτης, το Φίλυρο, ο Τρίλοφος, το Πλαγιάρι, η Επανομή, η Μηχανιώνα, το
Ρύσιο, η Καρδία, τα Βασιλικά, η Χαλάστρα, τα Κουφάλια, η Μεσημβρία στην ΠΕ
Θεσσαλονίκης, που συνδέονται την περίοδο 2017-2018».
Συνεπώς, με το νομοσχέδιο των Ενεργειακών Κοινοτήτων «εισάγουμε
τα εργαλεία για να αναπτυχθούν και να διανεμηθούν βιώσιμες μορφές ενέργειας οι
οποίες θα παράγονται τοπικά και θα είναι χαμηλών εκπομπών άνθρακα», πρόσθεσε ο
Αν. ΥΠΕΝ.
Υπογράμμισε δε, ότι το παραγωγικό μοντέλο που εισάγουν οι
Ενεργειακές Κοινότητες στηρίζεται σε επενδύσεις που στοχεύουν και ενισχύουν το
πραγματικό προϊόν και την πραγματική εργασία, ενώ συνδέεται και με την επίλυση του προβλήματος της ενεργειακής
φτώχειας, όπως και της πρόσβασης στην ενέργεια που είναι κοινωνικό αγαθό.
Κυρίως, «επιστρέφει το όφελος στην κοινωνία και τον
παραγωγό, δεν το καρπώνονται διάφοροι ως υπεραξία κρυμμένη σε offshore, όπως
συνέβαινε με τις προηγούμενες κυβερνήσεις», τόνισε ο Αν. ΥΠΕΝ.
«Οι Ενεργειακές Κοινότητες δίνουν την ευκαιρία στους πολίτες
να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις, τις οποίες θα μπορούν να αξιολογούν και να
κρίνουν, εφόσον θα αφορούν το δικό τους πορτοφόλι και τη δική τους παραγωγή,
αλλά και στην Αυτοδιοίκηση. Πρόκειται για μεγάλες, δημοκρατικές αλλαγές τις
οποίες καταλαβαίνει ο πολίτης, εφόσον έχει δικαίωμα παραγωγής και πρόσβασης,
αλλά και άμεσο όφελος, οικονομικό και κοινωνικό. Οι αλλαγές αυτές ενοχλούν την
Αντιπολίτευση, διότι γνωρίζει ότι δεν μπορεί να τις πάρει πίσω. Είναι βαθιές
και μόνιμες δημοκρατικές τομές και αλλαγές στη βάση της κοινωνίας, στην
πραγματική οικονομία» ανέφερε.
Η νησιωτικότητα είναι επίσης ένας τομέας που ευεργετείται
από τη συγκρότηση των Ενεργειακών Κοινοτήτων και αποτελεί προτεραιότητα στον
κυβερνητικό σχεδιασμό, με δεδομένο ότι «η Ελλάδα έχει ήδη διεκδικήσει και
κερδίσει 500 εκατομμύρια ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη διασύνδεση των
νησιών, κάτι που οι προηγούμενες πολιτικές ηγεσίες του ΥΠΕΝ δεν διεκδίκησαν για
την Ελλάδα και για τα νησιά της». Ταυτόχρονα, το νομοσχέδιο για τις Ενεργειακές
Κοινότητες «δημιουργεί και μία άλλη αντίληψη για την Αυτοδιοίκηση, η οποία
μπορεί να έχει πραγματική συμμετοχή στην πολιτική, μέσω του μετασχηματισμού της
ενεργειακής παραγωγής, η οποία θα κρατήσει την Ελλάδα στον δίκαιο δρόμο της
παραγωγικής ανασυγκρότησης, της προοπτικής και της προόδου».
Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο Αν. ΥΠΕΝ επεσήμανε ότι
το συγκεκριμένο νομοσχέδιο επιτρέπει στους πολίτες, πέρα από τη συμμετοχή τους
στο ενεργειακό κόστος, το ενεργειακό μέσο και την ενεργειακή παραγωγή, να
συμμετέχουν και στις αποφάσεις για το περιβάλλον του τόπου τους και την ίδια
τους τη ζωή. «Πρόκειται για μεγάλη και ουσιαστική αλλαγή στην έννοια της
διακυβέρνησης και αφορά και στην παραγωγή και στην κατανάλωση. Μπορεί να μας
δώσει αποτελέσματα και στη μάχη για το κλίμα, και στην ανακύκλωση, εισάγοντας
στην καθημερινή και δημόσια ζωή τα χαρακτηριστικά της κυκλικής οικονομίας.
Διότι, εν τέλει, πραγματική πολιτική για την Ευρώπη και την Ελλάδα είναι η
πολιτική που ασκείται τοπικά, αποκεντρωμένα και δημοκρατικά», κατέληξε ο Αν.
ΥΠΕΝ.