Στο αμέσως επόμενο διάστημα, το ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης θα προμηθευτεί επιπλέον έξι υπερσύγχρονα λεωφορεία με στόχο να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες του μεταφορικού του έργου.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα του Βαγγέλη Μανδραβέλη στην Καθημερινή, το έργο των ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης διευρύνεται, καθώς αποκτά νέες γραμμές τις οποίες δεν μπορεί να εξυπηρετήσει ο ΟΑΣΘ. Ωστόσο, τα νέα και πανάκριβα, σύγχρονης τεχνολογίας λεωφορεία της γερμανικής κατασκευάστριας ΜΑΝ που αποκτά το ΚΤΕΛ με τη χρηματοδοτική συνδρομή της Τράπεζας Πειραιώς, θα δρομολογηθούν στη γραμμή Αθήνα - Θεσσαλονίκη. Στόχος των ΚΤΕΛ με τα νέα λεωφορεία είναι να ανταγωνιστεί την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η οποία μετά την ολοκλήρωση της ηλεκτροκίνησης σε όλο το μήκος της γραμμής Αθήνα - Θεσσαλονίκη, έχει ενισχύσει σημαντικά τον τζίρο της. Η ιταλική εταιρεία, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει αυξήσει πάνω από 50% τα εισιτήρια στη γραμμή Αθήνα - Θεσσαλονίκη. Από 80.000 ανά μήνα που ήταν προ της ηλεκτροκίνησης, πλέον ξεπερνούν τις 120.000. Καταλύτης στη μεταβολή αυτή θεωρείται η ηλεκτροκίνηση τρένου στη συγκεκριμένη γραμμή, η οποία και μείωσε τον χρόνο της σιδηροδρομικής μετάβασης από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη (και αντίστροφα) κατά περίπου δύο ώρες. Από περίπου 6 ώρες το ταξίδι μειώθηκε σε 4 έως 4,5 ώρες.
Την πίεση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στην αγορά των επιβατικών μεταφορών μεταξύ Αθήνας - Θεσσαλονίκης, δέχθηκαν κυρίως τα ΚΤΕΛ. Τα τελευταία, μόλις το δρομολόγιο Αθήνα - Θεσσαλονίκη μέσω τρένου περιορίστηκε κατά δύο ώρες, μείωσαν πάνω από 13% τις χρεώσεις, ενώ άρχισαν να προσφέρουν αναβαθμισμένες υπηρεσίες στους πελάτες τους. Τα ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης για παράδειγμα, εκτός από σύγχρονα λεωφορεία, προσφέρουν σε συνεργασία με τη Vodafone υπηρεσίες Wi-Fi σε όλα τα λεωφορεία της γραμμής Αθήνα - Θεσσαλονίκη. Τώρα μάλιστα τα νέα λεωφορεία φέρουν και ειδικές υποδοχές (USB ports) έτσι ώστε οι επιβάτες να μπορούν να φορτίζουν τα κινητά τους τηλέφωνα, tablets κ.λπ.
Πίεση, ωστόσο, υφίστανται και οι αεροπορικές εταιρείες που διεξάγουν δρομολόγια μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Η έξοδος της Ryanair από τη συγκεκριμένη γραμμή στις αρχές του έτους είναι ενδεικτική. Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι τα τρένα κερδίζουν έδαφος, κυρίως χάρις στις οικονομικές τιμές τους. Επιπλέον, καθώς ο επιβάτης αποφεύγει τις κατά κανόνα ακριβές μετακινήσεις πριν και μετά την πτήση, το τρένο αποκτά ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο. Σύμφωνα με στελέχη της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η αναλογία αεροπορικών και σιδηροδρομικών εισιτηρίων από 80-20 που ήταν προ της ηλεκτροκίνησης των τρένων μεταβλήθηκε σε 60-40 μετά την ηλεκτροκίνηση. Αξίζει να αναφερθεί ότι η ΤΡΑΙΝΟΣΕ, τις τελευταίες ημέρες, προκειμένου να ικανοποιήσει τις αυξημένες ανάγκες μετακινήσεων κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, πρόσθεσε δύο ακόμη δρομολόγια στη συγκεκριμένη γραμμή. Η εταιρεία στην ανακοίνωσή της αναφέρει ότι τα πρόσθετα δρομολόγια θα ισχύουν μέχρι 7 Ιανουαρίου 2020, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες, πρόθεση της διοίκησης είναι τα δύο δρομολόγια να παραμείνουν ακόμη και μετά το πέρας των εορτών.
Tα αεροπορικά εισιτήρια μεταξύ των δύο πόλεων για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το 2018 υποχώρησαν. Από περίπου 1,81 εκατ. επιβάτες που μετακινήθηκαν αεροπορικώς στη γραμμή Αθήνα - Θεσσαλονίκη το 2016, το 2017 ο αριθμός των επιβατών μειώθηκε σε 1,6 εκατ. και πέρυσι μειώθηκε περαιτέρω σε 1,54 εκατ. Αντίστοιχη τάση παρουσιάστηκε και στα μεγέθη του δρομολογίου Θεσσαλονίκη - Αθήνα.
Γραμμή με ετήσιο τζίρο 200 εκατ. ευρώ
Αν και δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία για τις μετακινήσεις επιβατών μεταξύ Αθήνας και Θεσσαλονίκης, εντούτοις εκτιμάται ότι κάθε χρόνο στον συγκεκριμένο άξονα η επιβατική κίνηση ξεπερνά τα 5 εκατομμύρια άτομα. Πρόκειται αναμφίβολα για την πιο σημαντική υπεραστική επιβατική σύνδεση που υφίσταται στη χώρα μας και η οποία συνιστά μια αγορά της τάξεως των 200 εκατ. ευρώ.
Αυτό προκύπτει από τη μέση δαπάνη μετακίνησης μεταξύ πρωτεύουσας και συμπρωτεύουσας, η οποία εκτιμάται σε 40-50 ευρώ ανά μετακίνηση.
Και η αγορά αυτή γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν προστεθούν και οι ενδιάμεσοι προορισμοί του συγκεκριμένου άξονα π.χ. Λάρισα, Λαμία κ.λπ.
Πάντως, στις μετακινήσεις του άξονα Αθήνας -Θεσσαλονίκης, πάνω από 1,5 εκατ. άνθρωποι κινούνται μέσω αεροπλάνου.
Αυτή είναι η μόνη αξιόπιστη μέτρηση, καθώς καταγράφεται λεπτομερώς από την ΥΠΑ, αλλά και από τη Eurostat, που παρουσιάζει λεπτομερή στοιχεία για τη κίνηση τουλάχιστον των μεγάλων αεροδρομίων της κάθε χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οι λοιπές μετακινήσεις εκτιμώνται σε περίπου 3,5 εκατομμύρια, εκ των οποίων περίπου 0,8 εκατομμύρια αφορούν σε σιδηροδρομικές επιβατικές μετακινήσεις. Η συγκεκριμένη αγορά είναι καλά μετρημένη, δεδομένου υπάρχει μόνον ένας φορέας που εκτελεί το συγκεκριμένο έργο (ΤΡΑΙΝΟΣΕ).
Αντίθετα, ασαφής είναι η εικόνα της επιβατικής κίνησης μέσω ΚΤΕΛ, καθώς οι φορείς εκτέλεσης έργου είναι περισσότεροι.
Επιπλέον, δεν υπάρχει μια υποχρεωτική και ενιαία αναφορά των μετακινήσεων επιβατών από τα ΚΤΕΛ στις υπεραστικές κινήσεις των Ελλήνων στις διάφορες διαδρομές τους. Τέλος, απροσδιόριστος είναι αναπόφευκτα και ο αριθμός των μετακινήσεων που λαμβάνουν χώρα στη διαδρομή Αθήνα - Θεσσαλονίκη, μέσω επιβατικών οχημάτων Ι.Χ. (ΕΙΧ).
Τα δεδομένα αυτά θα ανατραπούν εφόσον ο ΟΣΕ και η ΤΡΑΙΝΟΣΕ καταφέρουν να μειώσουν περαιτέρω τον χρόνο ενός σιδηροδορμικού δρομολογίου μεταξύ Αθήνας - Θεσσαλονίκης. Αν η γραμμή αναβαθμιστεί και αποκτηθούν πιο γρήγορα τρένα, τότε το ταξίδι Αθήνα -Θεσσαλονίκη θα μειωθεί στις τρεις ώρες.
Αν αυτό συμβεί, με δεδομένο μάλιστα ότι οι σταθμοί του τρένου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη βρίσκονται μέσα στον αστικό ιστό –γεγονός που σημαίνει ακόμη μικρότερο κόστος και εξοικονόμηση χρόνου για τον επιβάτη– τότε μπορεί να αλλάξει δραστικά το τοπίο της αγοράς των μετακινήσεων αθρώπων μεταξύ πρωτεύουσας και συμπρωτεύουσας.